Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

ΤΑ ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΤΟΥΣ ΧΑΣΜΑΤΑ, ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ…

Δυο στήλες χαρακώστε
για τις ζημιές της μέρας τούτης και τα κέρδη της.

Τα σοβαρά νοήματα, τις φωτεινές σας σκέψεις, τα διαβάσματα,
τ’ από τη μια γραμμή στην άλλη άτεγκτα περάσματα,
στη στήλη των κερδών να σημειώσετε.

Τα ονειροπολήματα με τα μικρά τους χάσματα,
της φαντασίας σας τα εύκολα πηδήματα,
για όλα αυτά της πλήξης τα τεχνάσματα,
δεν ξέρω, μη βιασθείτε,
ίσως των αυριανών κερδών τη στήλη χρειασθείτε.

Μα την ημέρα ολόκληρη που έφυγε μη γελαστείτε και ξεχάστε
στη στήλη των τρανών απωλειών να την περάσετε
 [ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956 – συγκεντρωτική έκδοση ΠΟΙΗΜΑΤΑ εκδόσεις Ίκαρος1998)


 Από την ίδια συλλογή ανθολογούνται εδώ τα ποιήματα (ΤΙΤΛΟΣ και πρώτοι στίχοι):
1.     ΜΟΝΟΚΟΝΔΥΛΙΕΣ, Εύκολα περιγράφομαι και λύνομαι…
2.     ΚΑΠΟΙΕΣ ΝΥΧΤΕΣ, Τώρα που πίσω από πέλαγα έχουν χαθεί τα παλαιά μου οράματα
3.     ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ, Φορέσαμε μια ξαστεριά στα μάτια…
4.     ΕΡΕΒΟΣ, Σκύβοντας πάνω απ’ της ψυχής μου τη συσκότιση…
5.     ΚΕΝΟ, Με τη σφενδόνα διαίσθηση…
6.     ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ, Στον ουρανό ακροβατεί μεγάλη σκοτεινιά
7.     ΑΠΟΓΕΥΜΑ, Ένα κομμάτι άνεμος που έπεσε στο δρόμο
8.     ΦΘΟΡΑ, Σε δέκα στίχους απορρόφησα τα χρόνια εκείνα
9.     ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ, Φεύγω, για πού δεν θα σου πω…
10.                         ΧΘΕΣ, Ξανάρθε. Τυλιγμένος μιαν απόχρωση ακαθόριστου
11.                        ΓΡΑΜΜΑ, Ο ταχυδρόμος, σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου  και
12.                        ΜΕΣΗΜΕΡΙ, Σ’ ένα υπόγειο καφενείο…


ΜΟΝΟΚΟΝΔΥΛΙΕΣ (από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Εύκολα περιγράφομαι και λύνομαι
με μονοκονδυλιές.
Δεν είναι βαρετό αυτό
τις χειμωνιάτικες βραδιές.

Τραβήξτε πρώτα μια στερεά,
μπηγμένη κατακόρυφα.
Αυτή θα ’ναι η πίστη μου.
Μιαν άλλη αμέσως από απέναντι
βυθίστε την στο κέντρο της σχεδόν,
κατάλληλα έτσι
να μοιάζει η πρώτη κλονισμένη.
Βάλτε μεγάλες πλάι σε μικρές,
αχνές σε τονισμένες δίπλα,
να δείχνουνε τις τάσεις μου.
Φροντίστε αυτές να μην τελειώνουνε ποτέ
γιατί θα συντομέψετε άσχημα τη λύπη μου.
Πετάξτε σκόρπιες μερικές,
αλλά σ’ απίθανη κατεύθυνση,
τις αντιφάσεις μου.
Δυο μεγάλες κεντρικές προσθέστε
με του μοιραίου το χάσμα ανάμεσά τους.

Τώρα με το μολύβι
(ή με τη φαντασία σας)
φροντίστε πάνω από αυτά
μια καταχνιά να κάθεται,
γιατί με σκέτη μονοκονδυλιά
η θλίψη δεν περιγράφεται.

ΚΑΠΟΙΕΣ ΝΥΧΤΕΣ
Τώρα που πίσω από πέλαγα
έχουν χαθεί τα παλαιά μου οράματα
και δεν με φθάνει η μορφή τους
κι η ανάμνησή τους μ’ άφησε…

Δεν το ’θελα ποτέ
σε τέτοιες σκέψεις να γυρίσω.
Μα είναι νύχτες,
κάποιες ατέλειωτες,
που από τα πέλαγα
όλως ακούραστα
τα παλαιά μου οράματα
τα φέρνω πίσω.
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ (από τη συλλογή  της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Φορέσαμε μια ξαστεριά στα μάτια,
τη νύχτα
με τις φωτοβολίδες της ελπίδας κεντήσαμε,
και με συνέπεια εφοδιαστήκαμε.

Σκοτώσαμε την επιφύλαξη
με την αιχμή του απόλυτου,
και τη σιωπή μας
μ’ ένα καΐκι προσωρινότητας φυγαδέψαμε.

Στρώσαμε το τραπέζι του αναπάντεχου
με δυο ποτήρια να κεράσουμε το ενδεχόμενο,
κι ανάβοντας το κερί της ευαισθησίας
πλάι στην καρδιά μας,
διαβάζουμε το λυρικό σαν όλα τηλεγράφημα
γεμάτο ανακωχή, ίσως και ειρήνη,
που μια στιγμή συνεπαρμένη
και κατάφωτη το φέρνει
συντεταγμένο από τη μοίρα μας
που με κηδεμονία αγέρωχη μας δένει.

ΕΡΕΒΟΣ
Σκύβοντας πάνω
απ’ της ψυχής μου τη συσκότιση
στίχους ισχνούς θα επιδείξω
αποκλεισμένους από απρόσμενη κακοκαιρία
που πλήγωσε θανάσιμα
κάποιο δειλό μου λυκαυγές.

Πολλά θα λεν οι στίχοι αυτοί,
θα δείτε, θα διαβάσετε.
Ο τελευταίος μόνο στίχος
τίποτε δεν θα λέει.
Κοιτώντας θλιβερά τους προηγούμενος θα κλαίει.
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]


ΚΕΝΟ (από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Με τη σφεντόνα διαίσθηση
ρίχνουμε θάνατο στη σωτηρία μας
εκ των ενδεχομένων.
Το κρίμα το σηκώνει ατάραχη η πείρα.
Τα περασμένα ψιχαλίζουν μέσα μας
τη μοχθηρία του φευγαλέου.

Καταιγίδα τώρα πέφτει πάνω μας
το απραγματοποίητο.
Λουζόμαστε με μελαγχολία
καθώς ξυπνάμε
στην ανελέητη κάψα της ανάγκης.

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ
Στον ουρανό ακροβατεί μεγάλη σκοτεινιά.
Κι έτσι καθώς με πήρε το παράθυρο αγκαλιά,
με το ένα χέρι
στο δωμάτιο μέσα σέρνω
του δρόμου την απίστευτη ερημιά,
με το άλλο παίρνω
μια χούφτα συννεφιά
και στην ψυχή μου σπέρνω
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]


ΑΠΟΓΕΥΜΑ (από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Ένα κομμάτι άνεμος που έπεσε στο δρόμο
κάθισε κι έπαιξε
στα σύρματα του ηλεκτρικού
μια μελωδία σιγανή
αφιερωμένη στη διάθεσή μου.
Αυτή για μια στιγμή μονάχα
ανασηκώθηκε και κοίταξε
ύστερα αμετάπειστη και αδιάφορη
ξανακαθίστηκε εντός μου

ΦΘΟΡΑ
Σε δέκα στίχους απορρόφησα τα χρόνια εκείνα
που στο χαμό τους προσκρούει
το συντριμμένο της ζωής μου υπόλοιπο

Ο πρώτος στίχος,
ντυμένος τη λιβρέα του ιδανικού,
δεξιώνεται την έξαρση
στηριγμένη στο μπράτσο της νεότητάς μου.
Στίχος εύρωστος και ωραίος. Τα
Τι κρίμα να μην είναι ο τελευταίος.

Ο δεύτερος, δεν ξέρω πώς,
μου έμεινε μισός·
κι αυτός λοξά γραμμένος
σάμπως μετανιωμένος.

Ο τρίτος πήγε μονάχος του και γράφτηκε
εκεί στη στέπα της φυγής σου.

Στης νοσταλγίας σου τη χλόη
τον επόμενο ενταφίασα.

Στων τρυφερών επιστολών σου τη ψευδαίσθηση
ο άλλος εστεγάστηκε.

Ο έκτος και ο έβδομος,
σκαρφαλωμένοι στο στύλο της αδημονίας,
αγνάντευαν.

Δύο μαζί σχεδόν πνιγμένους τους ανέσυρα
απ’ την παλίρροια της προσφοράς σου.

Κι ο τελευταίος,
τόσο μα τόσο απόκρημνος είναι,
που απ’ την κορφή του,
αγκαλιασμένη με τον ίλιγγο του ματαίου,
γκρεμίζεται η συνέχεια.
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]


ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ (από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Φεύγω
Για πού δεν θα σου πω
Έτσι θα καμωθώ
πως κάποιο μυστικό έχω από σένα.

Θα κρυφοκοιτάξω τους βυθούς
θα συμφιλιωθώ με τη θάλασσα
εμπιστεύοντάς της την αντάρα μου,
θ’ ανακατέψω τ’ άστρα με το ύψος μου,
θα παραμερίσω με τις προσευχές μου
το ενιαίο του ουρανού,
μήπως και μέσα σ’ όλα αυτά
είναι κρυμμένη η αποστολή σου:
αν ήρθες για να ξανοίξεις τα χρώματα
και τους χειμώνες να καθαιρέσεις,
ή για να στρίψεις αρνητικά
τους διακόπτες του λογισμού μου
σκορπίζοντας η φυγή σου.

Σαν θα τη βρω και είν’ ηλιόλουστη,
θα τρέξω ολοπόρφυρη κι απέραντη
να την ξαναδιαβάσω στα μάτια σου.
Αν πάλι μέσα στην κακοκαιρία κρύβεται
θα προσποιηθώ πως δεν τη διάβασα.
Κι αν μάταια πάλι έψαξα,
θα πιέσω με την καρτερία το στήθος σου
ώσπου μονάχος σου να την προδώσεις.

ΧΘΕΣ
Ξανάρθε
Τυλιγμένος μιαν απόχρωση ακαθόριστου.
Τα μάτια του βυθός χωρίς επιφάνεια,
τα χείλη του τομή μυστηρίου,
ψιλόβροχο η φωνή του.
Τα λόγια του τράπουλα
που πέφτει έτσι, πέφτει αλλιώς.
Θαμπός.
Το σώμα του θυμίαμα,
και τα μαλλιά του λουσμένα με νιότη.
Το γέλιο του χάλασμα ψυχής.
Μέσα του έκρυβε έναν άνεμο
που ’σκιζε τα χάρτινα όνειρά μου.
Μέσα μου έκλαιγε ένα αύριο.

Πάει τόσος καιρός
που είχα μεταβάλει το χαμό του
σε ποτήρι επιχρυσωμένο με φθινόπωρο,
που σκέπασα τη φωτογραφία του μ’ ένα σούρουπο,
κι έβαλα σύρτη στα τραγούδια μου.
Τόσος καιρός που ξεχαστήκαμε.

Ξανάρθε.
Μια μέρα θα ’ταν
που ξεχώσαμε τις περγαμηνές της μνήμης  μας
και υπογράψαμε μια θεία συνέχεια,
που αγαπηθήκαμε.

Χθες χωριστήκαμε.
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]

ΓΡΑΜΜΑ  (από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956)
Ο ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου,
μου ’φερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Τ’ όνομά μου γραμμένο απ’ έξω με λήθη.
Η διεύθυνση μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μιαν απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου,
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τ’ άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στ’ αυτιά μου θα κρεμάσω – συλλογίσου -
τη σιωπή σου.

ΜΕΣΗΜΕΡΙ
Σ’ ένα υπόγειο καφενείο,
που αφάνεια συμπαθητική προσέφερε,
ώρες μεσημεριάτικες
συντονιστήκαμε.
Σε λίγο
το έντονο του έρωτα φορέσαμε,
που όπως φαίνεται
μας πήγαινε πολύ.
Γιατί μια ζωγραφιά του Αβέρωφ
και μια φωτογραφία του ιδιοκτήτη
(που διέκοπταν ηρωικά
του τοίχου την ανία)
μας έτερπαν περίσσια.
[από τη συλλογή της Κικής Δημουλά ΕΡΕΒΟΣ 1956]

[επιλογές λέξεων από την ΕΦΗΒΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙ στο ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ της Κικής Δημουλά. Λοιπόν, κάποια φορά ΜΕΤΑΦΕΡΘΗΚΑΜΕ ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΩΣ, στου σεντονιού τις όχθες, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ. ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ο φιλοπαίγμων μύθος μας ακολουθεί, εκτός αν κλαίει το φεγγάρι οπότε βγαίνω στο μπαλκόνι το «Διότι» να ρωτήσω τι συμβαίνει. Μη φοβάσαι, είσαι ΕΠΙ ΤΑ ΙΧΝΗ ΗΧΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΕΩΝ. Γι’ αυτό πάρε μαζί σου για σιγουριά την απαίτηση να μην σ’ αγγίξω διόλου και σου υπόσχομαι εγκαίρως να ξυπνήσω ώστε να μην σε πάρει είδηση ο ύπνος σου ότι λείπεις. ΧΑΙΡΕ ΠΟΤΕ]


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

  (… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…) «Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)   ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ