(…εμείς οι δυο να σμίξουμε και να γενεί το θάμα…)
Οι άγγελοι
τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι
επίσης. Πίσω από κάθε ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει έτοιμη να πάρει τα λόγια και να
ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι
λίγο αυτό. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά
στους άλλους, είναι αυτό που μας βαστάει
στη ζωή, Γι’ αυτό κοντά στα ποιήματά
μου, δοκίμασα να γράψω και
μερικά τραγούδια, χωρίς να τα
υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή
αλλιώς, μιλά κανείς για τα ίδια
πράγματα που αγαπά, και από κει και πέρα
το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν.
Λένε πως το είδος έχει ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω και, πάντως, δεν ενδιαφέρθηκα ή δε
μπορούσα ίσως να τους ακολουθήσω.
Δουλεύει ο καθένας όπως νιώθει.
Και η θάλασσα είναι απέραντη, τα
πουλιά μυριάδες, οι ψυχές όσες και οι
συνδυασμοί που μπορούν να γεννήσουν οι ήχοι
και τα λόγια, όταν ο έρωτας και
το όνειρο συμβουλεύουν. (Οδυσσέας
Ελύτης)
ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ:
ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
(τραγούδια σε έξι ενότητες)
1.
ΜΙΚΡΕΣ
ΚΥΚΛΑΔΕΣ (επτά τραγούδια)
2.
ΤΟ
ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΛΙ
(επτά τραγούδια)
3.
Η
ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ
(επτά τραγούδια)
4.
Ο
ΧΑΜΑΙΛΕΩΝ (επτά τραγούδια)
5.
ΤΑ
ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
(28 τραγούδια)
6.
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ BREXHT (τέσσερα τραγούδια) και
7.
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
ΑΠΟ ΤΟ LORCA (11 τραγούδια)
Ακολουθούν
επτά τραγούδια από τις ΜΙΚΡΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ
και από το ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΛΙ άλλα τόσα
ΜΑΡΙΝΑ
(κι άλλα έξι τραγούδια από τις ΜΙΚΡΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ,
πρώτη ενότητα στα ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ του Οδυσσέα Ελύτη)
Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω
λουίζα και βασιλικό
Μαζί μ’ αυτά να σε φιλήσω
και τι να πρωτοθυμηθώ
Τη βρύση με τα περιστέρια
των Αρχαγγέλων το σπαθί
Το περιβόλι με τ’ αστέρια
και το πηγάδι το βαθύ
Τις νύχτες που σε σεργιανούσα
στην άλλην άκρη τ’ ουρανού
Και ν’ ανεβαίνεις σε θωρούσα
σαν αδελφή του Αυγερινού
Μαρίνα πράσινό μου αστέρι
Μαρίνα φως του Αυγερινού
Μαρίνα μου άγριο περιστέρι
και κρίνο του καλοκαιριού
ΤΑ ΕΛΛΗΝΑΚΙΑ
Τον Μάρτη παρακάλεσα
και τον μικρό Νοέμβρη
Τον Αύγουστο τον
φεγγερό κακό να μην μας εύρει
Γιατί είμαστε μικρά παιδιά
είμαστε δυο Ελληνάκια
Μερς στα γαλάζια πέλαγα
και στ’ άσπρα συννεφάκια
Γιατί είμαστε μικρά παιδιά
κι η αγάπη μας μεγάλη
Που αν τη χωρέσουμε απ’ τη μια περσεύει
από την άλλη
Κύματα σύρετε ζερβά
και σεις τα σύννεφα δεξιά
Φάληρο με Περαία
μια γαλανή σημαία.
Η ΜΑΓΙΑ
Η Πούλια πόχει εφτά παιδιά
μες απ’ τους ουρανούς περνά
Κάποτε λίγο σταματά
στο φτωχικό μου και κοιτά:
-Γεια σας τι κάνετε;
Καλά;
-Καλά. Πώς είναι τα
παιδιά;
-Τι να σας πω εκεί ψηλά
τα τρώει τ’ αγιάζι κι η ερημιά
-Γι’ αυτό πικραίνεσαι Κυρά
δε μου τα φέρνεις εδώ – να;
-Ευχαριστώ μα ’ναι
πολλά
θα σου τη φάνε τη σοδειά
-Δώσε μου καν τη πιο μικρή
τη Μάγια την αστραφτερή
-Παρ’ τη λοιπόν κι
έχε στο νου
πως θα ’σαι ο άντρας τ’ ουρανού
Είπε. Και πριν βγάλω
μιλιά
μου την καρφώνει στα μαλλιά
Λάμπουνε γύρω τα βουνά
τα χέρια μου βγάνουν φωτιά
Κι η Πούλια πόχει εφτά παιδιά
φεύγει και μ’ αποχαιρετά.
ΤΑ ’ΔΑΤΕ ΤΑ
ΜΑΘΑΤΕ
Ήταν μια θεία θέληση
κι ενός Αγίου τάμα
Εμείς οι δυο να σμίξουμε
και να γενεί το θάμα:
Οι βάρκες ν’ ανεβαίνουνε
ως τα ψηλά μπαλκόνια
Κι οι ορτανσίες να πετούν
καθώς τα χελιδόνια
Ν’ ανάβουν οι Άγιοι κερί
στη χάρη των δυονώ μας
Και τα ψαράκια να φιλούν
την άκρη των ποδιών μας
Όλος ο κόσμος ν’ απορεί μω΄ρε τι να ’ν’ και τούτο
Με το μπουζούκι να λαλεί
και το μικρό λαγούτο:
-Τα ’δατε τα
μάθατε μια αγάπη που εγεννήθη
Άνθρωπος δεν την
κατελεί κι ο Άδης ενικήθη!..
ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΒΟΡΙΑ
Του μικρού Βοριά παράγγειλα να ’ναι καλό παιδάκι
Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα
και στο παραθυράκι
Γιατί στο σπίτι που αγρυπνώ η αγάπη μου πεθαίνει
Και μες τα δάκρυα την κοιτώ που μόλις ανασαίνει
Με πιάνει το παράπονο
γιατί στον κόσμο αυτόνα
Τα καλοκαίρια τα ’χασα
κι έφτασα στο χειμώνα
Σαν το καράβι που άνοιξε
τ’ άρμενα κι αλαργεύει
Θωρώ να χάνονται οι στεριές κι ο
κόσμος λιγοστεύει
Γεια σας περβόλια
γεια σας ρεματιές
γεια σας φιλιά
και γεια σας αγκαλιές
Γεια σας οι κάβοι
κι οι ξανθοί γιαλοί
γεια σας οι όρκοι οι παντοτινοί
ΤΟ ΤΡΙΖΟΝΙ
Κοιμήθηκα – κοιμήθηκα
στου γιασεμιού την ευωδιά
Στων φύλλων το μουρμουρητό
στων άστρων το χρυσό γιαλό
Οι άνθρωποι μ’ αρνήθηκαν
κανείς δε μου σιμώνει
Μόνο μου κάνει συντροφιά
της νύχτας το τριζόνι:
-Έννοια σου λέει έννοια σου
κι εγώ είμαι ’δω κοντά σου
Για συντροφιά στην έγνοια σου και για παρηγοριά σου…
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΥΡΟ ΚΑΙ ΤΖΙΑ
Ανάμεσα Σύρο
και Τζια
μικρή φυτρώνει νεραντζιά
η μικρή μου κοπελιά
Πόχει τις ρίζες στο βυθό
και τα κλαδιά στον ουρανό
το κορίτσι που αγαπώ
Πλάσμα δεν είναι ανθρώπινο
δεν είναι μήτε ξωτικό
το κορίτσι που αγαπώ
Μα ’χει τον ήλιο φορεσιά
τα κύματα περπατηξιά
η μικρή μου η Παναγιά
Χάιντε νύφη της θάλασσας
τι φαμίλιες θα χαλάσεις
Νύφη μέσα στα μπουγάζια
με τα πέπλα τα γαλάζια
Άνεμος να μη σε πιάσει
λούλουδο μη σου χαλάσει
Κι αν γενεί ποτέ το θάμα
κι αγαπήσεις κάνω
τάμα
Να σου στείλω μια μπρατσέρα
με τον Πολικόν Αστέρα
ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΛΙ
(κι άλλα τραγούδια
από τη δεύτερη ενότητα
στα ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ του Οδυσσέα Ελύτη)
Μια φορά στα χίλια χρόνια
του πελάγου τα τελώνια
Μες τα σκοτεινά τα φύκια
μες στα πράσινα χαλίκια
Το φυτεύουνε
και βγαίνει πριν ο ήλιος ανατείλει
Το μαγεύουνε
και βγαίνει το θαλασσινό τριφύλι
Κι όποιος το ’βρει
δεν πεθαίνει
κι όποιος το ’βρει
δεν πεθαίνει
Μια φορά στα χίλια χρόνια
κελαηδούν αλλιώς τ’ αηδόνια
Δε γελάνε μήτε
κλαίνε μόνο λένε μόνο λένε:
Μια φορά στα χίλια χρόνια
γίνεται η αγάπη αιώνια
Να ’χεις τύχη να
’χεις τύχη κι η χρονιά να σου πετύχει
Κι από τ’ ουρανού τα μέρη
την αγάπη να σου φέρει
Το θαλασσινό τριφύλλι
ποιος θα βρει να μου το στείλει
Ποιος θα βρει να μου το στείλει το θαλασσινό τριφύλλι
ΤΑ ΤΖΙΤΖΙΚΙΑ
Η Παναγιά το πέλαγο
κρατούσε στην ποδιά της
Τη Σίκινο την Αμοργό
και τ’ άλλα τα παιδιά της
Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ’ τους χειμώνες
Άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες
Κι εγώ μέσα στους αχινούς
στις γούβες στ’ αρμυρίκια
Σαν τους παλιούς θαλασσινούς ρωτούσα τα τζιτζίκια:
-Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι γεια σας κι η ώρα η καλή
Ο βασιλιάς ο ήλιος ζει;
κι όλα αποκρίνονταν μαζί:
-Ζει ζει ζει
ζει ζει ζει
ζει ζει
ΤΟ ΕΡΗΜΟΝΗΣΙ
Γεια σου Απρίλη γεια
σου Μάρτη και πικρή Σαρακοστή
Βάζω πλώρη και κατάρτι
και γυρεύω ένα νησί
που δε βρίσκεται στο χάρτη
Το κρατάνε στον αέρα
τέσσερα χρυσά πουλιά
Δε γνωρίζεις εκεί πέρα
ούτε κλέφτη ούτε φονιά
ούτε μάννα και πατέρα
Τα λουλούδια μεγαλώνουν
κάθε νύχτα τρεις οργιές
Τις ακρογιαλιές ισκιώνουν
και τα δένδρα στις πλαγιές
σαν καβούρια σκαρφαλώνουν
Μες στης ερημιάς τ’ αγέρι
όλ’ αγιάζουνε μεμιάς
Πιάνεις του Θεού το χέρι
και στα κύματα ακουμπάς
σαν αγριοπεριστέρι
Γεια σας έχτρες γεια σας μίση
και γινάτι καθενός
Άμα βρεις το ερημονήσι
όλα τα’ άλλα είναι καπνός
Μια φορά να το ’χεις ζήσει.
ΝΤΟΥΚΟΥ – ΝΤΟΥΚΟΥ ΜΗΧΑΝΑΚΙ
Σκίζει η πλώρη τα νερά
κι αντηχάνε τα βουνά
Ντούκου – ντούκου μηχανάκι
ντούκου το παλιό μεράκι
Τρίτη Πέμπτη και
Σάββατο
μες στης θάλασσα το πάτο
Ποιος θα ρίξει ποιος
θα πάρει
τ’ ασημένιο το φεγγάρι
Και Δευτέρα και Τετάρτη
ποιος θ’ ανέβει στο κατάρτι
Κι άχου την Παρασκευή
ποιος θα κάτσει στο κουπί
Βρε παπά το θυμιατό σου
γύρισέ το κατά δω
Και με το βασιλικό σου
ράντισέ μας το νερό
Να ’βγουν και να περπατήσουν
σαν κορίτσια οι νεραντζιές
Κι όλ’ οι άνδρες ν’ αγαπήσουν
μια και δυο και τρεις φορές
Χάιντε – χάιντε βρε παιδιά
πάμε στην Αγιά
Μαρίνα
Πάμε στην Αγιά
Μαρίνα
με την όμορφη μπενζίνα.
Η ΕΛΕΝΗ
Σήκωνε το κλουβί
μια δω μια κει
κι ο ήλιος πήγαινε απ’ την άλλη
ν’ ανάψει τ’ όμορφο κεφάλι
μια δω μια κει
Ο ήλιος κάθε Κυριακή
Φώναζε στην αυλή ψι
– ψι – ψι
κι ο γάτος σήκωνε ποδάρι
μεσ’ απ’ τα μάτια της να πάρει ψι – ψι – ψι
Την αστραπή τους τη χρυσή
Πήγαινε ν’ ανέβει
σκαλί –σκαλί
την αγκαλιά ρούχα
γεμάτη
κι έλεγαν οι αγγέλοι να τη
σκαλί – σκαλί
Τξμ πιο μικρή μας αδελφή
Κάτασπρο γιασεμί και
μυ- και μυ-
και μυστικέ μου Αποσπερίτη
πάρτε με πάρτε με στην Κρήτη
και μη και μη
Και μη ρωτάτε το γιατί
Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ
Κάθε πρωί όπου ξυπνώ
τρέχω στην πόρτα
και κοιτώ
Τρίτη Κυριακή Δευτέρα
κι άλλη μια χαμένη μέρα
Πάνε κι έρχονται ολοένα
τα βαπόρια και τα
τρένα
Ταχυδρόμε ανάθεμά σε
μόνο εμένα δε θυμάσαι
Πιάνει ο κόσμος περιστέρια
κι εγώ μένω μ’ άδεια χέρια
-Γράμμα τέτοιο δε λαβαίνεις
άδικα μην περιμένεις
Δεν σου το ’χουνε γραμμένο
κι αν σου το ’χουν
πάει αλλού
Άλλος μένει εκεί που μένεις
και του δίνουνε αυτουνού
Ίσως να ’ναι
και σταλμένο
σ’ άνθρωπο του φεγγαριού
Ή και παραπεταμένο
σε μια άκρη τ’ ουρανού
ΕΚΕΙ ΣΤΗΣ ΥΔΡΑΣ Τ’ ΑΝΟΙΧΤΑ ΚΑΙ
ΤΩΝ ΣΠΕΤΣΩ…
(…να σου μπροστά μου ένα δελφινοκόριτσο…)
-Μωρέ του λέω πού ’ν’ το μεσοφόρι σου έτσι γυμνούλι πας να βρεις τ’ αγόρι
σου; -Αγόρι εγώ δεν έχω μου
αποκρίνεται βγήκα μια τσάρκα για να δω
τι γίνεται Δίνει βουτιά στα κύματα και
χάνεται ξανανεβαίνει κι απ’ τη βάρκα πιάνεται Θε μου συχώρεσέ μου σκύβω για να δω κι ένα φιλί μου δίνει το παλιόπαιδο Σα λεμονιά τα στήθη του μυρίζουνε κι όλα τα μπλε στα μάτια του γυαλίζουνε -Χάιντε μωρό μου ανέβα και κινήσαμε πέντε φορές τους ουρανούς γυρίσαμε!.. [ΤΟ
ΔΕΛΦΙΝΟΚΟΡΙΤΣΟ από το ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΙΦΥΛΛΙ, δεύτερη ενότητα στα ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ του
Οδυσσέα Ελύτη]
Παρασκευή, 9 Μαΐου 2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου