Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025

ΩΡΙΣΜΕΝΩΣ, ΚΑΠΟΤΕ…

 (… όταν μου δοθή ευκαιρία,  θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου*...)         

Και ύστερα,  μέχρι να ξεπλέξεις τα δάχτυλά σου,

περνάνε πέντε με δέκα χρόνια!..

Η απορία σου είναι μεγάλη,

όπως όταν το φως ακουμπάει μέταλλο σε σκοτάδι.

Επίσης θυμάσαι την ελιά της   στην έξοδο του αφαλού

και ανάβεις τσιγάρο!..

Η ζωή δεν κλείνει με ποίημα,   κλείνει με σώμα 

(θα έλεγες)

Τα μάτια σου βλέπουν παρελθόν   τεθλασμένο, 

και έναν ήλιο  να πιάνει ολόκληρο τον ουρανό

σαν αυτοκόλλητο. 

Βγάζεις το καπέλο,   το αφήνεις με προσοχή στην άμμου,

περπατάς πάνω στη θάλασσα  με ελαφρό μειδίαμα

χλωμός

[ένα ποίημα από τη  συλλογή του Γιάννη Κοντού ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989

Συγκεντρωτική έκδοση: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ  ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, 1970 – 2010, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013]

 

* ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ έχει  ως τίτλο  τις τελευταίες σειρές από το

ΣΗΜΕΙΩΜΑ που έγραψε ο Κ.Γ. Καρυωτάκης  στο καφενείο

ΟΥΡΑΝΙΟΣ ΚΗΠΟΣ και βρέθηκε στην τσέπη του.

*Ιδού το ΣΗΜΕΙΩΜΑ που ενέχει θέση υστερόγραφου:

«…Και γιατί ν’ αλλάξουμε τόνο.     Συμβουλεύω

όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουν ποτέ

να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης.

Όλη νύχτα απόψε, επί δέκα ώρες, εδερνόμουν

με τα κύματα.  Ήπια άφθονο νερό,  αλλά κάθε τόσο,

χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε

στην επιφάνεια.   Ωρισμένως, κάποτε, 

όταν μου δοθεί ευκαιρία,

θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου» 

 

ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ, όμως, ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΦΕΓΓΑΡΙ 

(τίτλος παρακείμενου ποιήματος στην ίδια συλλογή)

Πατάω ασβέστη  και  αφήνω λευκά αποτυπώματα.

(Ένας άγγελος με επιτηρεί   με κλειστά μάτια)

Ρυτίδες έχω  και  ένα σημάδι έχω   από σπαθιά ιππέα.

Πεζός,  πεζότατος   ήμουνα στη μάχη.

Κοιτάζω το καμένο τοπίο. 

Τη συννεφιά,   τους ξένους.

Μάλλον μυρίζω τα χρώματα  και  τα σχήματα.

Γιατί εκείνη η σπαθιά μου έχει καταστρέψει την όραση.

Όλα μου φαίνονται φεγγάρια  και  οι πέτρες πανσέληνοι.

 

Κι άλλα ΠΟΙΗΜΑΤΑ με ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ Γιάννη Κοντού.




 

ΤΩΡΑ ΟΙ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΘΑ ΜΑΣ ΜΑΘΟΥΝ ΓΡΑΜΜΑΤΑ;  στον Μίλτο Σαχτούρη

(κι άλλες επιλογές από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού  ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ  1989)

Όταν βρέχει τα καλώδια του τηλεφώνου

μέσα στη γη συστρέφονται,  αγριεύουν  και

γίνονται ρίζες.  Τα λόγια μένουν μόνα,  ξεραίνονται.

Κάτι φωνές πάνε να βλαστήσουν.

Πάνε να γίνουν ησυχία!..

(Η φωνή σου μένει θρόμβος στο καλώδιο)

 

Τώρα όλες οι οθόνες προβάλλουν:

ένα μήλο,  που δεν τρώγεται

ένα μήλο,  που μόνο βλέπεται

ένα μήλο,  που δεν σαπίζει

ένα μήλο,  όπως ο θάνατος

 

ΤΑ ΡΟΥΧΑ – ΤΑ ΧΑΔΙΑ

Όταν υφαίνεται το ύφασμα

-και πριν ακόμη – δεν ξέρει σε τι σώμα

θα καταλήξει,  θα τυλιχτεί.

Δεν ξέρει τι ρόλο θα παίξει για τα χέρια

όταν το πιάσουν  και  οι εικόνες θα τρυπήσουν   τις φλέβες.

Ακόμη τι κολλώδεις ουσίες  και  ζεστές θα μείνουν πάνω.

Τότε τα μαλλιά γίνονται πολτός ονείρου.

Ο λαιμός χωρίς την προφύλαξη του μάλλινου   πέφτει σε χαράδρα.

Το χρώμα του ρούχου  κρύβει τα ίδια χρώματα από κάτω.

Έτσι, πολλές φορές, τραβώντας το ύφασμα   από πάνω της,

βρίσκεις την ούγια  και  ξετυλίγεις,

μέχρι που φτάνεις   στο πρώτο στάδιο παραγωγής.

Όταν τελειώνεις,  ξέρεις – χωρίς μηχανές –

με τα δάχτυλα:  να πλέξεις,  να ράψεις,   να βάψεις,

πολλές μέρες αναμονής!..

 

ΜΑΘΗΜΑ ΙΧΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

Την Κυριακή ζωγράφιζε ο γέρος,

με ώχρες,  με κεραμιδί,   με μπλε.

Κοιτούσα πίσω από τον ώμο του

και τα έβλεπα όλα κόκκινα.  Δεν βλέπεις

-μου λέει -  με τα μάτια,  μόνο με το δέρμα

βλέπεις!..  Φυσούσε ένας άνεμος άσπρος.

Τραβούσα κάτι γραμμές από ψηλά

μέχρι τα πόδια σου,  σαν σκοινιά.

[από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989]

 

ΤΑ ΡΟΥΧΑ ΤΩΝ ΠΕΘΑΜΕΝΩΝ

(στη συλλογή του Γιάννη Κοντού  ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ  1989)

Σε σκοτεινές ντουλάπες  και  βαθιά μπαούλα

ριγμένα άτσαλα,  με  ή  χωρίς ναφθαλίνη.

Περνάει η μόδα τους.

Φτωχοί   δεν υπάρχουν πια για να τους τα χαρίσουν.

Το σχήμα τους αλλάζει.

Μικραίνουν,  γίνονται παιδικά,   παραμυθένια!..

Στην τσέπη:  σημειώματα,  μικρά κλειδιά,

ένα σπασμένο τσιγάρο

(θα μπορούσε να είναι  και  μολύβι)

μένουν στα σκοτεινά.

Η μυρωδιά του ζωντανού σώματος   δεν ακούγεται.

Μόνο λύκος – αν πλησιάσει πολύ – θα μυρίσει άνθρωπο.

Τα πουκάμισα  και  οι πιζάμες  - ως ευκολόχρηστα –

γίνονται σφουγγαρόπανα.

Ξέχασα τα παπούτσια.

Αυτά φοριούνται από τους οικείους  όταν ποτίζουν τον κήπο!..

Σαπίζουν εύκολα και τα πετάνε στο δρόμο   ξεκοιλιασμένα!..

Είναι εκείνα που βλέπουμε, 

συνήθως το καλοκαίρι στις μεγάλες  ζέστες,

να ψήνονται μαζί με τις πέτρες στο νου μας!..

 

ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΟΥ ΤΑΜΙΑ

Όπως σκύβει στο κενό

με τα γυαλιά στην κατηφόρα,

χωρίς τον ποδηλάτη να τσακίζονται.

Το στενό χολ  με τα στοιβαγμένα ντοσιέ,

τη σκόνη,  απέναντι τουαλέτα.

Τους τέσσερις τοίχους  τους έχει εξημερώσει

και κάθε πρωί του κουνάνε την ουρά.

Τα συνήθισε όλα  και το νέο χρηματοκιβώτιο

με τη μνήμη  (άκου μνήμη!,,)  να γνωρίζει

ποιο χέρι μπαίνει μέσα  και  πόσα παίρνει.

Τους αριθμούς,  αυτά τα μυρμήγκια

να τρώνε το γραφείο, μέχρι να στρίψει το κεφάλι.

Στο φλιτζάνι οι ξεροί καφέδες δείχνουν

το μέλλον  (για το οποίο καλύτερα να μη μιλάμε).

Τα χρήματα ούτε που τα καταλαβαίνει,

έτσι μακρόστενα  και γκρίζα  σαν φεγγάρια.

Φεύγει αργά  (τελευταίος)  μασώντας το μολύβι του

και δεν σκέπτεται τίποτα.

 

ΜΙΚΡΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

Δρόμος εκατό μέτρων θα ήτανε,

αν ήξερα να μετράω σωστά τη σκέψη μου,

με την ταχύτητα του αυτοκινήτου.

Μονή Δαφνίου:  ο αυστηρός Παντοκράτωρ,

απέναντι οι τρελοί,  το μεσαιωνικό κυπαρίσσι.

Γύρω η φύση,  αυτό που λένε πράσινο οι τυφλοί.

Στο άνοιγμα η θάλασσα.

Εσύ χαμένη  ή  θαμμένη στο χαμηλό χορτάρι

ή κρυφτό.  Θα υπήρχαν γέλια  και  φωνές.

Φωτογραφίες δεν χρειάζονται καθόλου.

Τα ωραία σου πόδια εξέχουν του αντικατοπτρισμού

και η κακή μου μέρα!..

[από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989]

 

ΤΟ ΣΑΚΑΚΙ ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ

(από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού  ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ  1989)

Τη στιγμή που κρεμούσα

το σακάκι με την αμερικάνικη   μουσική στις ραφές,

ένα λιβάδι πράσινο

ίσο με συμπαγές εμβαδόν ουρανού,

περνάει από το ένα αυτί στο άλλο.

Η απουσία σου με ωφελεί συναισθηματικά

(Αν λέγεται ωφέλεια αυτή η στάχτη   που πίνω με το νερό)

Περιττός αριθμός οι ώρες

όταν κρυμμένος περιμένω να δω

το φως να λιγοστεύει.

Πατάω την τριανταφυλλιά, 

όπως με τραβάει  η δίνη του σούρουπου  και  των υποσχέσεων!..

Κηλίδες – κηλίδες το μαύρο στο μυαλό

και αλλάζουν οι διάφοροι συσχετισμοί.

Τώρα το φως βήχοντας,

κατεβαίνει σκάλες  και  υπόγεια.

Το σκούρο είναι πια καθεστώς.

Μόλις προλαβαίνω το δάσος που περνάει σφυρίζοντας

με καπνούς για τη νύχτα!..

 

ΣΕΝΑΡΙΟ

Καναπές στη μέση του σπιτιού.

Το σπίτι στη μέση της πόλης   και λίγο αριστερά. 

Το παρελθόν,  ουρά του διαβόλου,  μαδάει τούφες – τούφες.

Εμείς, ως συνήθως, φιλιόμαστε!..

(το συνήθως να γίνει μπλε)

Οι φωτισμοί, χαμηλοί  και  κάθετοι,

γράφουν άλλη ιστορία.

Οι ομιλίες,  επίσης, χαμηλές, μαζεύονται κουβάρι

πίσω από το έπιπλο.

Το πλήθος της σκηνής  σαν ένα σώμα που πάλλεται,

παρακολουθεί το ζευγάρι.

Ένα μηχάνημα κατεβάζει   τη δύση,

που θα γίνει στο μέλλον!..

Όλα αυτά πρέπει να δέσουν   με το χαμόγελο της κοπέλας

όταν βλέπει ζέβρες  (αληθινές)  στην πλατεία.

Καλώδια του ηλεκτρικού φθαρμένα,

σε κάθε πάτημα ανεβάζουν τον κίνδυνο.

Είμαστε στη σελίδα επτακόσια εβδομήντα επτά,

είναι μέρες σκοτάδι, πίνουμε καφέ

και κάνουμε ώρες διάλειμμα αφηρημένοι.

 

Ο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΣΚΟΛ

Αυτός ο ουρανός, ο κάτω από το χώμα,

ο τυφλοπόντικας,  ο καθρέφτης που ερωτεύεται

τα πόδια σου,  φέρνει κρύο – παγωνιά.

Σου στέλνει φιλάκια,  καρτούλες  με  καρδούλες

και άλλες βλακείες.  Γι’ αυτό τον πατάω με μανία,

τον φτύνω. πετάω στα σκουπίδια μου.

 

Φοράω τα χειμωνιάτικα.

[από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989]

 

ΘΕΜΑ: ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ

(από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού  ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ  1989)

Στο αδιέξοδο έχει λάσπες.

Πατάς με προσοχή στις πέτρες

και γυρίζεις πίσω στην οικειότητα   της ασφάλτου..

Τι ηλίθια  Πέμπτη, 

πιωμένος  και  ξεχασμένος   σε λέξεις.

Λέξεις τηγανητές,  λέξεις στη χόβολη,

λέξεις βραστές,  λέξεις ωμές 

και να περπατάς ακίνητος στον αέρα και  να νομίζεις.

Στην κανονική σου ζωή να έχεις λιώσει

χιλιάδες σόλες  και  πόδια στα χαμένα.

Στα χαμένα,  στα αζήτητα,

τα χιλιόμετρα που έκανες σε κλειστούς χώρους,

με σύννεφα πάνω.

Κάτω τα χαλασμένα παπούτσια  και η ζωή ολικής αλέσεως!..

 

ΡΑΛΙ

Σήμερα οδηγώ πολύ νευρικά

και με μεγάλες ταχύτητες την πολυθρόνα μου.

Ήδη έχω σπάσει τρεις φορές   το φράγμα του νέφους!..

Έχουν σακατευτεί,  έχουν σκοτωθεί   πολλοί σωσίες μου!..

Έμεινα μόνος.   Μόνος οδηγώ αυτόν τον κίνδυνο.

Περνώ αστραπιαία  και  με κοιτούν  με απορία.

Ούτε κατάλαβα ποτέ   γιατί τρέχω έτσι ακίνητος,

αφηρημένος,   κοιτώντας αλλού την ησυχία.

Τα σήματα της τροχαίας κάποιος   τα έχει αλλάξει

και δείχνουν συνέχεια μονόδρομο.

Πολλές φορές την πόλη την έχω δει   ανάποδα

ή έχω πέσει σε βαθειά νερά.

Άλλες φορές οι λακκούβες είναι στρωμένες   με μπαμπάκι,

η ορατότητα άριστη.

Όπως αντιλαμβάνεσθε,

όλα  μαθηματικώς  με οδηγούν στην επόμενη στροφή

που περιμένει   ο γκρεμός,

η θάλασσα,   η απογείωση!..

 

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ

Σαν μόνος έστριβα τη γωνία.

Το φως ερχότανε από πίσω

Όχι μεγαλειώδες,  αλλά κουρασμένο χθες.

Φορούσα κίτρινο μακρύ αδιάβροχο,

γιατί από τον μισό ουρανό έβρεχε σκοτάδι,

από το άλλο μισό ο ήλιος έσκιζε την πόλη στη μέση.

Περίπου βυζαντινή εικόνα το τοπίο.

Το γαλάζιο στο βάθος ψεύτικα μας καθησυχάζει,

γιατί ήδη ακούγεται η σκόνη  και  η βοή.

των ιππέων  που εφορμούν με γυμνά ξίφη.

Πιο κει, απαθής ένας άγγελος, με λευκό σεντόνι

καθαρίζει τους δρόμους από τα αίματα.

 

ΔΕΝΔΡΟ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ

Μαγκωμένο μεταξύ πέτρας και κενού,

έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του   με τον κόσμο!..

Τώρα μηλιά είναι;   Ελιά είναι;  Άνθρωπος είναι;  Δεν ξέρω!..

Τρέφεται με ξερό αέρα και λίγη πλάγια βροχή

όταν έχει αυτή την κλίση…

Βλέπει τις ίδιες εικόνες μια ζωή ,

τις ανακατεύει  και τραβάει στην τύχη.

Τα γεγονότα,  ο πολιτισμός,  ξεράνανε  τον φλοιό του,

αλλά μέσα τρέχουν οι χυμοί ποτάμι!..

(Τις νύχτες βγάζει καρπούς από ασβέστη,  που το πρωί σβήνουν)

Πίστευε ότι θα πετούσε…

Στη χειρότερη περίπτωση,  αν έπεφτε στον γκρεμό,

κάτι θα έμενε,   θα ξαναφύτρωνε!..

 [από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989]

 

Η ΠΛΑΤΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΚΡΕΒΑΤΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑΛΙΝΗ…

(… μέσα:  η χλόη,  οι λίμνες,  στο βάθος οι χαμηλοί της λόφοι…)

Οι σκέψεις, όπως κατεβαίνουναπό τον οισοφάγο, φωτίζουν για λίγο το στομάχι σαν βεγγαλικά.  Τα φιλιά έχουν επεκταθεί    σε όλο το κορμί  ανίατη ασθένεια.   Το δέρμα κρύβει τις επιθυμίες της.   Κοιτάζει τον τοίχο να επαναλαμβάνει τη ζωή της   σε σινεμασκόπ.   Με τα χέρια κολυμπάει νωχελικά στο άσπρο.   Την πλησιάζω.   Ανοίγουν τα παράθυρα  και  βγαίνει καπνός,   ό,τι μαζεύτηκε μια ολόκληρη εβδομάδα.  //  Τα φυτά ακολουθούν την ομιλία των ανθρώπων,  έτσι δημιουργούνται:  τα δάση,  τα πουλιά,   τα φωνήεντα  (το φ έχει φτερά)   Σε έρημους τόπους κάθονται   οι λέξεις,  περιμένουν να πρασινίσει το μάτι  και  η αναπνοή των κατοίκων,   Το  φ  θα φέρει το φθινόπωρο  και  οι τίτλοι θα κρύβονται στο πουκάμισό σου.   Φου  και  φου θα φυσάμε ττη φωτιά στο τζάκι  να δυναμώσει  και μέσα από κλειδαρότρυπα  θα κοιτάμε τον εαυτό μας να κλαίει!..  [ΑΚΤΙΝΟΓΡΑΦΙΑ  και  Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΤΙΤΛΩΝ από τη συλλογή   του Γιάννη Κοντού  ΔΩΡΕΑΝ ΣΚΟΤΑΔΙ 1989 – Συγκεντρωτικός τόμος: Γιάννης Κοντός ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1970 – 2010, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013]

Παρασκευή, 6 Ιουνίου 2025

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΝΤΑ Σ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑΜΕ…

  (…χωρίς ποτέ κανείς να μας ακούει…) («Γιατί σωπαίνουν τα κοχύλια; Γιατί δεν τραγουδούνε τα παιδιά; Τα ζώα τ’ αφανίσαμε και τα φυ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ