Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2023

ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΑΠΟΨΕ ΛΑΓΝΕΣ ΨΥΧΕΣ ΝΑ ΚΥΝΗΓΗΣΩ

 (… θέλω σε κάτι άδολο ν’ αφιερωθώ…)


Τρέμισμα πεταλούδας πάνω σε χείλη αυστηρά

βελούδινη τρικυμία που κοιμίζει ναυάγια

τρυφερός αέρας μιας νύχτας όπου η σελήνη καίει

ρίγος από δέρμα σπάνιο  κι από μαλλιά

σαν φτέρωμα ενός εβένινου κύκνου

μάτια θλιμμένα κοιτάζοντας το χορό  

που τελώνια στήνουν   γύρω από την τρελή Οφηλία.

 

Δεν θέλω απόψε λάγνες ψυχές να κυνηγήσω

θέλω σε κάτι άδολο ν’ αφιερωθώ,

τόσο  αθώο που να μην τολμώ   πάθος να φανερώσω!..

 

Άστρα σεμνά,  στο καθαρό διάστημα της νύχτας

θέλω απόψε για την αγάπη μου να λάμψω

ίδιος με σας που τρέμετε   νηφάλια,  παγωμένα,

έστω κι αν είσαστε από κοντά  

ήλιου ολοκαυτώματα!..

 

Σ’ ένα υπόγειο σκοτάδι βυθιζόμουν

σπίθες τρεμόσβηναν παντού

δεν είχα σώμα

 

ένιωθα νους μετέωρος   μέσα στο σύμπαν!..

 [ΟΝΕΙΡΟΙ,  ΠΛΗΘΟΣ ΨΥΧΡΟ  και  ΟΡΥΧΕΙΟ, τρια ποιήματα από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994

κι άλλες επιλογές απ’ αυτή τη συλλογή

αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο: ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ Ποιήματα 1977 – 2013, εκδόσεις Μεταίχμιο]

 

 


ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΚΥΚΝΟΥ

(από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994)

Ασήμι, πίσω από τα σύννεφα ήταν ο ήλιος

σταγόνες – κρύσταλλο – στα φύλλα είχαν δέσει

μες στη θαμπή διαφάνεια των υδρατμών του κήπου

αργόσχολα περιπλανιόμουν  κι αντίκρισα

της λίμνης το στιλβωμένο δάπεδο,

σκηνή θεάτρου

 

Ερχότανε γλιστρώντας στο νερό,

ένα στολίδι από λευκό χαρτόνι,

για κάποιον αυτοσχέδιο χορό αντικρύ μου

διέγραψε τροχιά προσηλωμένος

στο κέντρο της ματιάς μου

στύλωσε πάνω της το μαύρο βλέμμα

-με κοίταζε βαθιά με κάρφωνε

στ’ άσπρα ντυμένη   η νύχτα.

 

Ήταν αυτό που έψαχνα εδώ και χρόνια∙

ατσάλινη και παγερή μια γοητεία

αιχμάλωτο κρατώντας με σ’ ασφυκτική σαγήνη

το σμίξιμο το ξαφνικό δυο καταγμάτων που έβλεπαν

τον εαυτό τους πρώτη φορά

σαν σε καθρέφτη.

 

Αδύνατο τα μάτια μου να στρέψω

Να κόψω την κλωστή του βλέμματός του∙  όταν

στη λόχμη ακούμπησε

τριγμός   -  αστραπιαία

γύρισε αυτός αλλού,  σπασμωδικά

τινάχτηκα όπως ξυπνά,

νεκρός,  ο υπνοβάτης.

……………………

Επίσημα ταξίδευε

μες στων νερών τα σκηνικά

εγώ τα πόδια μου έσερνα με γόνατα κομμένα

πηγαίνοντας προς τη βουή της πόλης που ακουγόταν

γεμάτη φλόγα και ορμή

πίσω απ’ τα δένδρα.

 

ΣΚΙΡΤΗΜΑ

Την ώρα που ένα πλήθος στροβιλίζεται

βρέθηκα να περνώ στη λεωφόρο

μέσα σε λεύκες και ιτιές

από τον άνεμο του πρωινού

παρασυρμένος.

 

Και ξαφνικά,   τα μάτια μου μεθώντας

με το παιχνίδισμα ίσκιων μαβιών που έριχναν

στα πρόσωπα  των διαβατών τα δένδρα,

ο ουρανός ψηλά  ήταν βαθύχρωμος

κι ο ένας ήλιος αγνός τα πράγματα έδειχνε

ακριβώς όπως είναι,

 

αισθάνθηκα πως δεν είμαι πια εγώ

τυχαία λεπτομέρεια στο συρφετό μιας πόλης

αλλά ότι διέσχιζα έναν θρίαμβο

που γύρω μου αλάλαζε και σπαρταρούσε

ότι περνούσα νικητής  μες  από λεύκες  και  ιτιές

τον έρωτα πηγαίνοντας να κατακτήσω!..

[από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994]

 

ΑΝΑΝΕΩΣΗ

(από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994)

Αγροί με τα παράφορα λουλούδια

με σας η απόγνωση μοιάζει πιο ταιριαστή

αφού οι χυμοί σας οδυνηρά οργιάζουν

καθώς η ύλη πλάθει  και  πάλι πλάθει

χρώματα,  όνειρα, μορφές,

ενώ τα σύννεφα ιχνογραφούν ψηλά

χάρτες ρευστής αιωνιότητας

και το γαλάζιο κυανό

κρύσταλλο απομένει.

 

Θλίψη είναι η ζωντάνια του πιο ευφρόσυνου σπασμού

τώρα που η άνοιξη σαν όλεθρος βγαίνει,

σπέρνοντας γύρω σπαραγμούς ολάνθιστου πολέμου,

και στον ορίζοντα πουλιά

με τάξη αγγέλων σχηματίζοντας

επιγραφές  το διαλαλούν

πως ήρθε πια ο καιρός όλα ν’ αλλάξουν

και να τελειώσει μια για πάντα

η χαρμόσυνη αυτή Καταδίκη

 

ΔΡΥΑΔΑ

Η κρήνη ανάβρυζε νερό

από τα μαύρα χείλη μιας βακχικής θεότητας

ενώ στη μέση της πλατείας

ορμώντας έβγαινε απ’ το χώμα

όλο χυμούς και τράνταγμα

η φτελιά.

 

Κι όσο ο άνεμος φυσούσε  και  το νερό κελάρυζε

τόσο εκείνη έσφυζε από δαιμόνιο,

ώσπου θαρρείς πια δεν ήταν δένδρο

αλλά Δρυάδα ριζωμένη στα γραφικά πλακόστρωτα!..

 

ΨΗΦΙΔΩΤΟ

Απόψε ο κήπος δεν έχει βάθος

κάθε σημείο του είναι ένα χρώμα,

κι όλα μαζί τα σημεία συνθέτουν

μια κουρτίνα βαρύτιμη,  κεντημένη με πέτρες

που τα μάτια ναρκώνει

και  κανείς δεν μπορεί να τη σύρει!..

[από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994]

 

ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

(από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994)

Του νερού άνθη αγγελικά!.. Λουλούδια πλωτά στις λίμνες των πάρκων, σκιρτά ο νους μου και σας παρασταίνει, όχι στην τεχνητή ετούτη μίμηση δρυμού στο κέντρο της πολιτείας, αλλά στις φυσικές σας διαμονές, τις υδάτινες κρύπτες.

Τι αραχνοΰφαντα πλάσματα βλασταίνει ο βάλτος!.. Ποιους θεούς, ποιες  νύμφες, ποιους πνιγμένους σκεπάζετε, κανείς ποτέ δεν θα μάθει.  Όμως εγώ τις ώρες εκείνες – όταν κουρασμένος από φιλίες  κι  αισθήματα νοσταλγώ μια ζωή που να μην είναι ανθρώπινη – με σας γυρεύω να ομοιωθώ,  γιατί ριζωμένα  σ’ έναν καθρέφτη πλέετε απρόσιτα, χωρίς τα γήινα δεσμά, τον ουράνιο θόλο κοιτώντας κατάματα.

 

ΕΠΙΧΡΥΣΟ

Άφησα πίσω μου το δρόμο

και χώθηκα μέσα στο κίτρινο των  σπάρτων

εκεί όπου το κάθε τι υπήρχε

μόνο  και μόνο λαμπερό για να φαντάζει

 

Κι είπα:  «Ό,τι κι αν είδα ή έζησα

και μέσα μου πικρό απόσταγμα έχει μείνει

χάνεται τώρα σβήνει

εδώ που ο κόσμος  δεν είναι παρά κόσμος,

ένα στολίδι επίχρυσο που μοναχά θαμπώνει»

 

ΠΡΩΙΝΗ ΑΥΡΑ

Η γραφίδα χαράζει πάνω στ’ άσπρο χαρτί

κυανές βαθυγάλαζες  φράσεις.

 

Κι εγώ γράφω σκυμμένος, στο τραπέζι ακουμπώντας,

κι οι λέξεις πυκνώνουν  - ένα πέλαγος μπλάβο –

νιώθω τώρα να γέρνω σε μια κουπαστή καραβιού

κι αγναντεύω κοπέλες με στυγνή ομορφιά

να φωλιάζουν στα βράχια,  να παφλάζουν στο κύμα,

να γλιστράνε  στις πράσινες πέτρες, να βουτούν στο νερό

και να σβήνουν σαν λιωμένο ασήμι,

πρωινό,  πλησιάζοντας σε νησιά ναρκωμένα

μες στα ρίγη της θάλασσας στην καρδιά του Αυγούστου.

[από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994]


Η ΣΕΙΡΗΝΑ

(από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994)

Μέσα στο πράσινο πετράδι,

γλυκό νερό που σκλήρυνε στον ήλιο

ζει μια σειρήνα!..

 

Τα μάτια της   

βλέπουνε πάντοτε την ωμότητα

τα χέρια της

είναι για πράξεις εκλεπτυσμένες  κι  ακατονόμαστες

τα μαλλιά της

μοιάζουν κλωστές πολύτιμου ατσαλιού

κι η ουρά της

ψηφιδωτό πολιτισμού υπερκόσμιου!..

 

ΕΡΗΜΟΣ

Γυμνά, βλέπω τα πόδια μου στην παραλία

καθώς βυθίζονται στην άμμο τη ζεστή

κι ο νους μου πάει στα βήματα του ερημίτη

-χνάρια που κατευθύνονται στο αχανές –

πάνω στην επιφάνεια της τέφρας

που όλο αλλάζει ο άνεμος

χαλνώντας  και  ξανά πλάθοντας λόφους.

 

 Στο γαλάζιο νερό που δεν πίνεται

στο χρυσό έδαφος που δεν σπέρνεται

στο απόλυτο φως που τυφλώνει

βλέπω ως πέρα ένα κενό

μες στους ατμούς της λαύρας.

[από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994]

 

 

ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟ ΔΕΡΑΣ

(από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994)

Αστραφτερό παιχνίδισμα που κρύβει

τα βάθη του υδάτινου θηρίου

είναι από κίτρινο τη μέρα

τη νύχτα είναι από λευκό χρυσάφι

-οφθαλμαπάτη θησαυρού πάνω στο κύμα!..

 

ΦΩΣΦΟΡΙΣΜΟΣ

Το φως γεννά η φωτιά

που είναι μαζί καταστροφή και θάμπος

-η πτήση του Φαέθωνα, στροβίλισμα ψυχής

γύρω απ’ τη λάμψη στο ταβάνι

που την μαγνητίζει εωσότου την κάψει.

 

Όμως όταν πέσει η νύχτα, κάποιες φορές,

η θάλασσα  ή  μες τη λίμνη

άστρο κρυφό η πυγολαμπίδα

μ’ ένα υποκύανο φέγγος

που δε γεννά η φωτιά

με καθηλώνει.

[από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη  ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994]

 

ΜΠΗΚΕ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

(… σα μια γυναίκα που κρατά   την αναμμένη λάμπα…

Έξω  αρχίζει να βρέχει…

Απλώνει δειλά στο τραπέζι το φως  και αθόρυβα φεύγει,

χωρική που μυρίζει θυμάρι  κι αγριλιά νοτισμένη…- ΠΡΩΤΟΒΡΟΧΙ)

Βγαίνοντας από το ναό αφήσαμε πίσω   τη χάβρα των θορύβων της λατρείας,  των θυμιατών τους κρότους  και  των ψαλμών λυγμούς   κάτω από τη λάμψη του πολυελαίου   εμπρός στις μαύρες ασημωμένες ζωγραφιές   και πήγαμε ως την άκρη του προαύλιου   εκεί όπου σάλευε με δροσερές ριπές   ένα πλατάνι!..  Ριζωμένο βαθιά μες την πέτρα   να σηκώνει στις βαριές του φτερούγες   το στερέωμα για αιώνες ψηλά   σπαρταρώντας  -  η σκιά του μας σκέπασε,   μια σπηλιά με ψιθύρους.   Μα δεν ήταν το ρίγος αυτό ανατρίχιασμα φύσης.   Ήταν μια σκέπη στεναγμών  και  θρόων,   όχι ταγμένη να πει το μέλλον,   αλλά όποιος στεκόταν στον ίσκιο της έμελλε   μιαν ατέρμονη  κι  άξεστη προσευχή   ν’ ανασάνει με τρόμο,  σκοτεινή ικεσία.   Μες στο ναό συνέχιζε ο ήχος της λατρείας   ο πρόσκαιρος αλαλαγμός∙   όμως εδώ πια δεν υπήρχαν   προσφορές  κεριά   θυμιάματα  το σούρουπο βάραινε κιόλας   κάνοντας πιο βαθύ το μουρμούρισμα της σιγής   τον καημό του κόσμου   που έτρεμε,   ανέμιζε   πλατάγιζε ψηλά   στα κλαδιά αιωνόβιου δένδρου [ΤΟ ΠΛΑΤΑΝΙ από τη συλλογή του Στρατή Πασχάλη ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ 1994, εδώ αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο ΣΤΙΧΟΙ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ, Ποιήματα 1977 – 2013, εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ]

Παρασκευή, 22 Σεπτεμβρίου 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΝΕΡΟ ΜΑΓΝΑΔΙ…

  (… κεντισμένο   με ρόδα   και   με βάγια   με ήλιους   και   με άστρα που τα απλών’ η Μάγια απάνω στης αλήθειας το σκοτάδι…) Δεν σ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ