(… ήπιε τέσσερα διπλά και ξεροσφύρι…)
Στο δεύτερο μια
γλυκιά μελαγχολία Κατέλαβε τις πατούσες
του
Στο τρίτο η
μελαγχολία πολιόρκησε Τα γόνατά του
Στο τέταρτο η
καρδιά του εκπορθήθηκε!..
Σηκώθηκε και
βγήκε από το μπαρ
Έξω χιόνιζε
ερημιά
Αν κλάψω
σκέφτηκε τα δάκρυα μου Θα λιώσουν όλο
αυτό το χιόνι
Οι λάσπες όμως
θα ’ναι ανυπόφορες
Κρατήθηκε
Στο δωμάτιο του
οι τοίχοι κάτασπροι γυμνοί
Δεν τόλμησε να
βγάλει το παλτό του
Έτσι όπως ήτανε
ντυμένος Πήρε ένα κόκκινο μολύβι κι
άρχισε
Να ζωγραφίζει
πάνω τους Έναν ήλιο ένα πεύκο
Μια θάλασσα και
μια γυναίκα
Που δεν έμοιαζε
και πολύ με γυναίκα
Αλλά ήταν
Καλύτερη από τίποτα!..
[κι άλλα
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ποιήματα, τρίτη ενότητα στη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ
1983.
Ακολουθούν
επιλογές και από την τέταρτη ενότητα:
ΕΙΚΟΣΙ ΤΕΣΣΕΡΑ
ΚΑΡΦΙΑ ΓΙΑ ΜΑΛΑΚΑ ΚΡΕΒΑΤΙΑ
όλα με αντιγραφή
και επικόλληση από τη συγκεντρωτική
έκδοση:
ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ Η
ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη]
ΟΝΕΙΡΟ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
(από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη
ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1983)
Είδε
πως τον είχε χωνέψει μες στη μήτρα της
Ζεστά
και σκοτεινά εκεί μέσα και του άρεσε
Κουλουριασμένος
το κεφάλι ανάμεσα στα σκέλια
Ένα
ηλικιωμένο έμβρυο και δεν ήθελε
Να
το κουνήσει από κει αλλά ένιωθε
Πως
κάτι τον αρνιότανε τον έδιωχνε
Τον
έσπρωχνε τον κύλαγε σαν μπάλα προς το φως
Που
τον περίμενε έξω εκδικητικό γαυγίζοντας
¨Νόμιζες
πως θα μου ξεφύγεις, ε;
Εγώ
θα γίνω ο τάφος σου!»
Άνοιξε
τα μάτια κι είδε ότι πράγματι
Ήταν
θαμμένος μες στο φως πολύ φως
Στοιβαγμένο
εκεί πάνω στο γυμνό κορμί του
Άνοιξε
τα μάτια κι είδε τον ομφάλιο του λώρο
Κομμένο
αλλά λυτό να στάζει παράπονο
Η ΧΑΛΑΣΜΕΝΗ ΒΡΥΣΗ
Μια Κυριακή διόλου συννεφιασμένη
Κι όμως το ίδιο θλιβερή
Η δύση κατακόκκινη βαμμένη
Σαν ξεπεσμένη γκόμενα
Που το φτηνό κραγιόν της
Απλώνει απ’ των χειλιών της τις
γραμμές
Προς το πηγούνι και τη μύτη
Αλλά και προς τα μέσα
Και της πασαλείβει τα κιτρινισμένα
δόντια
Μια Κυριακή πληγή
Άσκημα κακοφορμισμένη
Έξω από το παράθυρο στημένη
Και μέσα - Μέσα στο σπίτι Ή μέσα στην ψυχή μου; -
Το ακούραστο μονότονο κλιπ – κλοπ
Μιας βρύσης χαλασμένης που όλο στάζει
Κλιπ – κλοπ κλιπ – κλοπ
Γιατί να μην μπορώ τη δύναμη να βρω
Να βγάλω απ’ τη ζωή μου αυτές τις Κυριακές
Και να καλέσω επιτέλους τον υδραυλικό
ΕΝΑΣ ΜΑΓΚΟΥΦΗΣ
Στους νυχτερινούς δρόμους τα βήματά
του Μόνα ολομόναχα
Ούτε καν ένας μπάτσος να τον ακολουθεί
Ούτε καν ο ίδιος τους ο ήχος να τα
συνοδεύει
-Λαστιχένιες οι σόλες του και βαδίζει
Σαν κλέφτης μέσα στη ζωή του –
Στο σπίτι αθόρυβα κι εκεί κινείται
Σαν να φοβάται μην ανησυχήσει τα
έπιπλα
Που τον φιλοξενούν και τόνε διώξουν
Ή μήπως και ξυπνήσει τα βιβλία
Κι αρχίσουν φλυαρίες που τις έχει
βαρεθεί
Στο κρεβάτι τα σεντόνια κρύα και
βρόμικα
Σαν κατουρημένο χιόνι
Ανατριχιάζει από αηδία και παγωνιά
Και γίνεται κουβάρι χώνοντας τα χέρια
Ψηλά ανάμεσα στα σκέλια του
Σε μια προσπάθεια να τα προφυλάξει
Απ’ την αχρηστία τους
ΕΝΑΣ ΛΥΚΟΣ ΑΙΣΘΗΜΑΤΙΑΣ
Διψάω γι’ αγάπη πεινάω γι’ αγάπη πονάω
γι’ αγάπη
Ουρλιάζω γι’ αγάπη πεθαίνω γι’ αγάπη
αλλά
Είμαι ο λύκος ο κακός ο λύκος και δεν γίνεται
Δεν είναι δυνατό τέτοια αισθήματα να
έχω
Γιατί αν το μάθουνε τα πρόβατα
Θα πέσουνε να με σπαράξουν!..
ΑΤΙΤΛΟ
Όλα είναι μέσα σ’ αυτή τη γυάλα
Ο ήλιος και η θάλασσα
Τα ψάρια και οι άνθρωποι
Τα σπίτια τα βουνά και τα ποτάμια
Οι αγάπες τα μίση
Μερικά βογκητά έρωτα
Πολλά πόνου
Όλα εδώ μέσα σ’ αυτή τη γυάλα
Που όταν μένει ακίνητη
Δεν είναι
Παρά μια γυάλα μ’ ένα κόσμο μέσα της
Αλλ’ όταν κάποιο χέρι την κουνήσει
-Και την κουνάει συχνά –
Ένα πικρό πυκνό χιόνι
Σηκώνεται και σκεπάζει τα πάντα
ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Ήταν ωραίο αυτό το καλοκαίρι
Ωραίο αλλά κι επικίνδυνο
Ένας παππούς που έκανε αμμόλουτρα
Ξεχάστηκε θαμμένος μες στην άμμο
Όταν τον θυμήθηκαν ύστερ’ από μέρες
Σηκώσαν το καπέλο του
Δεν ήταν από κάτω
Μια πάλλευξη τουρίστρια απ’ το βορρά
Τα ’φτιαξε με τον ήλιο
Κοιμήθηκε μαζί του μέρες μήνες
Σκούρυνε αφομοιώθηκε απ’ το τοπίο
Οι δικοί της τώρα την αναζητούν
Μέσω του ερυθρού σταυρού
Ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός
Αν τους βαστάει τώρα
Ας με ξαναδείρουν, είπε
Πήρανε ο μπαμπάς και η μαμά
Μαχαίρι και πιρούνι
Και χωρίς να τρυπηθούν
Του φάγαν την καρδιά
Ένα σκυλί κυνηγημένο
Δάγκωσε την ουρά του και την έφαγε
Ύστερα έφαγε όλο το κορμί του
Έμεινε μόνο το κεφάλι του στα βότσαλα
Ν’ ασπρίζει από τα κύματα γλειμμένο
Βαθιά ένα καράβι έμενε ακίνητο
Ακίνητο ένα καλοκαίρι
Φυσούσαν άνεμοι φουσκώναν τα πανιά
Δεν έλεγε να φύγει. Τι περίμενε;
Κανείς δεν ξέρει.
ΤΥΨΗ
Ήτανε δύση αυτή ή ήτανε σφαγή;
Κόκκινος αίμα ο ουρανός
Κόκκινη αίμα η θάλασσα
Τρόμαξαν τα πουλιά
Λαχτάρισαν τα ψάρια
Βγήκε αηδιασμένος ο κολυμβητής
απ’ το πηχτό νερό
Το βράδυ που ’πεσε σε λίγο
Δεν έφερε γαλήνη στην καρδιά του
-Λες να κολύμπησε σε αίμα αθώων; -
Όλη τη νύχτα μες στον ύπνο του
περνούσαν
Ορδές βαρβάρων φονικές
Κι ήταν αυτός ο αρχηγός τους
ΘΑΝΑΤΟΣ
Η γάτα καθισμένη στο παράθυρο
Ή ξαπλωτή στο μαξιλάρι
Ή με τη ράχη τανυσμένο τόξο
Σημαίνει κάτι όπως σημαίνει
Επίσης κάτι το παράθυρο
Το μαξιλάρι και το τόξο
Όπως σημαίνει κάτι το χρυσόψαρο
Κλεισμένο μες τη γυάλα
Κι η γυάλα που το κλείνει
Και το νερό κι αυτός που έβαλε
Νερό και ψάρι μες στη γυάλα
Και τη γυάλα πάνω στο κομό
Και το κομό μέσα στο σπίτι
Όλα σημαίνουν κάτι παραπάνω
Ή παραπέρα απ’ τ’ όνομά τους
Τη στάση τους ή τη διάταξή τους
Μες στο χώρο και το χρόνο
Τα πάντα είναι σύμβολα μιας άλλης
Πραγματικότητας που υπάρχει
Όσο υπάρχουν σύμβολα να την εκφράζουν
Κλείνω τα μάτια
Στο σκοτάδι τίποτα δεν σημαίνει τίποτα
[από τα
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ, τρίτη ενότητα στη συλλογή
του Αργύρη Χιόνη ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1983 με αντιγραφή και επικόλληση από τη
συγκεντρωτική έκδοση Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη]
ΛΕΞΕΙΣ…
ΛΕΞΕΙΣ ΤΡΥΠΑΝΙΑ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ
(…λέξεις
ξυράφια στις φλέβες… λέξεις χαλίκια στα δόντια… λέξεις στα ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ Αργύρη
Χιόνη… )
Λέξεις δόντια στο
σβέρκο
Λέξεις βελόνες στα
νύχια
Λέξεις αβγά βραστά
στις μασχάλες
Λέξεις κάρβουνα
αναμμένα στις πατούσες
Λέξεις καρφιά στις
παλάμες
Λέξεις αγκάθια στο
μέτωπο
Λέξεις
Λέξεις έλκη στο
στομάχι
Λέξεις θρόμβοι στις
αρτηρίες
Λέξεις βηματοδότες
στην καρδιά
Λέξεις πίσσα στα
πλεμόνια
Λέξεις μικρόβια στο
σάλιο,
Λέξεις πέτρα στην χολή
Λέξεις χολή στο αίμα,
Λέξεις αίμα στα ούρα
Λέξεις
Λέξεις ευχές, Λέξεις κατάρες Λέξεις ξόρκια
Λέξεις αλεξίλυπα Λέξεις αλεξίπονα Λέξεις αλεξίμορα
Λέξεις αλεξίλεξα
Λέξεις
Λέξεις έρρινες του θανάτου
Λέξεις συριστές του Σατανά
Λέξεις υγρές του έρωτα
Λέξεις
Λέξεις έγχορδες Λέξεις κρουστές Λέξεις πνευστες
Λέξεις χάλκινες
Λέξεις άηχες των αγγέλων
Λέξεις ανύπαρκτες του θεού
Λέξεις της αφής του φίλου
Λέξεις της αιχμής του
εχθρού
Λέξεις αγκαλιά
Λέξεις αγχόνη
Λέξεις
Λέξεις μονοσύλλαβες Λέξεις δισύλλαβες Λέξεις πολυσύλλαβες
Λέξεις πολυσύλλαβες των
ανθρώπων
Λέξεις ασύλλαβες του
ποιητή!
[ΛΕΞΕΙΣ, ακροτελεύτιο ποίημα στα ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ, τρίτη ενότητα στη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ
1983 εδώ με αντιγραφή και επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ
ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη]
ΕΙΚΟΣΙ ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΑΡΦΙΑ ΓΙΑ ΜΑΛΑΚΑ
ΚΡΕΒΑΤΙΑ
(τέταρτη ενότητα στη συλλογή του
Αργύρη Χιόνη ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1983)
Ι
Ο καθένας χωριστά ένας κόκκος άμμου
Όλοι μαζί κινούμενη άμμος
όπου βουλιάζει πνίγεται η ελπίδα
Ποιος να τη βοηθήσει ποιος να την
τραβήξει
Μόνη της πιάνεται από τα μαλλιά της
Πασχίζοντας να δικαιολογήσει τ’ όνομά της
ΙΙ
Ο καθένας χωριστά μια βίδα ένα γρανάζι
Όλοι μαζί ένα άσκοπο ρολόι
Για να βλέπει την ώρα ο καθένας
ΙΙΙ
Οι άνθρωποι το
πιο συχνά
Δεν ξέρουν τι
να κάνουν τα χέρια τους
Τα δίνουν –
τάχα χαιρετώντας – σ’ άλλους
Τ’ αφήνουνε να
κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες
Ή - το χειρότερο – τα ρίχνουνε στις τσέπες τους
και τα ξεχνούνε
Στο μεταξύ ένα
σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
Ένα σωρό
ποιήματα άγραφα
-ΙV-
Σαν απονευρωμένο δόντι η ζωή τους
Σφραγίζεται μαυρίζει και σαπίζει
Δίχως πόνο
-V-
Ακέφαλοι μας συμβουλεύουν
Κουλοί μας δείχνουν
Κουτσοί μας οδηγούν
Εμείς δεμένοι
Πρόθυμα ακολουθούμε
-VΙ-
Η ζωή έχει τους κανόνες της
Ο πόλεμος τα κανόνια του
Όλα κανονίζονται
-VΙΙ-
Διανύουμε την εποχή της ερήμου
Ο μεγαλύτερος ποιητής της
Αυτός που θα την τραγουδήσει πιο σωστά
Θα ’ναι μουγκός.
-VΙΙΙ-
Η ποίηση είναι ελεημοσύνη στην παλάμη
ενός κουλού κόσμου.
-IX-
Μια τρύπια τσέπη η ψυχή σας
Όλο για χαμένα αισθήματα μιλάτε
-Χ-
Η καρδιά σας κλεισμένη σ’ ένα αβγό
Και τ’ αβγό στην κοιλιά μέσα μιας
χήνας
Η χήνα στην κοιλιά ενός λιονταριού
Το λιοντάρι στο κελάρι ενός πύργου
Καταμεσής σε χώρα ανύπαρκτη ο πύργος
Πώς να μην είμαστε λοιπόν για την
αθανασία σίγουροι
Δράκοι της εποχής μου κοστουμαρισμένοι
-XΙ-
Τα χαμόγελά σας με τρομάζουν
Μου θυμίζουν πόσο κοφτερά είναι τα
δόντια σας
-XΙΙ-
Το αίμα σας χρωματιστό νερό
Το δέρμα σας μια πλαστική σακούλα
Το πνεύμα σας κοπανιστός αέρας
Μέσα σας ένα μηχανάκι κουρδισμένο
επιμένει
Είμαστε άνθρωποι είμαστε άνθρωποι
-XΙΙΙ-
Φωτογραφικές μηχανές είσαστε
Θάλαμος σκοτεινός τα μέσα σας
Όπου προβάλλεται ανάποδα ο κόσμος
-XΙV-
Είσαστε το παραβάν του εαυτού σας
Πίσω σας γυμνή συμβαίνει η ζωή σας
-XV-
Σκύψε – σκύψε πάνω από βιβλία
Η ψυχή μου έχει λιώσει στους αγκώνες
-XVΙ-
Έχω έναν τέτοιο πονοκέφαλο απόψε
Που μόνο η σελήνη αν ήταν ασπιρίνη
Θα μ’ ανακούφιζε
-XVΙΙ-
Να ’τανε σκωληκοειδής απόφυση η καρδιά
μου
Να την έβγαζα να ησύχαζα
-XVΙΙΙ-
Τα πολλά τα λόγια τα βαριέμαι
Μα και τα λίγα επίσης
Ακόμα και τα ελάχιστα ναι κι όχι με
κουράζουν
Προτιμώ με το κεφάλι μου να νεύω πάνω
– κάτω
Ηχεί τουλάχιστον ωραία σαν
κουδουνίστρα
-XΙΧ-
Οι λέξεις είναι βδέλλες που μου
πιπιλάνε το μυαλό
Η ποίηση είναι η στάχτη που με βοηθάει
να τις ξεκολλάω
ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΤΟΥΤΑ ΤΑ
ΛΕΞΟΣΚΟΥΛΗΚΙΑ ΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΨΑΡΕΥΩ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΟΥ
(… αν δεν είχα τη λέξη ΕΙΜΑΙ δεν θα ’μουνα…)
…Αν
δεν είχα τη λέξη ΣΚΥΛΟΣ πώς θα ’μουν αφέντης του σκύλου μου Αν
δεν είχα τη λέξη ΤΡΑΠΕΖΙ πού θα ’τρωγα το ψωμί μου!.. Αν δεν είχα τη λέξη ΨΩΜΙ τι θα ’τρωγα;
Αν δεν είχα τη λέξη ΤΡΩΩ τι
θα… Οι λέξεις είναι σκαλοπάτια που
οδηγούν Από το σκοτεινό υπόγειο στο
φως Πριν όμως τους εμπιστευθείς το βάρος σου Πρέπει να δοκιμάζεις αν μπορούν να το
σηκώσουν Αλλιώς αν είναι σάπια ή
φαγωμένα Σε ξαναστέλνουν κουτρουβάλα
στο σκοτάδι!.. [κάποια
από τα ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΕΡΑ ΚΑΡΦΙΑ ΓΙΑ ΜΑΛΑΚΑ ΚΡΕΒΑΤΙΑ στη συλλογή του Αργύρη Χιόνη
ΛΕΚΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1983 εδώ με αντιγραφή και
επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000
εκδόσεις Νεφέλη)
Δευτέρα, 27
Φεβρουαρίου 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου