Κυριακή 26 Μαΐου 2024

ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΩΝΙΕΣ ΤΟΥ…

 (… παλεύοντας αμέτρητα χρόνια…

με φωτεινά παράθυρα συνομιλώντας)

Κάθετο  σίδερο από τον ουρανό προς τη γη

τρέμει  με την ελάχιστη περαστική πνοή·

 

με τον έρωτα της Ποίησης και τις αγωνίες του

παλεύοντας αμέτρητα χρόνια·  απορώντας κυρίως

με το λησμονημένο ήθος και τους πολλαπλούς α-

γριους θανάτους έξω από το μάρμαρο της πόρτας

 

-κάπου μακριά      στην άκρη του τραπεζιού

χαίρεται τους άλλους φίλους πίνοντας κρασί

(με φωτεινά παράθυρα συνομιλώντας) -   ΑΠΟΓΡΑΦΗ σελ. 61   

 

ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΡΑΣΙ ΑΝΕΞΙΘΡΗΣΚΟ   (σελ. 60)

Φλογισμένο κρασί κλήμα ζωής

χώμα και σύννεφο βροχής ψηλά

πανέτοιμη κόκκινη κλάρα ψηλά για το μεθύσι

και το ταξίδι περίπου όνειρο πρίσμα

πολύπτυχο στην πολιτεία των ουρανών

και των ανέμων·  ριπές μαχαίρια επί

δικαίων  και αδίκων κόκκινο κρασί·

και τα μαχαίρια της αγάπης – φυλάξου

αν γίνεται

 

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΘΑΥΜΑ  (σελ. 54)

Την Ποίηση έχουν ανάγκη  και  η μέρα και η νύχτα

 

Σαλεύουν τα φύλλα στο αεράκι   όπως

μικρό γιαβρί ζητάει τρέμοντας   τροφή από τη μάνα

 

αλίμονο   πόσον άραγε κρατάει το νήπιο ευτυχία;

 

-Καλότυχος εσύ   που αντάμωσες το θαύμα!..

 

Ο ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ σελ. 59

Όλα τα περάσματα κλειστά μαύρα τ’ αδιέξοδα·

λησμόνησε δρόμους πόρτες χαραμάδες

μήτε μπρος  μήτε πίσω - ακίνητο νεκρό σημείο

 

ωσάν στερνή χάρη

ένα βήμα ακόμη   ένα βήμα!..

 

Ό,τι απομένει μνήμη αλησμόνητη καθώς

βυζαίνουν τα δένδρα το γαλάκτωμα της ομίχλης

κι η πάχνη διαμάντι αγαπάει τον κότσυφα  και  το χορτάρι.  

 

Από την άλλη μεριά  τ’ αντίπερα

τραγουδώ το κόκκινο τραγούδι

μην τάχα περάσει τον μαύρο ποταμό

και σ’ ανταμώσει!..  (ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ σελ. 70)

 

και ΠΙΚΡΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ  (σελ. 71)

Του δρόμου τραγούδια λησμονημένα

στον τάφο του Θανάση  μέρα Λαμπρής

έξω απ’ το χωριό  -  χάρηκα κι εγώ

γιατί κανείς δεν πήρε χαμπάρι

τα κυπαρίσσια μόνο  και  τα χαμηλά κέδρα μάρτυρες

μοναδικοί που γνωρίζει η γλώσσα τους να σιωπά

θροΐζοντας!..

 

Κι άλλες επιλογές από τη συλλογή του  Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ*, εκδόσεις Κίχλη 2015  εφημερεύουν σήμερα στο ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ μου

 


*ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ:  Τίτλος που με μια έννοια παραπέμπει στην αφετηρία της πολύχρονης σχολικής μας αγωγής. Φαίνεται πως πρόθεση του ποιητή είναι ν’ αρχίσει εκ νέου τη διερεύνηση και γνώση του γύρω του κόσμου θητεύοντας στην αυτογνωσία, στον εντοπισμό και σχολιασμό των στοιχειωδών συστατικών της ζωής, υπό το πρίσμα των ολοένα μεταβαλλόμενων συνθηκών!.. 

Ο Μάρκος Μέσκος, κουβαλά βέβαια ένα βαρύ φορτίο από μνήμες και γεγονότα.  Έχει όμως την ευφυΐα να απαλύνει τις καταστάσεις που περιγράφει προσφεύγοντας στον ανοιχτό ορίζοντα, στα πουλιά, στα δένδρα, στο χώμα και τα άνθη!..   Σχηματίζει ψηφίδα – ψηφίδα μια τοιχογραφία με σκοτάδι και φως, με πόνο κι ελπίδα…

 

ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 

(από τη σελ. 55  στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)

Σε άγνωστον δρόμο γυρίζει

ομίχλης δένδρα ψίθυροι στην αφώτιστη κοιλάδα περνούν

 

-Νύχτα    Νύχτα    Νύχτα!...

 

Γόνατα τσακισμένα σαν προσευχή το σύθαμπο

αν είναι δροσιά μαύρες οι στάλες φτερούγα μαύρη

 

-Νύχτα    Νύχτα    Νύχτα!..

 

Πίσω από κείνο το βουνό τα φώτα

αστέρι μισό λόγος μισοτελειωμένος δεν έχει εδώ

ανθούς μήτε κοκκινα κεράσια χάθηκαν ζητώντας όταν

ίσκιος φυλλωσιάς πατάει κι αυτός τη ζωή που χαίρεται σκλαβωμένη·

 

-Νερό αέρι φωνή τύμπανο στα βάθη του ουρανού

σε άγνωστον δρόμο επιστρέφει λίγα βήματα α

κόμη χαράζουν σκοτεινά τις γραφές μου είπε

 

μια ψυχή θα πάρεις στο τέλος

ζητάει συγγνώμη λευτερωμένος

και κλαίει

 

Η ΦΛΑΜΟΥΡΙΑ ΣΤΟ ΜΑΥΡΟ ΔΑΣΟΣ

Μια βδομάδα όχι περισσότερο κράτησε η δωρεά σου

πανηγύρι ευωδιάς χάδι κι ελπίδα και ανάσταση τάχα

-γεννημένος αλλού  - αλλού ξενιτεμένος

 

Να ’ναι πρωί αυγούλα του ήλιου που μαλακώνει τ’ απροσκύνητα βουνά  

χαράδρες σκοτωμένων να μην υπάρχουν

μήτε το μίσος που οπλίζει τη σκανδάλη του καταραμένου χρυσού

μήτε το κατάμαυρο σκοτάδι

χωρίς  προμηνύματα  και  αστέρια  και  ανατολές!..

 

Μονάχα ένας αετός περήφανος

σηκώνοντας την αιθρία τ’ ουρανού

με τις μεγάλες φτερούγες του

στο απέραντο βασίλειο της ζωής

 

μη χάνεσαι – ακούς – στιγμή από τα πονεμένα μάτια

-οι πύρινες κραυγές της άγριας ροδιάς στο δάσος!..

[από τη σελ. 57 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015]

 

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ  

(από τη σελ. 58 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)

Αλλού

φυλλορροούσεν ο ανθός το δένδρο χιόνιζε πρώτη του Απρίλη

άφυλλη ακόμα η φλαμουριά τα δάκρυά της ασήμι·

 

κλειστός  και  γκρίζος ο ουρανός ρώτησε

τη διπλανή γκορτσιά πώς ανθίζει τέτοιον καιρό

 

απάντησεν εκείνη:

Αιτία το θολό νερό που το ’πιε η τρυγόνα –

έχω κι εγώ τη βιάση της αμυγδαλιάς

μήπως φανεί από το Μαύρο Δάσος

αναστημένο ταίρι  και  με γνωρίσει παρηγορώντας με

μαζί  και  τα παιδιά των παιδιών της  τα ερωτευμένα!..

………………………………………………….

Τότε σαν όνειρο

μια παρέα αρχαγγελικά περιστέρια

φτερούγισαν χαράματα με τσαλιμάκια στον αέρα

 

Πολλά τα ψέματα οι αλήθειες λίγες!..

 

Ο ΓΑΛΑΞΙΑΣ

Πέρασαν πολλά  πέρασαν πολλοί

στον ίδιο τόπο  το ίδιο ακρογιάλι·

 

ψηλό κυπαρίσσι ομίχλες και χιόνια

το αέρι κατόπιν το άσπρο φως της Ανοίξεως όταν

σε λίγο καταφθάνουν τα καλούδια του θέρους

φρούτα  περίκαλλα   λωτοί τάχα λησμονημένοι =

πάλι αστραπόβροντα  με  νέφη φορτωμένα

 

Πέρασαν πουλιά

ψηλά ο πάνσοφος ήλιος κατά το κέφι του

πάντοτε παρών με την ερωτική σελήνη πλάι

και τον Γαλαξία των ωραίων ανθρώπων

 

-κάποτε ρωτούσε τώρα γνωρίζει

όταν χάνονται πού πάνε…

[από τη σελ. 63 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015]

 

ΜΕ ΜΙΣΗ ΨΥΧΗ 

(από τη σελ. 64 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου  ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)  

Εκεί που ακροζυγιάζονται

το έρεβος  και  η μνήμη του φωτός

 

μεσάνυχτα κυλάνε τα μαύρα νερά

στον ανήσυχον ύπνο που συλλογάται

τ’ αντίπερα μονοπάτια

 

δόρατα κι ασπίδες ονείρων

πανάκριβη αλήθεια

εφιάλτες

τραγούδια παλιά

ωσάν ανύπαρκτη λήθη

 

τίποτα δεν χάνεται φωνάζει ο Κόσμος!..

 

 

ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ  ΙΙ

Βήμα το βήμα διαδοχικές οι στάσεις·

το γάλα της μάνας – αγώνες – δάκρυα όχι

χαράς – πίκρα – χολή – κόκκινο κρασί

(ζωή – θάνατος – ζωή)

 

Στο κλήμα ακόμη τα σταφύλια ετοιμάζουν

το κρασί του φθινοπώρου·  κοκκινωπό  και  μαύρο

και λευκό για το μεθύσι των ανθρώπων όταν

επίμονα χαμένοι ζητούν τη λησμονια.

 

Κι εσύ που κράτησες το μέτρο θα χαθείς

άλλο καλοκαίρι δεν θα ζήσεις·  με κείνους να ’σαι

που απελπισμένοι το σούρουπο ρουφάνε το κρασί

μέχρι την τελευταία σταγόνα.

 

Πλαγιές ολάκερες στην ξέρα του βουνού

κοντά στη λίμνη του Οστρόβου  - νέκταρ σχεδόν

μοίρασέ το στα μικρά ξύλινα βαρέλια

κι ανέβασέ το  με τη βοήθεια των αλόγων για τους

μερακλήδες πάνω στο χωρίο·  ακόμα υπάρχει εκεί

η διπλή Ευθυμία  ο ανώνυμος Σπύρος  και η μνήμη

του ξενιτεμένου Μάρκου  που χάθηκε στη βροχή

και δεν πρόλαβε να πατήσει το νοσταλγημένο χιόνι

στο κατώφλι της αυγής του!..

[από τη σελ. 65 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015]

 

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ – ΞΟΡΞΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ

(από τη σελ. 66  στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου  ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)  

Προτού ξημερώσει ζητωκραυγάζει το φως του Θανάτου

υπόγειο βουητό σεισμός τυμπάνων  ή  μήπως

όνειρο ήταν  -  όνειρο είναι;

 

Πομπές ανθρώπων με τα πανέρια στα χέρια

φρούτα λωτοί κεράσια μήλα από τον ποτισμένιν άρ-

γιλο του Οστρόβου σταφύλια γλυκά – λωτοί

του κάτω Κόσμου…

Ένας ξανθός Απρίλης νεκρός και αμίλητος

από το χέρι ο Μάης προσπαθεί να τον σηκώσει…

 

Κόκκινος ήλιος ανατέλλει ματωμένος

(από Ασβεστοχώρι ο Τάσος αναληπτόμενος

έχει φτερά μια πόρτα σπασμένη στα δύο

κάλπης ο Επιτάφιος μαύρες οι παπαρούνες σήμερα καθώς

μόνον η μάνα τρίχα – τρίχα ξεριζώνει

τ’ άσπρα της μαλλιά γονατισμένη)

 

ΤΟ ΣΜΗΝΟΣ

(… πιάσε τον χορό πιάσε κόκκινο μαντίλι)  

Ρωτούσες κάποτε για τους άγραφους δρόμους της μέλισσας

παμπάλαιο αίνιγμα  πώς ξεκινούν   πού ανθίζουν τα δένδρα

πόσο μέλι συλλέγουν μυστικά φορτώνοντας τις κερήθρες

ήρεμες πλαγιές  απόκρημνα όρη  εκεί που η άρκτος

τρελαίνεται  οσμίζοντας το.

 

Σήμερα τέσσερις του Ιούνη ενός αγνώστου χρόνου

η φλαμουριά βουίζει στα μυστήρια της μέλισσας

τουλάχιστον πώς κλέβει την παρθενία των ανθών της

πώς ζουζουνίζει επιλέγοντας από τα χέρια ενός πα-

νάγαθου δένδρου που απλώνει χωρίς ταμία την ευωδιά του

στον επάνω μεγάλον Κόσμου – ανόητε!..

 

Για σένα μιλώ·

μην προσπαθείς να εννοήσεις την παντομίμα της μοναξιάς

-την ώρα αυτήν μοσκοβολάει η Ζωή!..

[από τη σελ. 67 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015]


 

ΑΜΝΗΣΙΑ

(από τη σελ. 68  στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου  ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)  

Φυτεύοντας μικρές προσδοκίες βάδιζε

μην τάχα συμβεί τίποτε

εξόν από την τιμωρία του θανάτου.

 

Μάτια τυφλά δεν βλέπουν λήθη σιωπής ενώ

χλιμιντρίζουν νερά κάποιο φτερούγισμα φωνές μακρινές·

 

τίποτε δεν γνωρίζει της Μνήμης ίχνη

δάση ρημαγμένα  κύματα ανώνυμα

σπάζουν λυσσώντας στην άκρη της Γης

άγνωστη Χώρα χωρίς όνομα  πεδιάδες δίχως καρπούς

σαν κατάρα – τι πέρασε από δω

και τα θανάτωσε όλα;

 

(Μαλάματα  ζαφείρια  χρυσαφικά  -  χώμα!..) 


ΤΑ ΠΑΝΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Όσο κρατούσε η ζωή ακόμη

άγρια χαρά  άγριο πουλί  άγρια ερωτήματα·

 

ρώτησαν κάποτε  πού μένει  τώρα πώς χάθηκε

ποιος ύπνος τον σκεπάζει·  μήνυμα δεν έφτανε

λέξη δεν ακουόνταν από κει.

 

Ξάφνου ακούστηκε μα φωνή

ανέβαιναν τα δάκρυα  νερό πονεμένο  πλημμύριζαν

αυλές  δρόμους περάσματα – ποιας μουσικής από-

ηχος  ποιο τραγούδι λησμπνημένο;

 

Χωρίς ελπίδα στριφογύριζε από τη μια πλευρά στην άλλη

μάταια προσπαθώντας να κλείσει οριστικά

τα νερά  της  Κρήνης  Μνήμης·

 

λευκή μετόπη  μάτια  χείλια   χέρια γερά   στήθος

Έρωτας κρυφός  όρθια πόδια  κάλυκες   πέταλα   γύρη

οπλές  τροπ – τροπ   άνεμος χαίτης

 

όλα

ένα κροτάλισμα πελαργού  στη φωλιά του

μια συγγνώμη  για όλα τα απελπισμένα

περήφανα στον αέρα στο χώμα στο νερό

[από τη σελ. 69 στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015]

 

ΥΣΤΕΡΕΣ ΛΕΞΕΙΣ  και  ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΙΙ

(… να ’ναι στα μάτια σου πάντα ο ουρανός ανοιχτός!.. 

Στο Κολιμπρί της Φλαμουριάς…   σελ. 72 - 73)

Νάματα  ιάματα  θαύματα   σωτήρια καταφυγή του νου  και  ψευδαισθήσεις έστω πικρές του Χειμώνα εύγεστο πορτοκάλι μακρινό κεράσι στον ουρανίσκο του Καλοκαιριού   Στο ματαξύ   ανείπωτο πουλιού έπος  και  τραγούδι   κάτω από το χώμα στα σκοτεινά τσαλιά   σαν ταξίδι σπάνιου τσαλαπετεινού   (ελάχιστο μέγιστο ωδικό της Γης)   ίχνος πλέον κόκκος άμμου  κόκκινεςς στέρνες  σπίθες  -  τυφλοί στον αιώνα.   Στο μεταξύ σύννεφα βροχής νεροποντές ποτάμια   και λίμνες  και  θαλάσσια ρεύματα των Ωκεανών  πάντα  και     ΕΠΙΛΛΟΓΟΣ ΙΙ   Το ’ξερες φίλε   βιαστικός ο Απρίλης   κόκκινες μέρες ακολουθούν·  στον ουρανό ψηλά η Ελευθερία  και οι κραυγές   των ταπεινών κουρνιασμένες στα δένδρα – νοσταλγικό   χελιδόνι φέρνει το μήνυμα κεράσια σκουλαρίκια   ωραίοι άνθρωποι που στο νερό δροσίζουν   τη γλώσσα τους κατάκορφα της ψυχής.   Μαυρίζει πάλι ο καιρός   είναι καιρό   πάρε ψυχή μου το δρόμο της ανηφόρας από την αρχή   εκεί θάλασσα λευκή ανθηρό κουράγιο   στα πρώτα σκαλιά κεράσια λάμπουν  και  γελούν εκεί   πάρε τον δρόμο όσον κρατάει ακόμα   η στερνή βουή στο στήθος.   Τέλος του Ιούνη όλα τα κουσρεμένα κλαριά   στο κίτρινο θέρος αλληλέγγυα υπάρχουν   άνθη τελειωμένα  και  φύλλα σιωπηλά σαν   όνειρα της επόμενης χρονιάς  -  ποιον θ’ αγκαλιάσουν γνωρίζεις;   Κατεβαίνεις αποχαιρετώντας τον Κόσμο   καθώς γυρίζουν οι αιώνες πίσω.   Λοιπόν φίλε   χαιρέτησε τη Σελήνη   το φεγγάρι που ενώνει τον κόσμο ησυχάζοντάς τον!.   [επιλογές από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου  ΑΛΦΑ  ΒΗΤΑ, εκδόσεις ΚΙΧΛΗ 2015]

Δευτέρα, 27 Μαΐου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΜΕΤΡΑΩ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΒΡΙΣΚΩ ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ

  (… ο κάτοικος του υπογείου βλέπει κήπους και γελάει...)          Το μελαχρινό σου πρόσωπο ακουμπάει στο χώμα. Ο ουρανός πολλές φορές ε...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ