(… σαν το ποτάμι άναρθρα φεύγουν τα όνειρα
Μεταλλάζουν σταθερά οι
λέξεις σε εικόνες…)
Η κατανάλωση μιας άχρηστης
πολυτέλειας
Εφημερίδες με την ευτέλεια των ημερών
Βιασμοί, καταπίεση,
απάτες, εκμετάλλευση
Εθισμένα παιδιά βυζαίνουν τηλεόραση
Έγκλειστοι καθισμένοι στα μπαλκόνια
χλευάζουν
Ασθενοφόρα απάγουν το θάνατο, ροκανίζουν τη μέρα
Κι η σελήνη καθώς υψώνεται σεληνιάζει
Κι εσύ στα βάραθρα βυθίζεσαι του
καιρού.
Με νύχτα μπουκώνει η σιωπή
Αιώνες εξέλιξης από μαλάκιο σε
μαλάκιο
Κι η ουτοπία του κέρδους με θάνατο
ισοφαρίζει.
Η αφήγηση επιστρέφει σαν εφιάλτης
Στα σκοτεινά βάραθρα των ονείρων
Μια φωνή εσώτερη τρομακτικά ουρλιάζει
Ερημώνει η νύχτα το σώμα του ύπνου
Κι η αιώνια ομορφιά χλομιάζει της
ουτοπίας.
Στην ευτέλεια σκαλώνει των ημερών η
τύψη
Σφραγίζει η σιωπή το χάσμα του χρόνου
Καθώς η αγάπη επιζητά την ολοκλήρωση
Την έσχατη εκμηδενίζει απολογία.
Χειμωνιάτικη παγωμένη νύχτα
Απ’ το γάβγισμα σημαδεμένη έρημου
σκύλου.
Ρέει το φως, ο ουρανός χαμηλώνει
Χάνεται των λέξεων η εμβέλεια
Υπόκωφα σβήνει η σιωπή τα ίχνη
Μένει το κενό κι η
ερμηνεία διχάζει.
Σαν το ποτάμι άναρθρα φεύγουν τα
όνειρα
Μεταλλάζουν σταθερά οι λέξεις σε
εικόνες
Κι η σιωπή σε βουβό εκβάλλει αίμα.
Όλα τώρα έχουν απαξιωθεί
Κι ο χρόνος μας έχει προδώσει.
Βαθιά τ’ ανερμήνευτα κοιτάζω μάτια
σου.
[ΜΠΟΥΚΩΝΕΙ Η ΣΙΩΠΗ μια
ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΝΥΧΤΑ
καθώς βαθιά τ’ ανερμήνευτα κοιτάζω
ΜΑΤΙΑ σου,
τρία ποιήματα από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου
ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 – 2010]
Κι άλλες επιλογές ΣΚΟΤΕΙΝΗΣ ΥΛΗΣ από
τη συγκεντρωτική έκδοση:
ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ Χ. ΜΑΡΚΟΓΛΟΥ ΕΣΧΑΤΗ
ΥΠΟΣΧΕΣΗ Ποιήματα 1958-2010, εκδόσεις Ένεκεν 2016
Σημειωτέον ότι ο
ποιητής πραγματοποίησε τρεις συγκεντρωτικές εκδόσεις (1984, 1996 και 2016) στεγάζοντας και τις
τρεις κάτω από τον ίδιο κύριο τίτλο
ΕΣΧΑΤΗ ΥΠΟΣΧΕΣΗ. Τίτλος που,
σύμφωνα μ’ ένα σχόλιο του Αλέξη Ζήρα, μοιάζει με δήλωση που επαναλαμβάνεται ως
μια μορφή υποθήκης που πρέπει να τηρηθεί και που απευθύνεται ως σταθερή και
αμετάβλητη μνεία προς τον εαυτό του και προς τους αναγνώστες του. Η σημειολογία
του τίτλου ενισχύει την εντύπωση πως όλο το σώμα του ποιητικού εγχειρήματος του
Μάρκογλου, όλη η διαδρομή του, προέρχονται από ένα βίωμα απώλειας και
επιστρέφουν σ’ ένα ομοούσιο συναισθηματικό και γνωσιακό κέντρο, κυριαρχημένο
από μια μόνιμη, παθιασμένη αναζήτηση. Την αναζήτηση και την ανάκτηση, έστω μέσω
της ποίησης, του κατεστραμμένου άλλοτε αυθεντικού, της μακρινής άλλοτε
αθωότητας.
ΤΟ ΔΟΛΩΜΑ
(από τη συλλογή του
Πρόδρομου Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 - 2010)
Ο κατάλογος προμηθειών κάθε μέρα μακραίνει
Καταιγισμός εικόνων παράφορα δελεάζει
Ελκυστικά πολλαπλασιάζουν τις ανάγκες μας
Η απόλαυση της κατοχής μεγαλώνει
Ενώ ο κόσμος ασφυκτικά μικραίνει.
Στο πάρκο με τα πεύκα βρέχει
Νυχτώνει
Χρειάζεσαι δίαιτα,
είπαν, να χάσεις βάρος
Οι αρτηρίες σου έχουνε κλείσει.
Απ’ το παράθυρο κοιτώ των παιδικών ματιών μου
Πεύκα του κήπου και χιονίζει
Νυχτώνει, Φλεβάρης
του ’42
Φυσά αγέρας μαύρος,
πεινάω, ο θάνατος θερίζει.
Τα δόλωμα του κέρδους τώρα θερίζει.
ΛΕΥΚΕΣ ΝΥΧΤΕΣ
Νύχτα καπνισμένο κρύσταλλο ραγίζει
Φωνή καμιά, σιωπή παγωμένη παγίδα
Όνειρα μεταλλάζουν σε σκέψη εφιάλτη
Βάραθρα διασχίζεις, σχισμές σειρήνων.
Σκοτεινός βάλτος ο ύπνος, φωσφορίζει ψιθύρους
Ροκανίζει ρυθμούς του σώματος
Λέξεις εξεγερμένες σε ήττα γυρίζουν πράξεων
Προδοσία την επαγγελία ακυρώνει καθημερινών ονείρων
Μισθοφόρος ανώνυμος διασχίζεις το χρόνο που καλπάζει
Σκοτάδια εξαγοράζεις ψυχής συντετριμμένης.
Γκρίζο φως γρατζουνάει το παράθυρο
Στο πρωινό αεράκι μύρισαν πασχαλιές.
[από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ, Ποιήματα 2005 – 2010]
ΒΡΑΔΙΝΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
(από τη συλλογή του
Πρόδρομου Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 - 2010)
Φέγγει η χλωμή τηλεόραση,
μάτι του Κύκλωπα
Τις λέξεις κλέβει,
κλέβει τα όνειρα
Ιστορίες αφηγείται
Κανένας δεν γνωρίζει την καταγωγή τους.
Φέγγει το σκοτάδι
Άνθη πέφτουν της κερασιάς στον κήπο
Μαγευτικά ανοίγει το ψυγείο που πρέπει ν’ αγοράσεις.
Εκατομμύρια παιδιά λίπασμα στην ευτυχία μας
Εικόνες θρύψαλα θερίζουν οι πεινασμένοι.
Αλλάζεις δίαυλο, στη
νήσο φτάνεις της Εκάτης
Εκεί γυναίκες τρυφηλές, λάγνες σε περιμένουν.
Έρχεται αργά ο Μορφέας,
σ’ αρπάζει το σκοτάδι
Έτη φωτός η δυστυχία σου ουρλιάζει
Τίποτα δεν διαψεύδεται
Λόγος κανένας, πράξη
καμιά.
ΝΥΧΤΡΙΝΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ
Κακοφορμίζει ο φωτισμός των δρόμων
Πεζοδρόμια χαμένα απ’ αυτοκίνητα και μπάζα
Γάτες σκαλίζουν κάδους των σκουπιδιών
Στον τρούλο της εκκλησίας το φεγγάρι πρασινίζει
Φυγάδες στον τοίχο καθισμένοι καπνίζουν, λες και προσεύχονται
Αυτοκίνητα μαρσάρουν,
γιαμάχες ουρλιάζουν
Κάθε προσπάθεια συζήτησης άκαρπη αποβαίνει
Των αναδθυμιάσεων σε πνίγουν τα δηλητήρια.
Προχωράς προς τα φυματικά πεύκα
Αεροπλάνα γκρεμίζουν τον ουρανό
Σκυλιά γαβγίζουν ασταμάτητα.
Εκατομμύρια έτη φωτός χωρίς απάντηση
Κι εσύ ελπίζοντας σ’ ευτελή αργύρια
Τη μοναδική σου εξαργυρώνεις ελευθερία.
[από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ, Ποιήματα 2005 – 2010]
ΕΡΙΝΥΕΣ ΤΟΥ ΑΔΗ
(από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 - 2010)
Χαμηλώνει το φως, σκοτεινιάζει
Στάχτη μαύρη φυσάει ο Μορφέας
Άθλιες πράξεις,
ταπεινωμένες λέξεις
Μαχαίρια βυθίζονται σε σάρκα που υπομένει
Φοβίες αναμοχλεύουν πάθη προσφιλών
Κι αυτά που στο φως της ημέρας είναι ρινίσματα
Τώρα, στο σκοτάδι της ψυχής ανασυντάσσονται,
Ερινύες εφορμούν του Αδη.
Εγκαταλείπεις το κρεβάτι,
τόπος πλέον μαρτυρίου
Το φως ανάβεις στο γραφείο
Να λάβεις μια δόση ποίησης
Να χαλαρώσει ο πανικός,
τ’ άγρια χέρια,,
Παίρνοντας μιαν ανάσα με το τσιγάρο
Τους σφυγμούς ρυθμίζεις με τους ρυθμούς των στίχων
Κι εκλογικεύεται ο πανικός μέσα στο τίποτε.
Αργά ο ήλιος σε βρίσκει ξαπλωμένο στα ερείπια.
ΜΕΤΑΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟ
Σκοτάδι μεταμεσονύχτιο με λίγο φως
Στον εξώστη, στον παγωμένο αγέρα
Τηλαυγής στο βάθος η σιωπηλή τηλεόραση
Με τις χαμένες κοινωνούμε λέξεις του κόσμου
Ανοιχτές μένουν δίοδοι γνώσης κι αποδοχής
Συγκεντρώνονται δοχεία τα σώματα ξεχειλίζουν πάθη
Κι η τρυφερότητα έρχεται, μα δένει με κατανόηση.
Χιονίζει φως στα μαλλιά, μπορεί και στάχτη
Η αλήθεια κι η μη αήθεια δείχνουν σχεδόν την μία όψη
Αυτήν που βίαια ανασύρει ο ισχυρός της ημέρας
Με την αναδόμηση στο παρελθόν ν’ αλλάζει το μέλλον
Κι αυτό βέβαια δεν είναι λήθη, παρά σκέτη διαγραφή
Καθώς χάνονται και πάλι τα λόγια σφραγισμένα στη σιωπή.
Τα ματαιωμένα τώρα, οι απώλειες πώς μεταγράζονται;
Στο φως της σελήνης που χαμηλώνει,
Γάτες καυλωμένες σπαρακτικά ουρλιάζουν
Σχίζουν την πλοκή στις πλάκες της αυλής.
[από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ, Ποιήματα 2005 – 2010]
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
(από τη συλλογή του
Πρόδρομου Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 - 2010)
Σύννεφα χαμηλώνουν στο δειλινό
Εντολές υπερβατικές τα καμπαναριά συλλέγουν
Σήμαντρα σημαίνουν για τους πιστούς
Ομιλίες επί ορέων
επί κυμάτων.
Ιερεις υπέρ βασιλέων δοξολογούμε
Την ευσπλαχνία αιτούνε των ουρανών
Εικόνες δακρύζουν υπέρ πτωχών τω πνεύματι
Λείψανα αγίων μυρόβλητα σαπίζουν
Θαύματα μεταλλάζουν αναστάσεις ασθενών.
Όσοι το φως είδαν το αληθινό
Ευτυχείς παραμένουν βαθιά στη δυστυχία τους
Πεζοπορώ στην παραλία κατά τας συμβουλάς των ιατρών.
ΕΓΓΕΙΟΒΕΛΤΙΩΤΙΚΑ
Σιδερένια νύχια ξηλώνουν τους κυβόλιθους
Την πίσσα μαύρη στρώνουν της ασφάλτου
Αθόρυβα γλιστρούν τ’ αυτοκίνητα και πάνε
Μικραίνουν το πάρκο
για να παρκάρουν.
Μπουκώνει των κινητήρων το καυσαέριο
Πεύκα κίτρινα και κάμπτουν τα κλαδιά τους
Εικόνες γλιστράνε οργής
σε λέξεις καταδίκης
Κι ώριμη η βία, διαρκής, στη σκέψη μου έρπει
Έρπει και με σέρνει.
Προχωρώ, η Σελήνη, πικρά βουρκωμένει, προβάλλει.
[από τη συλλογή του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ, Ποιήματα 2005 – 2010]
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
(από τη συλλογή του
Πρόδρομου Μάρκογλου ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ Ποιήματα 2005 - 2010)
Αγόρασαν τη σκέψη μας
Κλέψαν άγρια το αίμα μας
Άπληστα μας φάγανε τα χρόνια.
Τώρα
Δεν έχω χρεία υπερβατικής επικύρωσης
Με λίβελο μόνον απαντώ
Με διαβρωτική αγάπη
Που υπερβαίνει την καθημερινή αθλιότητα.
Συναυτουργούς, λοιπόν, επιζητώ για ρήξη
Παρά για χρονοβόρες συζητήσεις.
Κι ενώ τρέχουν οι ειδήσεις
Ξημερώνει,
Το
φως του ήλιου μ’ ακυρώνει
Η
ΠΟΛΗ ΩΣ ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΟ και ο
ΠΟΙΗΤΗΣ ΩΣ ΝΑΡΚΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ
(Πρόδρομος
Μάρκογλου, ένας αυθεντικός ποιητής της κοινωνικής οδύνης
ΕΣΧΑΤΗ ΥΠΟΣΧΕΣΗ, μια διαδρομή εξήντα χρόνων)
Η ποίηση του Μάρκογλου είναι από τις λίγες μεταξύ
εκείνων που εμφανίστηκαν στην μετεμφυλιακή περίοδο και διατήρησαν στα επόμενα
χρόνια αμείωτο τον αρχικό κοινωνικό τους προσανατολισμό. Είναι γεγονός ότι
όσοι μεταγενέστερα ασχολήθηκαν κριτικά με το έργο του έχουν συμφωνήσει μ΄
αυτό τον ορισμό. Είναι ένας ορισμός περισσότερο σχετικός με την ηθική, πολιτική
στάση που απορρέει εξάλλου διαρκώς από το έργο του, στάση την οποία κράτησε
σταθερή απέναντι στο πρόσωπο και στα προσωπεία όλων των εποχών που διαδέχτηκαν
εκείνη την αρχική, τη μετεμφυλιακή. Πράγμα που έμμεσα μάς δείχνει ότι η
ανταπόκριση της συνείδησης και η ανάπτυξη της τέχνης του ποιητή δεν άλλαξαν
ουσιαστικά στις δεκαετίες που ακολούθησαν, αλλά και ότι στο νου και στο βλέμμα
του οι εποχές που ακολούθησαν την μετεμφυλιακή είναι από μια άποψη γεννήματα
ή παρακολουθήματά της! Τέχνη και συνείδηση, λοιπόν, αναφέρονται
έκτοτε σ΄ ένα ομόκεντρο συναισθηματικό και στοχαστικό πεδίο, ενώ συχνά η
συνειρμική ανάκληση του παρελθόντος μέσω της μνήμης επαναφέρει βιώματα
πόνου και θλίψης από αυτό το ομόκεντρο, σταθερό πεδίο… Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι από τους
προγενέστερούς του, οι περισσότερες συγκλίσεις του έργου του εντοπίζονται,
στους ποιητές της Θεσσαλονίκης: Μανόλη Αναγνωστάκη και Πάνο Θασίτη, ποιητές
με τους οποίους συμμερίζεται μάλλον την
ίδια αντίληψη για την ποιητική έκφραση… Αυτή η γραφή που δεν δηλώνει εύκολα
αλλά μάλλον υποδηλώνει, προσβλέποντας στην επικοινωνία βάθους με όποιον την
προσεγγίζει, στην περίπτωση ιδιαίτερα του Μάρκογλου εντυπωσιάζει με την
ασκητική της εσωστρέφεια, τη βασανιστική της λιτότητα, τον παιδεμό της…
Καταγγελτικός λόγος που πλήττει τα φαινόμενα αλλοτρίωσης, εξαχρείωσης, σήψης,
επίπλαστου ευδαιμονισμού… (συμπεραίνει ο Αλέξης Ζήρας) «Μετά την έξαψη των πρώτων ημερών/ Τους
όρκους και τις επικλήσεις/ Με τα μούτρα πέσαμε στα παχιά κρέατα/ Στα πλούσια
εύθυμα τραπέζια/ [...]/ Λοιπόν/ ας βγάλουν άλλοι το φίδι απ’ την τρύπα» .
Ο πανικός, η βουβή ένταση, ο φόβος, οι ακραίες υπαρξιακές και ψυχοκοινωνικές
καταστάσεις που δεν έπαψε να «κλέβει» ο Μάρκογλου από την πέριξ ζωή της πόλης
και να τις ενσωματώνει στην ποίησή του, είναι, θα μπορούσα να πω, οι ακραίες
καταστάσεις που τις ανέστησε τόσο διεισδυτικά στα πρώτα βιβλία του ο Μίλτος
Σαχτούρης… Η ποίηση που γράφεται από τον Μάρκογλου όπως και από αρκετούς
ομόδοξους μ’ αυτόν, συνομηλίκους του (λ.χ. τον Μάρκο Μέσκο, τον Τάσο Πορφύρη,
τον ήδη μνημονευμένο Ευαγγέλου, τον Βύρωνα Λεοντάρη, τον Λουκά Κούσουλα, τον
Νίκο Καρανικόλα, τον Γιάννη Νεγρεπόντη ή τον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο),
ανεξαρτήτως του αν είναι κοντά ή λιγότερο κοντά στο αρχικό χρονικό στίγμα της
δεκαετίας 1945-1955, είναι ποίηση απόηχων, απολογισμών και συναίσθησης των
απωλειών. Από μια άλλη άποψη όμως είναι επίσης ποίηση συσσωρευτικής
οδύνης, καθώς αυτή, ως έκφραση που πηγάζει από μια ορισμένη στάση ζωής,
αναπτύσσεται πολλαπλασίως ενοχικά. Και τούτο επειδή ακριβώς καταγράφει,
απαριθμεί δεδομένα και απολογείται, προσπαθώντας να φανταστεί το σώμα της
άλλοτε άλκιμης συντροφικής ιδέας μέσα στο τωρινό «αδειανό πουκάμισό» της.
Στο ποίημα «Ήταν η εποχή», από τη συλλογή Το δόντι της πέτρας,
ποίημα κατά πάσα πιθανότητα γραμμένο ή σχεδιασμένο από τον Μάρκογλου σε
προτινότερα χρόνια, ίσως κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας, ο
απόλογος διαγράφεται πεντακάθαρα, συγκεντρώνοντας στο πρώτο μέρος του
ποιήματος, με διαδοχικές δραματικές εικόνες, την κλίμακα των παθών της
αριστεράς- τουλάχιστον όπως συγκεντρώνονται στον αναστοχασμό του ποιητή…. Σ΄
ένα από τα πολύ χαρακτηριστικά ποιήματα των Εγκλείστων, της πρώτης
του συλλογής, το «Ναρκοπέδιο», επιλέγει την περσόνα ενός ναρκοσυλλέκτη ο οποίος
ματαίως έχει αναλάβει να απαλλάξει μια ολόκληρη πόλη - ναρκοπέδιο από τον
κίνδυνο του απρόσκλητου θανάτου. Ματαίως, αφ’ ενός διότι η πόλη στον
μεταπόλεμο είναι ένα ναρκοπέδιο, και αφ’ ετέρου διότι ό,τι και να γίνει, όσο κι
αν προσπαθήσει ο ναρκοσυλλέκτης, σε κάποια στιγμή που σηκώνει το βλέμμα από το
γύρω του εφιαλτικό τοπίο, γυρεύοντας την ομορφιά, θα βρει την ευκαιρία το
απάνθρωπο και θα τον καταστρέψει: «Τότε ανακαλύπτεις τη νάρκη,/ όχι έξω, μέσα
στην ύπαρξή σου,/ αδιαχώριστη / και τέλος/ μα πως το αγνοούσες τόσα χρόνια/σε
αφανίζει». (αποσπάσματα από την κριτική
παρουσίαση του Αλέξη Ζήρα για τη τη συγκεντρωτική έκδοση του Πρόδρομου
Μάρκογλου ΕΣΧΑΤΗ ΥΥΠΟΣΧΕΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1958 – 2010)
Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου