Πέμπτη 4 Ιουλίου 2024

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΤΙ ΤΟΠΙΑ ΜΑΓΙΚΑ…

 (…όσο για τα ποιήματα, μες στα κουβάρια των χαρτιών,  είναι πουλιά που πέθαναν πριν μάθουν να πετάνε…)


Χτυπούν την πόρτα.

Όταν οι χτύποι ηχούν αντίστροφα,  σαν κάποιος να χτυπάει από μέσα  (Roberto  Jauarroz)

 

Υπάρχουν κάτι τοπία σκοτεινά, τυφλών τοπία, που μόνο ψαύοντας τ’ ανακαλύπτεις. 

Με μάτια ανοιχτά, τρόπος για να τα δεις κανένας δεν υπάρχει, 

γιατί  ’ναι μυστικά τοπία και το φως κρατούν μακριά απ’ την περιοχή τους.

Μονάχα  ψαύοντας μπορείς να τα χαρείς  ή,  μάλλον, 

ένα μέρος τους μονάχα να χαρείς μπορείς, 

γιατί  ’ναι απέραντα τοπία, μυστικά, εσωτικά τυφλών τοπία. 

 

Τοπία μαγικά που, χαραγμένα στο ταβάνι, η όραση τα βρίσκει και τα χάνει.  

Της μοναξιάς τοπία, τυλιγμένα στην ομίχλη απανωτών τσιγάρων,

μόνον εν κατακλίσει ορατά,

τοπία στοργικά  που παρεμβάλλονται ανάμεσα στην τόσο φοβερά παρούσα γη

και τον απαίσια απόντα ουρανό!..

 

 


ΕΓΩ ΖΩ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ

ακόμα κι όταν στο ασανσέρ στριμώχνομαι,

εγώ ανεβαίνω  (ή κατεβαίνω) στην έρημο·

ακόμα κι όταν, την ώρα της αιχμής, αδιάκοπα σκοντάφτω πάνω σε σώματα ανθρώπινα και άλλα,

εγώ βαδίζω στην έρημο·

ακόμα κι όταν καθηλώνομαι μπροστά στην τηλεόραση,

εγώ στην πυρωμένη έρημο κάθομαι και βλέπω αντικατοπτρισμούς!..  

 

ΑΝ, ΟΠΩΣ ΛΕΝΕ, ΤΟ ΧΑΡΤΙ ΦΤΙΑΧΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΞΥΛΟ…

… ετούτο το δωμάτιο, που γέμισε χαρτιά κουβαριασμένα, είναι ένα τσαλακωμένο δάσος

κι η γάτα που πλανιέται μέσα του,

ερεθισμένη απ’ τους τριγμούς του,

είναι μια τίγρη σ’ αναζήτηση θηράματος.

Όσο για τα ποιήματα, μες τα κουβάρια των χαρτιών,

είναι πουλια που πέθαναν πριν μάθουν να πετάνε.   

 

ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΟΥ, ΧΡΟΝΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΑ, ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΕΜΕΙΝΕ ΚΛΕΙΣΜΕΝΟΣ

ξέχασε τα σημεία του ορίζοντα. 

Χρόνια ολόκληρα, στο δυτικό της σκέψης του μπαλκόνι καθισμένος,

τον ήλιο περιμένει ν’ ανατείλει.

Ένα αδιάκοπο λυκόφως η ζωή αυτού του ανθρώπου·

τα μάτια τους διαρκώς βασιλεμένα.

[ κι άλλες επιλογές από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη  ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ  1991 με αντιγραφή και επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση:

ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη]

 

Ο ΕΡΗΜΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΡΗΜΗ ΑΚΤΗ…

…παραδομένη στα γυρίσματα των εποχών,  στην αέναη του πελάγους παλινδρόμηση,

έρημη ακόμα κι όταν τη διασχίζουν ρόδινα πέλματα  ή  ανάλφρα κορμιά ξαπλώνουν πάνω της·

τα κύματα, τα αλλεπάλληλα του χρόνου κύματα,

σύντομα σβήνουνε τα ίχνη τους!..

Ο έρημος άνθρωπος είναι έρημη ακτή,

χωρίς καμιά πρόσχωση από τα μέσα,

εκτεθειμένη στην ασίγαστη μανία του νερού  που αδιάκοπα τη διαβρώνει,

ώσπου να γίνει,  από επιφάνεια,  βυθός!..

Ο έρημος άνθρωπος,  σαν έρημος βυθός,

ακίνητος κοιτάζει την καρένα της ζωής  που από πάνω του περνά και ταξιδεύει…

 

ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΡΙΖΕΣ ΤΑ ΝΗΣΙΑ Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ·

αδιάκοπα πλανιώνται και μακραίνουν,  ιδίως όταν βορεινοί φυσούν άνεμοι.

Νησιά ακυβέρνητα που,  αργά – αργά μα σταθερά, μετακινούνται προς το νότο

κι όλο μπερδεύουν τους ψαράδες και τους ναυτικούς που τα ’χουν για σημάδια.

Βάρκες πολλές χαθήκαν έτσι  και  πολλά καράβια,

σε λάθος μέρος ψάχνοντας να βρουν δίχτυα που έριξαν,  λιμάνια που ποθήσαν.

Τρελά νησιά που περιπαίζουνε τους χάρτες  

και τις ανακοινώσεις των λιμεναρχείων γελοιοποιούν,

νησιά που αν δεν τα δέσουνε με άγκυρες,  κάποτε θα χαθούνε!..

 

ΗΜΕΡΟ ΤΟΠΙΟ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΙΠΟΤΕ…

… γλυκό σαν λάδι στην πληγή,  τοπίο όπου μονάχα μια αράχνη τρώει μια μύγα,  μια σαύρα τρώει μιαν αράχνη,  ένα γεράκι τρώει μια σαύρα…

 Ήρεμο τοπίο, βάλσαμο στην ψυχή του  περιπατητή  που μέσα του πλανιέται,

πασχίζοντας να μην πατήσει τα μυρμήγκια που σέρνουν στη φωλιά τους ψόφια μαμούδια  και  σκουλήκια!..

Ειρηνικό τοπίο, με τόσο μικροσκοπικές σφαγές,  τόσο ανεπάισθητη αγωνία

που ο παρατηρητής ξεχνάει ακόμα και τον ίδιο του το θάνατο,

αυτόν τον τρομερό γυπαετό που, σ’ έναν άλλο ουρανό,

σ’ ένα άλλο άγριο τοπίο,  πετά

φερμάροντας αδιάκοπα τη γη,   και  τον  προσμένει!...

 

ΣΤΕΓΗ ΜΟΥ, ΣΤΟΡΓΙΚΗ ΜΗΤΕΡΑ  ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙΣ ΑΠ’  ΤΗ ΜΑΝΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ…

εμένα  και  τη γάτα  και  τους ψύλλους της  

και τα χλομά χαρτιά μου όπου ζωγραφίζω ασθενικά πουλιά που τρέμουν τη βροχή,

Θεά αυτού του ελάχιστου μικρόκοσμου που υπερασπίζεσαι,

αντιστεκόμενη αδιάκοπα  στον ουρανό  και τ’ άγνωστο,

που με τ’ αβάσταχτο τους βάρος Σε πλακώνουν,

τη νύχτα, μ’ αγωνία ακούμε τους τριγμούς Σου  κι αλαφιασμένοι αγκαλιαζόμαστε,

άνθρωπος, γάτα,  ψύλλοι  και πουλιά

και τις ρωγμές κοιτάμε  ν’ ανοίγουν και να κλείνουν στο ταβάνι Σου

κι όλο θεωρούμε ότι θα γλιστρήσει  απ’ αυτές ο θάνατος

κι όλα Εσύ μακριά μας τον κρατάς!..

Σκέπη  Αγία  και  Πάνσεπτη, δέξου τις ταπεινές ευχαριστίες μας

της γάτας το ηδονικό γουργούρισμα,

των ψύλλων τους ευτυχισμένους σάλτους

κι αυτό το χάρτινο πουλί που Σου προσφέρω εγώ

και προσπαθεί να κελαηδήσει!..

 

ΑΥΤΟΣ Ο ΦΑΝΟΣΤΑΤΗΣ ΣΤΗ ΓΩΝΙΑ…  

(… μες στη βροχή,  μες στην απόλυτη των δρόμων ερημία…) 

το μόνο πράγμα που φωτίζει είναι η βροχή

που, μες στο φωτεινό του κύκλο,  ασημένιο παραπέτασμα φαντάζει!..

Φαντάζομαι ότι αυτό το νιώθει κι η βροχή

και θα μας πνίξει απόψε πάλι,   από απλή φιλαρέσκεια!..

 [επιλογές από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1991]


ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΕ ΧΩΡΙΣ ΠΟΤΕ ΝΑ ΕΡΘΕΙ

(επιλογές από τη δεύτερη ενότητα στη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1991)

2η ΙΣΤΟΡΙΑ:

 Ένας Γιαπωνέζος μικρογράφος γράφει ένα ποίημα πάνω σ’ ένα κόκκο ρύζι, ενώ ένας άλλος Γιαπωνέζος μικρογράφος ζωγραφίζει τη σκηνή πάνω σε μιαν ελάχιστη αχηβάδα, όπου είναι βέβαια αδύνατο να διακρίνεις το ρύζι και το ποίημα, αλλά αν προσεκτικά κοιτάξεις πόσο τέλεια έχει αποτυπωθεί η αγωνία και η ηδονή στο πρόσωπο του γράφοντος, θα νιώσεις σίγουρα ότι πρόκειται για κάποιον που γράφει ένα ποίημα πάνω σ’ ένα κόκκο ρύζι!..

 

3η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Η μελαγχολία, έλεγε ο Κι Πο, είναι ένα ασήμαντο λουλούδι, σχεδόν άχρωμο, αλλά με άρωμα τόσο μοναδικό, τόσο υπέροχο που, ακόμα κι όταν βρίσκεται μονάχο του, σε κήπο απέραντο χαμένο ανάμεσα σε αναρίθμητα, εκρηκτικά χαράς λουλούδια, είναι αυτό που αναζητά ο επισκέπτης, αυτό που τελικά θ’ αποκομίσει φεύγοντας, αυτό που θα καρφώσει στα μαλλιά του ή στο πέτο του  ή  στην καρδιά του.

 

4η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Οι χαρές είναι πουλιά, είπε ένας κινέζος σοφός, κι όσο πιο δυνατές είναι τόσο πιο μακριά πετάνε.

Οι λύπες είναι δένδρα κι όσο πιο μεγάλες είναι τόσο πιο βαθιά ριζώνουν!..

Ο άνθρωπος είναι χώμα· βαθιά ριζώνουν μέσα του οι λύπες και βλέπει τις χαρές μακριά του να πετούν!..

 

5η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Όπως ο Γιαπωνέζος κηπουρός, παιδεύοντας, μ’ υπομονή κι επιμονή απέραντη, τα δένδρα, δένοντας τους κορμούς με σύρματα, κλαδεύοντας αδιάκοπα κλαδιά και ρίζες,  καταφέρνει και φτιάχνει νάνους από γίγαντες, πεύκα και κυπαρίσσια και πλατάνια  που μόλις ξεπερνούν στο μπόι ένα ραδίκι,  έτσι κι εσύ, παιδεύοντας αδιάκοπα το θάνατο, αδιάκοπα ασχολούμενος μαζί του, πιλατεύοντας τον ως το κάτσιασμα, μα τόνε καταντήσεις νάνο καταγέλαστο που τρέμοντας θα ζητιανεύει την ψυχή σου.

 

6η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Όσοι χορεύουνε στη θράκα, στη Θράκη ή στην Ινδία ή οπουδήποτε αλλού, με μουσικές και προσευχές κι ένα θεό μέσα τους, δεν ξέρουν τι θα πει να κάθεσαι, μες στη σιωπή, σε αναμμένα κάρβουνα και να μην έχεις μέσα σου Θεό!..

 

7η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Τα δένδρα ανθίσανε και φέτος και, σε λίγο, απ’ τ’ άνθη τους καρπούς θα δέσουν. Ακόμα μια χρόνια και θα ’ρθουν κι άλλες, πλήθος άλλες, που θα δέσουν άνθη και καρπούς.  Εμένα από πότε έχει ν’ ανθίσει το κορμί μου, από πότε έχω καρπό να δώσω;   Κι όμως, δεν είμαι δα και τόσο γέρος  η μυγδαλιά θα μπορούσε να ’ναι αδελφή μου, μητέρα μου η καστανιά και προγιαγιά μου η ελιά και συνεχίζουνε να θάλλουν, να καρπίζουν, ενώ εμένα μ’ έχει κιόλας σημαδέψει ο ξυλοκόπος!..

 

8η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Τα μεγάλα ξύλινα κρεβάτια, όπου πρώτη φορά, ανοίξανε τα μάτια και, πολλές φορές, τα κλείσαν για να κοιμηθούν και μία μοναχά, για να πεθάνουν οι πρόγονοί μας, δεν υπάρχουν πια.   Πάει καιρός που γίνανε καυσόξυλα, που η λαίμαργη φωτιά τα καταβρόχθισε, που με το τελευταίο τριγμό, τον τελευταίο βόγκο τους, σμίξανε όλοι οι τριγμοί του έρωτα, σμίξανε όλοι οι βόγκοι του πόνου και της ηδονής!..

Δεν κλαίω για τα μεγάλα ξύλινα κρεβάτια που χαθήκαν·  οι σπίθες που τινάχθηκαν απ’ το ολοκαύτωμά τους, φτάσανε ως τους ουρανούς, γίναν αστέρια!..

 

9η ΙΣΤΟΡΙΑ:

‘Όταν πεθάνει ο νεκροθάφτης, άλλοι νεκροθάφτες τον κηδεύουνε. Εμένα ωστόσο μου αρέσει να φαντάζομαι ότι στην τελευταία του κατοικία τον οδηγούνε οι νεκροί που ο ίδιος έθαψε όσο ζούσε,  εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες που τους πρόσφερε  ή  ακόμα ότι μόνος του, με το αργό, επίσημό του βήμα, μεταφέρει τον εαυτό του ως το μνήμα όπου χώνεται και από πάνω του τραβά το χώμα σαν κουβέρτα

 

10η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Παγιδευμένη η μύγα μες το μέλι, ανακαλύπτει, ξαφνικά και αμετάκλητα, ότι ακόμα κι η γλυκύτερη θανή είναι πολύ πικρή!..

 

11η ΙΣΤΟΡΙΑ:

Σε βλέπω δίπλα μου κι ωστόσο δεν υπάρχεις·  είσαι ένα αστέρι που ’σβησε εκατομμύρια χρόνια πριν το φως του φτάσει εδώ!..

 

(επιμύθιο)

Κοντή κουβέρτα η Ποίηση και, κάθε που την τραβάς για να φυλάξεις το κεφάλι σου από τους εφιάλτες του άλλου κόσμου, στην παγωνιά αυτού του κόσμου τα πόδια σου αφύλακτα αφήνεις!..

[ιστορίες ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΕ ΧΩΡΙΣ ΠΟΤΕ ΝΑ ΕΡΘΕΙ και μια ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΡΗΣΗ από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1991 με επιμύθιο μια ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΡΗΣΗ από τη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1991,  όλα μαζί  αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη ]

 

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΥΤΟΣ

(…είναι ένα γαιοβάμον σκότος που μας πνίγει… )

ΠΡΩΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Ζω σ’ ένα χώρο περίεργο όπου το παρελθόν είναι το μέλλον του σήμερα!..  Περίκλειστος κόσμος, ασφυκτικός.   Μου λείπουν οι προοπτικές,  μου λείπει το άγνωστο!..  Κάποτε – κάποτε, στέλνω τη σκέψη μου έξω,  να κυνηγήσει!..  Γυρίζει,  φέρνοντάς μου εικόνες από έναν κόσμο όπου το μέλλον είναι το παρελθόν του σήμερα!..  Απαυδισμένος, κάθομαι και γράφω ιστορίες μιας εποχής που πέρασε χωρίς ποτέ να έρθει…  [από τις ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΕ ΧΩΡΙΣ ΠΟΤΕ ΝΑ ΕΧΕΙ ΕΡΘΕΙ, δεύτερη ενότητα στη συλλογή του Αργύρη Χιόνη ΕΣΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ 1991 με αντιγραφή  και  επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόπο Αργύρης Χιόνης Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Ποιήματα 1966 – 2000, εκδόσεις Νεφέλη]

Παρασκευή, 5 Ιουλίου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΤΡΙΚΥΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Τ’ ΑΝΘΙΣΜΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ

  (… κι ονειρευότανε στην άκαρπη γύμνια του τη φιλήδονη τους γκρεμισμένους έρωτες τους τόσο πεθαμένους…) Γέροντας πια και πρώην καπν...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ