Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2021

ΕΓΩ Ο ΧΑΜΑΛΗΣ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΘΑ ΣΟΥ ΑΝΟΙΞΩ ΤΙΣ ΦΛΕΒΕΣ ΜΕ ΤΟ ΔΙΨΑΣΜΕΝΟ ΜΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Ι

Δε θα καταλάβεις ποτέ.

Όταν μ’ αγκαλιάζεις ένα σαξόφωνο τα βάφει πράσινα όλα,

κι από τα μάτια σου τρέχουν δυο πεύκα βελόνα-βελόνα

 

Δε θα καταλάβεις ποτέ.

Γι’ αυτό κι εγώ κατάντησα νευρασθενικός υπάλληλος

που στραγγαλίζει τα όνειρά του

–μόλις αρχίσουν να παίρνουν χρώμα –

 

Όπως μας στραγγάλισαν οι Τούρκοι τον Ρήγα Φεραίο.

Όπως γίνεται αθόρυβα τώρα δυο σπίτια παρακάτω.

ΙΙ

-Κρίμα που δεν είσαι μουσικός,

Ενώ ξέρεις καλά ότι είμαι ένας χαμάλης του λιμανιού,

που σε βλέπει να λιάζεσαι σε καλοκαιρινά πεζοδρόμια.

 

Όταν τα μάτια σου αδειάζουν από το φως

μπροστά στα στρατοδικεία και μετά στο εκτελεστικό,

εγώ, με ο στόμα σαν ξερό πηγάδι,

σε τραγουδώ με σιντριβάνια πολύχρωμα.

 

Εγώ ο χαμάλης των λέξεων θα σου ανοίξω τις φλέβες

με το διψασμένο μου τραγούδι να μυρίσει ο λαός τα κρίνα σου.

ΙΙΙ

Με κόκκινα μάτια από το όνειρο γυρεύω ένα σχήμα να σε τοποθετήσω.

(Όχι να μεταφέρουν με το περιπολικό οι χωροφυλάκοι για την καθημερινή ανάκριση)

IV

Τόσο πολύ σε πότισε ο καμπούρης κηπουρός,

που οι ρίζες σου άρχισαν να κελαηδούν.

 [ΔΑΧΤΥΛΙΚΑ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ή ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972 – και με ΚΛΙΚ στη φωτογραφία του Ποιητή ποιήματα και από τις άλλες ενότητες αυτής της συλλογή: Σημειώσεις για ένα άλλο βιβλίο, Μουσική Δωματίου, Η Σπασμένη Βιτρίνα, Απόπειρα Ύπνου και Διακοπή Ρεύματος]

 

 


Ο ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΣΟΥ ΩΜΟΣ (από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972)

Πίσω από τον αριστερό σου ώμο,

είναι ένα φαράγγι γεμάτο πέτρες

και χαμόγελα από μετάξι

σκαλωμένα στ’ αγριοπούρναρα.

-Στον ώμο που ακουμπάει

το κομμένο μου κεφάλι-

Μικραίνεις. Μικραίνεις τόσο

που γίνεσαι ένας λεκές στο πάτωμα.

Αρχίζουν οι μοναχικοί περίπατοι

στο δωμάτιο.

Πιάνω το κεφάλι μου και το πετάω

σ’ ένα οποιοδήποτε δημόσιο χώρο,

σαν χειροβομβίδα.

 

Μετά τίποτα.

 

ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ

Μεταχειρίστηκα το κορμί σου

σαν τεφτέρι, για να κάνω

τους  λογαριασμούς μου.

Σ’ ένα σπίτι

χωρίς πάτωμα, χωρίς ταβάνι.

Γυμνή, μόνο μ’ ένα δαχτυλίδι στον παράμεσο,

μου τραγουδούσες επίμονα το ίδιο τραγούδι:

«σ’ αναζητώ κάθε πρωί στο περιβόλι»

 

(Εκτός αν εννοείς

τους πανσέδες που οργιάζουν

στην καμπύλη του λαιμού σου)

 

ΜΙΚΡΟΣ ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ

Τα δυο μικρά σου στήθη

χαμογελούν τ’ απόγευμα.

Τη νύχτα ανάβω σπίρτα

για να δω πώς κοιμούνται.

 

Τα δυο μικρά σου τρωκτικά

μου τρώνε τα δάχτυλα

μες στο σκοτάδι.

 

Το πρωί, φτερά πουλιών

στα χέρια μου

[από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972]

 

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΔΩΜΑΤΙΟΥ (από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972)

Σ’ ένα κρεβάτι εκστρατείας

περνάω τη ζωή μου.

(Μεγάλη απόλαυση ένα τσιγάρο

να τελειώνει στα δάχτυλα)

Το ταβάνι ανεβοκατεβαίνοντας

μαζί με το στήθος

μετακινεί το χαμένο χρόνο

προς την κλειστή πόρτα

-και πάλι γυρίζει πίσω -

 

Γράφω για να το βρούνε

μελλοντικοί αρχαιολόγοι.

Που θα πει:

 

«Είμαι ήσυχος,

η γυναίκα με τα σκαλιστά ενώτια

πάει να ποτίσει το άλογό μου»

 

ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΩΜΑΤΙΟΥ («Εσύ η μόνη κι ακούω τα χορτάρια του γέλιου σου»  Πωλ Ελυάρ)

Ι

Η νυχτοπεταλούδα τισόκ

ελατήριο ρολογιού στον εγκέφαλό μου.

 

Η νυχτοπεταλούδα τισόκ

παίζει σαν μονόχορδο ινδικό όργανο

τη νευρασθένεια μου.

ΙΙ

Το μαγνητόφωνο παίζει

το «χορό των σκυλιών»


Χορεύουμε.

(Εγώ, ο ίσκιος και η σκύλα μου

κάτω από φεγγάρια).

ΙΙΙ

Πλαγιάζεις με τον έφηβο

των Αντικυθήρων και βάζεις

δυνατά το ραδιόφωνο

-για να μην ακούω τις ερωτικές σας φωνές-

 

Την άλλη μέσα στο μουσείο

το άγαλμα έχει ματωμένους

ώμους και μαλλιά στα δάχτυλα του.

IV

Ο ήλιος από το ένα παράθυρο

Η σελήνη από τ’ άλλο παράθυρο

-Μ’ έκαναν κομμάτια -

 

Μέσα από τη σκόνη μου

σε φώναξα.

V

Το πρόσωπό σου

είναι σκούρο με κίτρινο στο βάθος.

-Σαν πάπυρος -

Εκεί πάνω γράφω

τα μηνύματα για τη Ρώμη

που δεν θα στείλω ποτέ.

 

Εκατόνταρχος που έχει κόψει

την επικοινωνία με την Μητρόπολη

-και αυτή με τη σειρά της τον έχει

ξεγράψει -

VΙ

Πάλι μόνος στο μεγάλο γήπεδο

κλοτσάω τα μάτια μου.

 

(Βολβοί φωτιάς τα μάτια μου

γυρεύουν τις ρίζες μου)

[από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972]

 

Η ΣΠΑΣΜΕΝΗ ΒΙΤΡΙΝΑ (από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972)

Ι

Το πρωί στο λεωφορείο

ξετυλίγεται η σκέψη μου

σαν τόπι από ύφασμα

χρώματος τυρκουάζ

και τυλίγει την πόλη.

 

Κάθε πρωί

η ελεύθερη σκέψη

ντύνει την πόλη στο μετάξι.

ΙΙ

Φοράω ένα ζευγάρι γάντια από το δέρμα σου

και χαζεύω τον Μαγιακόβσκι

που βρίζει τον πύργο του Άιφελ.

 

Τι Παρίσια και πράσινα

άλογα.

Είμαι στον Κορυδαλλό.

(Όλη η έκφρασή μου

μια ρυτίδα τσεκουριά)

ΙΙΙ

Της χάιδεψα το χώρισμα

του στήθους – φούντωσε

βασιλικός και μύρισε ο αέρας -

 

Σιδερένιες τανάλιες οι πρωτεύουσες

μου χαμογελούν χωρίς δόντια.

 

Μη βάφεις τα νύχια σου.

Φοβάμαι,

IV

Νομίζεις ότι θα σ’ αφήσω

να γλεντάς με τους Αμερικάνους ναύτες

πίνοντας κόκα κόλα και ναρκωτικά;

 

Θα τους ξεκάνουμε μαζί

με τον Ιουλιανό τον Παραβάτη

και θα σε βάλουμε ξανά παρθένα εστιάδα

να ξαγρυπνάς πλάι

από την τρομερή φωτιά στο ναό.

V

Σαν λύκος θα ουρλιάξω έξω

από την πόρτα σου.

Και η σελήνη –α, η σελήνη των ποιητών –

θα μου ανοίξει το κεφάλι στη μέση,

για να διαβάσει το χάρτη των ιδεών μου

VΙ

Ο φίλος μου δάκρυσε

μόνο από το ένα του μάτι.

-Τ’ άλλο ήτανε γυάλινο -

Μ’ αυτό όμως σημάδεψε

τη βιτρίνα σας

και την έκανε κομμάτια.

 

Τότε άνοιξε το τρίτο του μάτι

και είδε τον κόσμο

μιγαδικό αριθμό.

 

ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΥΠΝΟΥ (από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ)

-Τα δόντια σου είναι καλοβαλμένα

και σφιχτά. Τους πηγαίνει τσιγάρο ή μαχαίρι –

 

Ο Κώστας περπατάει πάνω κάτω

μες στη φυλακή.

Τα χέρια του μιλάνε με την πέτρα.

Τα μάτια του μας φτάνουν σαν πυρκαγιές.

 

Ξαγρυπνάμε.

 

28/10/71

Ημέρα Πέμπτη.

Λίγο μικρότερη λίγο μεγαλύτερη –είναι μια καθημερινή –

Ώρα 6 και 15 απόγευμα (σημαντικό για μένα).

Αυτή την ώρα αλλάζεις πλευρό

κι ένα σμάρι πανσέδες

χώνεται στα ρουθούνια μου και βγαίνει στη θάλασσα.

28 του μηνός Οκτωβρίου. Εθνική εορτή – ας είναι – σ’ αγαπώ

……………………………………..

Το κεφάλι μου ιπτάμενος δίσκος

πάνω απ’ την Οτάβα

τρελαίνει τους δημοσιογράφους.

Το κορμί σχεδία στο Βόλγα μπουμπούκιασε.

…………………………………..

«Τέσσερα πορτοκάλια τα δυο σαπίσανε

ήθελα να σε πάρω μα δε μ’ αφήσανε».

…………………………………

Η Λαϊκή Κίνα μπήκε στον ΟΗΕ.

Η Αφρική μπήκε στον κόσμο. Έκρηξη.

………………………………….

Ζητείται υπάλληλος. Ζητείται Υπάλληλος.

Ζητείται υπάλληλος δολοφόνος προέδρων, αντιπροέδρων

και απλών ανθρώπων εκκλησιαζομένων εκάστην Κυριακήν.

Φτάνει πια, Φτάνει.

 

Φτιάξε μου εκείνον τον καφέ να φύγω.

 

 

ΤΟ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟ ΔΕΡΑΣ

Χόρευες ένα ζεϊμπέκικο

-δικιάς σου επινόησης -

καθώς η νύχτα σε απάλλαξε

από το δέρμα σου.

 

Ένα δένδρο πετάχτηκε δίπλα σου

με φύλλα από ατσάλι.

 

(Τότε ανάψανε όλα τα φώτα

και πάγωσες)

 

ΘΑΛΑΜΟΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Έκανα τραχειοτομή στα ποιήματά μου.

Πήρα μέρος σ’ αγώνες ποδηλάτων.

Φορμάρισα τον ύπνο μου, μα δε σε βρήκα.

 

Μόνο η φωτογραφία σου να πέφτει

κάθετα στο χρόνο και να τον κάνει σμπαράλια.

 

Ο ραβδοσκόπος σπιθαμή τη σπιθαμή

μ’ έψαξε και δεν βρήκε στάλα νερό.

 

Κι εγώ επιμένω ακόμη να βγάλω χορτάρια.

 

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ και ο ΤΕΤΑΝΟΣ

Ευτυχώς πέρασε κι αυτή

η μέρα και ζούμε.

Το ζούμε σηκώνει πολλή κουβέντα,

αλλά με το θέμα έχουν ασχοληθεί

πολλοί και θεωρείται λήξαν.

(Το ν στο τέλος μ’ ενοχλεί.

Αν κάνουμε μερικές αλλαγές

στα γράμματα και τον τονισμό

έχουμε τη λέξη λύσσα που τόσο

ταιριάζει στην περίπτωση)

 

Το θέμα όμως είναι άλλο

Λοιπόν, ευτυχώς – επιμένω –

δεν έπαθα τέτανο με τόσες

σκουριασμένες λέξεις που παιδεύομαι.

Και μου ’πε ο ψυχίατρος χθες το βράδυ:

-Βρε Γιάννη, φόρα και καμιά φορά γάντια.

 

Μα γίνονται αυτές οι δουλειές

με γάντια;

 

 

Ο ΔΥΤΗΣ

-Άλλη φορά δεν θα κατέβω στο υπόγειο σου

να βγάλω σφουγγάρια –

 

Εκεί κάτω είναι σκοτεινά.

Εξάλλου ξεχνάς να με τραβήξεις επάνω

και ψηλαφίζω να βρω καμιά χαραμάδα

να βγάλω τη φωνή μου στο φως.

Άσε που οι φλέβες μεγαλώνουν στο σκοτάδι,

βγαίνουν από το κορμί και γυρεύουν

ν’ αρπαχτούν από το χώμα και να ριζώσουν.

 

Τέλος, όταν βγω, πέφτω σ’ άλλα σκοτάδια

και μου ζητάνε ταυτότητα οι πολισμάνοι

και με τραβάνε στο τμήμα.

 

Άειντε τώρα να τους εξηγήσεις για σφουγγάρια και τέτοια.

 

ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ

Όπως γυρίζει η νύχτα μέσα μου

φέρνει πνιγμένους στην επιφάνεια.

-Το στήθος κλείνει για να κρατήσει

ό,τι προλάβει –

 

Έρχεται η μέρα.

Αλλά τι μέρα – τυλιγμένη σαν μπαμπάκι

γύρω στα δένδρα, σε μια γη

κρεμασμένη από κλωστή που είναι

έτοιμη να σπάσει.

 

Ο ΜΙΤΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗΣ

Χιλιάδες πεινασμένοι μινώταυροι

περνάνε μπροστά μας με φωτιές

γυρεύοντας ένα λαβύρινθο να ξαποστάσουν.

 

(Όσο για την Αριάδνη κοιμάται

πλάι στο τηλέφωνο και περιμένει)

 

ΜΑΓΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ (από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972)

Άνοιξες την πόρτα και μετά

άλλη κι άλλη και βρέθηκες

στη μέση του μεγάλου τσίρκου

στο κλουβί με τα λιοντάρια.

 

Είπες: Θε μου, τι γυρεύω εδώ;

Εγώ πήγαινα στην τουαλέτα

 

ΔΙΑΚΟΠΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ (τελευταία ενότητα στη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΤΟ ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ 1972)

«Μια μέρα είδε το μούτρο του εντοιχισμένο ανάμεσα στις πέτρες του σπιτιού. Έχω πεθάνει, θα πεθάνω, συλλογίστηκε…» (Τάκης Σινόπουλος)

ΤΟ ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΟ ΗΤΑ: Σπάσαν τα ελατήρια μου και σέρνομαι πάνω στον τεντωμένο χρόνο     Ή,  αν προτιμάτε:    Φωτεινή επιγραφή είμαι που της κόψανε το ρεύμα  ενώ σε διαφήμιζε σαν το καλύτερο προϊόν  κατά της κακοσμίας των ονείρων.     Σπάσαν τα ελατήρια μου  όχι στην ανάκριση,    αλλά από καθημερινά  ρήματα ξεκοιλιασμένα που εξατμίζονται μια σπιθαμή απ’ τα δόντια

ΟΥΔΕΤΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ: Το ρολόι του χεριού μου χτυπάει  μεσάνυχτα – ενώ είναι μεσημέρι.   Ναι, μεσημέρι σαν χαλασμένο γιαούρτι.   Ο Λευτέρης χωρίς δάχτυλα τυλιγμένος σ’ ένα ουδέτερο χρόνο.   Το πρόσωπό μου έπεσε με κρότο στο δρόμο.

ΔΙΑΚΟΠΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ: -Το μεγάλο ποίημα είναι σαν το σκοινί του κρεμασμένου.   Το μικρό ποίημα είναι σαν ένα κομμάτι χειροβομβίδας που σου παίρνει χέρι ή πόδι.   Είτε έτσι είτε αλλιώς δεν γλιτώνεις.   (Σλάβικα τραγούδια οι ώμοι μου όταν σε σκεπάζουν)   - Υπάρχουν βέβαια και τα πεθαμένα   ποιήματα που διψάνε σαν σκυλιά το μεσημέρι.  - Γύρνα το διακόπτη να σε δω.   Τίποτα. Σκοτάδι.     Έχουμε λοιπόν διακοπή ρεύματος;       (Δάσος κομμένο οι λέξεις μου)

ΧΩΡΙΣ ΘΑΥΜΑΤΑ: Πάλι η θάλασσα χωρίς θαύματα μπαίνει από τις χαραμάδες του ύπνου μου.   Απλά, όπως ο ποιητής κρεμασμένος από ’να Παντοκράτορα τρώει σκέτα μακαρόνια, και στα ξύλινα μαλλιά του ενεδρεύει ένα σαράκι με τελικό στόχο τον εγκέφαλό του.   Καθόλου περίεργο, αλλά φυσιολογικό όπως τα ωραία μας νησιά με τους τουρίστες, τον ήλιο, τους τουρίστες, τους φυλακισμένους, τη θάλασσα  και τη σιδερένια σας γλώσσα.

ΚΑΤΗΦΟΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ: Η ρυτίδα στον καρπό το χεριού μου βαθαίνει επικίνδυνα – κόβει όπως ξυράφι.  Σε λίγο θα φτάσει στις φλέβες μαζί μ’ ένα ρεμπέτικο και θα τις κόψει. Τότε μπορεί να πει ότι αυτοκτόνησα.   Εκείνη τη στιγμή θα σας διηγηθώ την ιστορία του ποδηλάτη που μπήκε στο χρόνο σε κατηφορική εποχή κι έγινε κάρβουνο.   Ε, τότε πια θα πάτε στο διάβολο και θα μείνω μόνος

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΣΤΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ: Κάτι σφιγμένα απογεύματα  ξυπνάνε οι παλιοί λαϊκοί οργανοπαίχτες. Λάμπουνε τα μπουζούκια κυματίζουνε τα βουνά και οι φωνές τους ανοίγουνε δρόμο για να περνάει – ποια άλλη- η ελευθερία

Τετάρτη, 6 Ιανουαρίου 2021

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

  (… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…) «Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)   ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ