Δευτέρα 29 Απριλίου 2024

ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΚΑΓΚΕΛΟ και ΔΙΧΩΣ ΑΠΕΡΑΝΤΟΣΥΝΗ

(… χωρίς αιωνιότητα  δίχως τ’ αντίθετό της 

αγέννητη και ξένη προς το θάνατο  

λάμπει στα φυλλοκάρδια η ελευθερία… - Η ΦΟΒΕΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ)

ΑΙΦΝΗΣ

Αυτό που λέμε όνειρο δεν είναι όνειρο

και η πλατειά πραγματικότητα δεν είναι πραγματική.

Κάπου  γελιέμαι μα εκεί κιόλας υπάρχω απόλυτα,

σαν το σύννεφο π’ αλλάζει στα νωθρά δευτερόλεπτα

όντας μονάχα ακάλεστη μεταμόρφωση.

Κανένα λιοντάρι δεν παραγνώρισε το θήραμα

και η πάπια δεν έπαψε να πιπιλίζει τη λάσπη·

το χταπόδι βγαίνει απ’ το ρηχό θαλάμι του με γαλαζόπετρα

στα ξέφωτα η τίγρη λησμονιέται ανεπίληπτα.

Νυχτώνει και σήμερα.

 Η αγωνία λέει πάλι:  θα βοσκήσω το μαύρο!..

 

Η ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΠΕΙΛΗΣ

Έχουν αρχίσει να με κυκλώνουν επικίνδυνα οι ώρες.

Ακούω τα φυλλώματα σήμερα

γίνηκαν ανήσυχα χορικά.

Πρέπει να ζήσω τις αντίστροφες δυνάμεις.

Ω καρδιά μου – τρομαχτικότερη σελήνη!

 

ΑΝΕΜΟΓΛΕΝΤΙ

Τον ήλιο σπρώχνοντας απάνω

στ’ αδιέξοδα της γεωμετρίας

με τους ανθρώπους πάντα να με ξεζυγιάζουν

εγώ ο τελευταίος χαρταετός του λεκανοπεδίου μας

ευχάριστος,  αλήθεια,  σαν το θάνατο

μέσα στ’  ανθοπωλεία

δε μηχανεύτηκα το κύμα της ψυχής

αυτή την ποίηση που θέλει τ’ όνομά μου

[κι άλλες επιλογές από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971.

Εδώ αντιγραφή και επικόλληση από τον πρώτο συγκεντρωτικό τόμο:  ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ  ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1961 – 1978, ΙΚΑΡΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ]

 


Η ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ 

(από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ  ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971)

Πεταλωμένη μάγισσα σε είδα πάλι

να δαγκώνεις τον αέρα

μ’ αυτή την πανοπλία των λουλουδιών

που σε φυλάσσει από κάθε σκληρότητα

τις νεκρές πεταλούδες να κεντούν την κοιλιά σου

μ’ εκείνο το μακρύ σύννεφο στην ολάνοιχτη θλίψη

το ουράνιο κοντάρι σου!..

Έχω μια τέτοια όρεξη για θάνατο

που μ’ αρέσει να ξαπλώνω στα ταβάνια

παίρνοντας χάπια υπνωτικά και βλέποντας

την κεφαλή της Μέδουσας από τεράστια

κύματα ύπνου χρωματιστού σε παραμόρφωση

την Ευρυδίκη με σεισμούς μειλίχιους

απ’ την ουρά του χρόνου να κρατιέται.

Πεταλωμένη μάγισσα σέρνεις ακόμη

το κορμί μου στη δίψα των γηραλέων γιασεμιών

αναπνέοντας την ποιότητα της ανυπαρξίας

αμάραντο άλογο από κρίνα κι από φρίκη!..

Pax  ένας άγιος που στρέφεται γύρω στον άξονά του

Pax  ένας άγγελος που χτυπούσε

το κεφάλι του με τα φτερά του

Pax  max   κοάξ

κοάξ  pax  εναλλάξ εγρήγορση  και  ύπνος.

Ένας πραγματικό κύριος δεν πιστεύει στις μηχανές.

 

ΜΙΑ ΔΟΞΑΣΙΑ ΚΙ Η ΖΩΗ ΟΛΑΚΕΡΗ ΝΟΜΙΖΩ

Το καλοκαίρι μένουν άναυδοι οι χείμαρροι

κι αυτό το πριονίδι του καιρού

με την παράξενη οσμή: τα δευτερόλεπτα

σιγά-σιγά σαπίζει.

Πότε κι εγώ θα ξεμεθύσω;

Η νύχτα του Καρκίνου μπερδεύει το περπάτημα

με περιπαίζει ασύστολα και χθες ακόμη

μελετούσα θλιβερά παραλληλόγραμμα

γυρεύοντας να νιώσω γεωμέτρης.

Ο Σκορπιός είχε πάχνη και βούλιαζε αφάνταστα.

Θυμήθηκα δίχως λόγο θαυμάσιες

παραλίες με πολύχρωμη κίνηση

κι απότομα τη Φυσική να μην υπάρχει

στα ηλιόλουστα φεγγάρια της Προϊστορίας

όταν οι πηδηχτοί νάνοι – ποιοι νάνοι; -

με τα ενέχυρα του θανάτου και τη μαχαιριά

κλωτσούσαν ουρλιάζοντας τον αέρα.

Ευτύχημα, είπα, που δεν έχουμε κανένα όφελος.

Ευτύχημα να μας σπρώχνει ολοένα ο χρόνος.

Άμφια της αυγής τρομαχτικά

χαράματα τυλιγμένα σε άνηθο

της ταραχής αχτιδοβόλο σμάλτο.

Δεν έχω τίποτα με τους νεκρούς ούτε με τ’ άστρα:

λαμποκοπούσαν ανέκαθεν, απ’ την αρχαιότητα.

Βλέπω μονάχα τον ασίγαστο γυρισμό της χλόης

τα τρομερά της ύλης παραληρήματα.

Ξημέρωσε πάλι και μεγάλωσε

το λαρύγγι του κόκορα.

Ο σκύλος άρχισε τα βήματα.

Επίσης άρχισαν τα πρώτα λεωφορεία.

Το χρόνο τον αισθάνομαι στην ωμοπλάτη.

[από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971]

 

ΡΩΜΑΪΚΗ ΟΠΤΑΣΙΑ

(από τη συλλογή ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971)

Ωραιότερος απ’ τα ναυάγια των ήλιων

ο απλός αυτοκράτορας ενώ

τα μάτια του σχεδόν ερωτευμένα

και πρόθυμα στον άσχετο κίνδυνο μιας εκστρατείας

κερνούσαν έξω απ’ τη σκηνή του

τη μοίρα δίχως τάραχο και την αθώα σκέψη

να μην τον έβρει σε μικρότητα ο θάνατος

όπως οι άγγελοι διαγράφονταν παγεροί μες τον κόσμο

χωρίς άλλο ένδυμα, μονάχα την αυγή φορώντας

-εκείνη το σοβαρότητα εκείνο το χρώμα!..

μιλούσε με τα λίγα δάκρυά του κι όπως

ο ήλιος ανέβαινε στην καμπύλη

σιγά - σιγά τα στέρεψε.

Η Ρώμη γινότανε μέσα του σαν ένα σβωλαράκι

τα χρόνια μάζευαν οδυνηρά

καθώς τα στρείδια στο λεμόνι.

Ποτέ δεν τον ένιωθαν, αλήθεια,

οι λεγεωνάριοι που ’χαν συνηθίσει

τόσον καιρό στην σφαγή και στον πονόδοντο

με σκονισμένα μάτια   με σπασμένα νεύρα.

Αίφνης ένας παλιός αριστοκράτης απ’ του Βρούτου το σόι

μ’ άσπρο κουστούμι και μια κόκκινη βαλίτσα

τον πλησίασε ήρεμα και διαιρώντας

με το χέρι του σηκωμένο ψηλά

την αυγινή σελήνη που ξεθύμαινε

του είπε: «Πώς να γίνει, αγαπητέ μου, διχάζομαι και συ

μου λες πως έχω το παρόν και μόνο.

Μα εκείνος ο γαλάζιος σκαντζόχοιρος

ο ουρανός όταν βρέχει

τα δένδρα που τρομάζουν ολόγυρα

η άκακη χλόη κι αποκάτω τα πτηνά

τούτο το βάρβαρο ρυάκι πλάι μας

τα ξίφη των αγγέλων

η μουγκαμάρα που σχηματίζει τη λάμψη –

κάθε λαχτάρισμα του υπαρκτού με αφυπνίζει

για το μισό που καταπίνει το άλλο του μισό.

Δεν είμαι θάλασσα να λιώσω με νύχτα τη σελήνη

και να την κάμω κομμάτια στα νερά

με νεκρώσιμη γαλήνη περίγυρα

ή με κύματα γοερά

με θρήσκευμα τον πόνο…

Το έαρ είναι άλυτο.

Πώς να διδάξω τη φλόγα στη σταγόνα;

Η αγωνία υπερβαίνει τη ζωή,

γι’ αυτό κι αχρηστεύει τις απολαύσεις.

Αχ, τι λάκκος από σκοτάδι που κάποτε

μ’ έναν κόκορα στο κεφάλι για να τρελάνω τη νύχτα

ούρλιασα ξαφνικά σαν να μου φύτεψαν βόλι:

-Μια τριανταφυλλιά στο φεγγαρόφωτο!

Τι φρίκη, την τρώνε τα δευτερόλεπτα! –

Πώς να κρατήσουμε απείραχτο το δαίμονα;

Μ’ αν δεν μπορούμε – τότε λέω πως αρκεί

για λίγη βλόγηση κι ίσως ίαση

κείνος ο σκύλος όνειρος, κείνος ο γκρίζος τύφος…

Χαίρε Καίσαρα!

Τα μάτια μου είναι ευρήματα του θανάτου».

 

Nada

Σ’ αυτά τα κακούργα χαράματα η νεκρίλα των πεύκων

ευαγγελίζεται τη νιόκοπη γαλήνη.

Τώρα το σκέφτομαι: η σιωπή των πάγων

αναγκάζει την αγιότητα να ’ναι άσπρη.

 

Το μαύρο μ’ έχει προσαρτήσει.

Μια κραυγή, δίχως λόγο, επεκτείνει την ύπαρξη

μια κραυγή στον αέρα μεγαλώνει το ύψος μου.

Στον αέρα κι ο γέρος ερυθρόδερμος

με τ’ άσπρα του μαλλιά σα γνέμα

κειμήλιο της σιγής ανεκτίμητο.

 

Η νύχτα η βία και η έμπνευση.

Την είδα την αποκαθήλωση του Γκουεβάρα

σε μια γούρνα της Βολιβίας.

Ολόγυρα στέκονταν οι λοχαγοί και με το δάχτυλο

δείχναν απάνω στο κορμάκι του τις τρύπες.

[από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971]

 

ΝΕΑ ΕΙΣΟΔΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

(από τη συλλογή ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971)

Χωρίς να ξέρω πια τίποτα για λαοθάλασσες

κι άλλες τέτοιες ιστορίες.

 

Βραδινά νερά  νυφική συμπλήρωση

στα μετάξια του μεγάλου μετανάστη του αγέρα

καθώς το σύννεφο μονάζει στη λιγόλεπτη ζωή του

για να στρέφονται τ’ άνθη προς τον ήλιο

χωρίς αντάμειψη  και  συνέχεια.

Να μη σε κοροϊδέψει τ’ αδιάκοπο ταξίδι του αγέρα.

Τα δάκρυα σκορπίζουν ομορφιά – το ξέρουμε –

μα φέρνουν όμως και μύξα στους ανθρώπους

 

Η ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΗΡΕΜΙΑΣ

Πρωί - πρωί ξαστερωμένος απ’ τον ύπνο

-μια δικαίωση.

Στην εκκλησούλα των χωραφιών είν’ απόμακρες

όλες εκείνες οι καταστροφές και πιότερο    οι πολύχρωμες.

Καμιά διεκδίκηση, καμιά δυτική θεραπεία.

Σα να με προσκάλεσαν οι πεθαμένοι

στις απρόσωπες σημασίες των θάμνων.

Ο θάνατος δεν νοικιάζεται  - το ’μαθα -

κι ο έρωτας φέρνει ψόφο στις ερινύες.

Θυμάμαι τώρα τον νόμο να τρέφεται σ’ άλλη έκταση

τα τελευταία μου βήματα, τρία  -  τέσσερα,

σκεπασμένα από πυκνούς αιώνες

κι ο ήλιος να ’ναι πάντα το κέντρο της αποτυχίας

που χύνει σ’ άλλους κόσμους τις πράξεις και τα όνειρα

στους ανθρώπινους οχετούς  – έθνη και κράτη.

[από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971]

 

ΜΟΣΧΟΒΟΛΗΜΑ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ

(από τη συλλογή ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971)

Καπνίζοντας βαριά τσιγάρα, τέσσερα πακέτα,

μ’ αυτό τον άνεργο καπνό να μπαίνει

στ’ αδιάκοπα ουράνια

μέσα από μεγάλες χαραμάδες

έλεγα το λεπρό τραγούδι της αγάπης αγγίζοντας

τα νήπια φύλλα των δένδρων:

«Ο ποιητής τα μάταια τα μάτια του

σαν άτια του μπορεί και τα σκοτώνει,

Ο άγιος – αυτός μπορεί ναν τα διπλοσκοτώνει.

Γι’ αθάνατους Εκείνος έφτυνε το ρύζι του

για τους φτωχούς το μάζωχνε στη φούχτα

ο Siddharttha».

 

ΓΙΑ  ΧΡΟΝΟ  ΜΟΝΑΧΑ ΕΚΛΙΠΑΡΟΥΣΑ

(Δημήτριος Καπετανάκης:  Emily Dickinson  

στον Ε. Χ. Γονατά που μετάφρασε τον στίχο)

Σαν τους αθόρυβους αϊτούς που με ποικίλα χρώματα

σωριάζονται στ’ αποκριάτικα σκουπίδια

νεκροί που δεν τους πρόλαβε η λύσσα των δευτερολέπτων

εκείνη που σκαρώνει τη διάρκεια,  τους μήνες και τα χρόνια

η τρομερή φαγέδαινα  η κουτσομύτα Πλάνη

που δίχως  έναστρα φτερά  δίχως μικρόβια

τρώει  και  τρώει την Ανυπαρξία –

πεθαίνουν έρημοι της γης οι κάτασπροι άγγελοι

Φτωχέ Καπετανάκη  κι  όμως όλβιε

στη φράση που ’γραφες  αναπνέουμε ολοένα

παγιδευμένοι σε πιθανά γεράματα

μ’ ένα ερώτημα που πρέπει να χαράξω:

Πώς θα γλιτώσουμε απ’ το Σύμπαν;

[από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971]

 

ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΔΙΧΩΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ

(από τη συλλογή ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971)

Το στενόμακρο άλογο του χάροντα           

χαίρεται ρόδινες κωμωδίες   αχνίζοντας τίποτα.

Το νερό τρεκλίζει ψιθυρίζοντας αρχαιότητες

ο ευγενής βρικόλακας η Άνοιξη   φανερώνεται πάλι.

Καταρρέουν τα μύρα  κι  ο σμαράγδινος χόρτος

ανεβαίνει σταθερά στην ηδυπάθεια.

Μα εμείς όλα αυτά τα χαρίζουμε σ’ ένα κορνάρισμα.

Τα δένδρα τότε γίνονται πνιγηρές ειρωνείες.

 

Να βλέπεις ένα αστραποβόλημα στην άμοιρη τη φύση

να βλέπεις και να λες:  Ωραία χρώματα!..

Να βλέπεις άλλοτε τον ήλιο και να λες:

υπέροχη αυτή η αθλιότητα!.. –

η θαλερή  και  μάχιμη  κι  αχτινοβόλα.

Μ’ αν είναι η ψυχή μας άπραχτη γιομάτη πράξη

το φως οπού δε χτίζεται παρέχει ολομόναχη.

 

ΑΠ’ ΤΙΣ ΑΓΓΕΛΙΚΕΣ ΜΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(Το μεγαλύτερο ψέμα που ειπώθηκε ποτέ είναι πως γράφουμε για τον εαυτό μας!.. 

Α,  να κι η μαμή της αλήθειας   το Σωκρατίδιο!..

Μου φαίνεται πως ένα καλό ξύσιμο διαρκείας

λυτρώνει περισσότερο απ’ την ποίηση…  )

Πώς έγινε και το ’σκασε ο Αδάμ απ’ τη λάμψη του   κι έδειξε μια καινούργια γοητεία:  το σκοτάδι -  βαραίνοντας απ’ το χρόνο σαν αόριστη κοιλιά…  Κοπέρνικος 9:  Συναντούμε δυσχέρειες.   Δεν κάνουν έρωτα στην Αφροδίτη.   VENUS   ΔΕΝ   ΑΡΗΣ   ΔΕΝ   ΔΙΑΣ   ΔΕΝ   Ω, ΜΗ   ΔΕΝ   ΜΗΔΕΝ   ΟΛΟΝΕΝ   Βραζιλία – Αγγλία  1 – 0   Έξω – μέσα:  Ούτε – ούτε.   Τηλεόραση.  «Φορέστε τα καλά σας.   Ο ρόλος της εκφωνήτρια είναι κυριακάτικος».   Πρέπει να θανατώσουμε τις κοσμοθεωρίες.   Είναι όλες μητρομανείς.    Η ΛΥΠΗ: Η ΠΥΛΗ   Όσες φορές κουβέντιασα με τους λεγόμενους ανθρώπους   αναγκάστηκα να σηκωσω τη φωνή μου   γιατί δεν ανέχτηκα να μου σπάσουν   τα υπέροχα κρύσταλλα της αιωνιότητας.   Άρωμα Όραμα – δεν έχω τίποτα άλλο.   Ξέχασα όμως: έχω και τσιγάρα.   Χίπις   ΑΤΑΡΑΞΙΑ   Χίπις   ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ   Χίπις   ΑΚΟΡΕΣΤΟ ΝΕΠΑΛ    Α, δεν μπορώ να περιγράψω πια   τα μάτια της επόμενης μπαλαρίνας…  Είμαι ένα άτυχος τυμπανιστής που τέλειωσε ο πόλεμος.   Έγραψα ποίηση  -  μ’ άλλα λόγια   συνεργάστηκα με το μηδέν.   Άλλαξα φρίκη.   Τ’ αηδόνια οι εχθροί των συζητήσεων.   Όλος ο κόσμος τα θαυμάζει σκοτεινά.  Το ξέρεω.   Τ’ αηδόνια  -  η καταγωγή της θλίψεως.   Θεότητα: η στέρφα που μας γέννησε   η έμψυχη σκάλα.   Ο Μύθος: η ανάγωγη φύση της αλήθειας.   Παράλυτος.   Άλυτος.   Να, ένα ζουζούνι!..  Μεγάλες απολαύσεις – αηδόνια σπαραγμοί!..  Κι εσύ φρικαλέο εικοσιτετράωρο   που τρομερά εικονίζεις τη ζωή μας   από ύπνο σε ύπνο!..  Εγώ που λέγομαι αρνητής   εγώ που δε γελιέμαι πια μεσ’ στη χαράδρα της αφής   ήθελα μ’ ένα τόξο μυστικόπαθου πρίγκιπα   στα σκοτεινά υψίπεδα της Ασίας   να λαβώσω τη χθεσινή πορτογαλίδα.   Το πιο σπουδαίο στον κόσμο είναι το τίποτα!..  Για όλα τα σπίτια  για όλες τις ταράτσες   το νέο  ΠΛΑΝΗΤΕΣ.   Απευθείας εκ του ηλιακού συστήματος.   HOMO SAPIENSHOMO ΣΑΠΙΟΣ.   Κι ωστόσο λάμπει συνεχώς ο Γκουεβάρα   στα μυρωμένα επουράνια της Βολιβίας   ανώφελος και παράλογος – ανωφερής  και  μόνος -  χωρίς το ύψος να ψηλώσει περισσότερο   δίχως η μοίρα να μας δείξει τίποτα άλλο.   Τσε;   Και;   Τα σύμφωνα σα να φυτρώνουν απ’ τη σπονδυλική μου στήλη   τα φωνήετα μεσ’ απ’ το λαιμό  κι  ολοένα   στην πολύφωτη Αγορά με τις απαίσιες   μυρουδιές αιωρούνται   τα πορφυρώματα.   Μεγάλο αίσθημα η θάλασσα   τα όρη  και  η νύχτα.   Το ’παν αυτό οι μονοχίτωνες έρημοι  κι  ο άνθρωπος των θαυμάτων   ο αφάνταστος Comte de SaintGermain der Wundermann (1710 – 1780)  ηλικίας 2000 ετών.   Η λογική λοιπόν είναι μια έμμονη ιδέα των ψυχιάτρων  (Συνεχίζεται) (από τη συλλογή του Νίκου Καρούζου ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ 1971 – Πρώτος συγκεντρωτικός τόμος: ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ  1961 -1978, ΙΚΑΡΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ)

Παρασκευή, 3  Μάιου  2024


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

  (… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…) «Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)   ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ