Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

ΜΙΣΟΣ ΑΙΩΝΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥ ΠΑΙΡΝΕΙΣ ΠΑΛΙ ΤΑ ΣΠΑΘΙΑ

 (…  κι έπιασα να μετράω τα πενήντα δυο μου χρόνια…)


Ξημέρωνε Τρίτη   Κωνσταντίνου  και  Ελένης ιεραποστόλων –

νύχτα πλωτή πρωί τραβερσωμένο –

κι έπιασα να μετράω τα πενήντα δυο μου χρόνια

Τι να σου κάνω χωρίς άσσο στο μανίκι   μέτριος παίχτης

που δεν μαθαίνει κιόλας απ’ τα λάθη του

όλο θυμάται όσα θα ’πρεπε να ζει   κι όλο ξεχνάει να ζήσει

παίζοντας πάλι και πάλι και προς τι

αφού θα χάσω λίγα – λίγα τα υπάρχοντά μου

για να κερδίσω τα ανύπαρχτα εφάπαξ!..

 

Γύρω – γύρω όλοι   εγώ   εσύ   αυτός

και στη μέση ο Ούτις

που χρόνια τώρα κάτι θέλει να μου πει

αγράμματο  ασύντακτο  τραυλό·

σε τέταρτο πρόσωπο.

 

Πάνω στην ώρα   κάτι γαλάζιο σκάει στον ορίζοντα.

 

Λουλουδάκι μου γαλάζιο   σε φιλώ κι αναστενάζω.

 

Αγαπημένη εσύ εν γυναιξί  

γυναίκα μου πανέμνοστη κυρά

να πιω νερό στη χούφτα σου  και  σάλιο στο φιλί

να γλείψω δάκρυ – δάκρυ μου

κι αλάτι να φανερωθώ στο κύμα   σε μια μεγάλη θαλασσα

που τη χτυπάνε τα βουνά   με δώδεκα ποτάμια.

 

Γλυκό νερό  γλυφό νερό

αμίλητο νερό της λησμονιάς

αλλά η δίψα  -  δίψα.

 

Θα πιω τη γλώσσα σου ως τη ρίζα

τα λόγια και τα βογγητά σου

λέξεις  λεξούλες  οιμωγές   προστακτικές  και  προσευχές

ανάσα μου ρηχή βαθιά πνιχτή

όλο κραυγές  και  μινυρίσματα

κορμί μου καλομαθημένο

αλάτι γίνε στο μάτι του χιονιού

να το τυφλώσεις γυναίκα μου πανέμνοστη κυρά

που με φυσάει το βλέμμα σου γλυκά και πάω!..

 

Πάω χαμένος

[αποσπάσματα από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά  Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003 αντιγραφή κι επικόλληση από συγκεντρωτικό τόμο ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1978-2012 εκδόσεις Μελάνι 2013]

 

 


ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΚΟΙΜΗΘΩ ΑΡΓΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ

( από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003)

Λίγο πριν κοιμηθώ αργά το βράδυ

ανοίγει κάποια πόρτα στο σκοτάδι

κι ακούω μες τον ύπνο μου γατάκια

που κλαίνε σε αυλές και σε σοκάκια

 

μέχρι να βρούνε στο μαστό του ύπνου

το ρόφημα του βλαβερού τους δείπνου

θηλάζοντας την πίσσα της ημέρας

στη ρώγα μιας αόρατης μητέρας.

 

Βυθίζομαι μαζί τους λίγο – λίγο

στης νύχτας  την τυφλή δικαιοσύνη

και σ’ ένα εφιάλτη καταλήγω·

 

ιαγουάροι μαύροι έχουν γίνει

κι αλαφιασμένος τρέχω να ξεφύγω

σε στέπες που αχνίζουν νικοτίνη.

 

ΦΥΣΑΕΙ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΟΥ ΓΛΥΚΑ  ΜΙΚΡΗ ΜΟΥ ΧΡΥΣΗΙΔΑ

(… και φέρνει γύρη στα μαλλιά   στα τσίνορα  

στα χρόνια  και  στα γένια  μου…)

Βγαίνω με τη χρυσή μου προσωπίδα

από τα φονικά λουτρά της

σηκώνοντας τρεις τσεκουριές στην πλάτη

χορεύοντας  παρατηρώντας

στη μέση του μεγάλου θολωτού μου τάφου.

 

-Κανένας να πάρει τα παιδιά!..

 

Κάποιος να πάρει τα παιδιά

και το κουτσό σκυλί μου

σ’ ενός βοδιού το κέρατο

να πάει να τα κρύψει

να μην τα βρουν όσα τους έγραψε   η μαύρη μοίρα

 

… πού θα υα βρούνε τα καημένα

 

Κοριτσάκι μου γαλάζιο

θα σου μιλώ γλυκά με παραμύθια

για να ξεχνάς τη δύσκολη πατρίδα

κι εσύ θα μου ζητάς το δαχτυλίδι

που σου ’ταξαν μια μέρα στην Αυλίδα.

 

Θα σου χτενίσω ίσια τα μαλλιά σου

περήφανη να πας για τη θυσία

κι εσύ θα μου γυρεύεις τον πατέρα

νυφούλα να σε πάει στην εκκλησία.

 

Έλα στις Μυκήνες μεσημέρι

θύμισέ μου τη φωνή σου

πλύνε μου με δάκρυα το χέρι

 

ξέχασέ μας  και  κοιμήσου.

Γίνε μεσοφόρι σε κατάρτι

λεμονιά μέσα στη Σπάρτη.

[από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003]

 

ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΜΟΝΙΕΣ ΠΑΡΕΑ ΦΑΝΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΣΠΡΗ ΣΤΡΑΤΑ 

(… κι είχε καστανά τα μάτια και τα χέρια της χιονάτα…)

Γνέθε τα μαλλιά της γνέθε

γύριζε λιγνό μου αδράχτι

με τα δάκρυα του ανδρός της

και της μοίρας της το άχτι.

 

Μες στη μεσιανή καμάρα έκλαψε πουλί το γιόμα

για τα μάτια τα μεγάλα για το κοντυλένιο στόμα.

 

Γεφυράκι ποιος θα δέσει

τη δαχτυλιδένια μέση

ποιος θα βρει το μονοπάτι

για το γνωστικό διαβάτη

 

Γνέθε τα μαλλιά της γνέθε

γύριζε λιγνό μου αδράχτι

δίπλα στο κύμα τ’ αλμυρό

κοντά σε ήσυχο ποτάμι

στον στοιχειωμένο ίσκιο της συκιάς

στον τρούλο μιας βασιλικής βελανιδιάς

στον ίσκιο μιας χρυσής καλαμωτής

στη μυρωδιά βρεγμένης ψάθας

στον ήχο μια σχισμένης τέντας

στον ίσκιο ενός υπόστεγου

από φτέρη  και  άνεμο

από τσίγκο  και  βροχή

από ελενίτ.

[από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003]

 

ΓΥΡΙΖΕ ΛΙΓΝΟ ΜΟΥ ΑΔΡΑΧΤΙ

( από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003)

σε παλιό σπίτι αταβάνωτο

να μπαίνει ο αέρας το κρύο η βροχή

τα μυρμήγκια οι γκουστερίτσες τα ποντίκια

οι καλικάντζαροι – μωρή κρασολουσμένη –

το φίδι του σπιτιού από γρέντα σε γρέντα

σα δαχτυλίδι από τον μέσο στον παράμεσο.

 

-Κοιμήσου. Ό,τι ανασαίνει μες στο σπίτι

κρατάει το δίκιο του στα δόντια.

-Ακούω αλύχτημα μακριά.

Ακούω ξύσιμο στην πόρτα!..

μάτια πιστά υγρά μουσούδια

χαρές και χάδια σε πλάτες μαλλιαρές

κι αυτά τσαλακωμένα

με το βελούδο τους ακόμη στην παλάμη

 

-Πού πήγαν;  Μαύλισέ τα.

-Περδίκη Φούλα  Έκτορα Ασπρούλα

Κανέλλη Πέτρο  Καφετούλη Καρμέλα…

Πού πήγαν τα σκυλιά μας

και δεν ακούγεται ψυχή μέσα στη νύχτα;

-Πέρα στους πέρα κάμπους.

Άλλα θα κυνηγούν λαγούς και άλλα μηχανάκια.

 

Ώρα του γυρισμού ώρα του δείπνου

ώρα της ήσυχης φωνής  - Απόστασα.

Βαρύ το πόδι στο κατώφλι

μακρύς – μακρύς ο ίσκιος

από την πόρτα ως τα εικονίσματα.

 

Η σιωπή κι απόψε θα ξαναδουλεύει

της άφησε η φυρονεριά σπηλιές

κι ο κανατάς τις στάμνες του να τις γεμίσει.

 

Η μάνα μοναχή στο σπίτι

και τα παιδιά στις πολιτείες

το ένα γκαρσόν το άλλο σωφέρ

το τρίτο μετανάστης.

 

-Θα ’ρθω μανούλα νοικοκύρης

με κούρσα κόκκινη και με γραβάτα.

Θα ’ρθεις παιδί μου μουσαφίρης

με δυο βρυσούλες στα πικρά σου μάτια.

 

Να ξημέρωνε μια μέρα

μια γιορτή μια Πασχαλιά

όλοι να ’ταν εδώ πέρα

κι εγώ να ’λειπα μακριά.

 

Να γλεντάνε να γελάνε

και να πίνουν στην υγειά

τη δική τους τη δική μου

κααι όσων λείπουν μακριά.

 

Να ξημέρωνε μια μέρα

μια καλή Πρωτοχρονιά

όλοι να ’ταν εδώ πέρα

κι εγώ να ’λειπα μακριά.

[από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003]

 

ΥΠΝΟΣ ΙΕΡΟΣ, ΛΙΟΝΑΡΙΣΙΟΣ ΤΟΥ ΓΥΡΙΣΜΟΥ…

(… στη μεγάλη της αμμουδιάς απλωσιά… )

Ύπνος ιερός λιονταρίσιος  σε διαμέρισμα πολυκατοικίας –υπόγει   -ισόγειο   -πρώτου ορόφου   -ρετιρέ   Κηρυκείου 1 με Σπύρο, Ερμού 73 με Γεράσιμο  και  Κώστα – μια νύχτα δεν έκλεισε μάτι παλεύοντας με τους κοριούς ο μικροκωνσταντίνος μου – αντροπαρέες Θεσπρωτών φοιτητών, Θεόφιλος, Παντελής, Ηλίας – απόντες τώρα και οι τρεις – Νίκος, Γιώργος, Περικλής, Βαγγέλης – ακόμη τότε στα καράβια – Λούλα – μόνη μέσα στ’ αγριεμένο πλήθος - Ιουλιανά, Πέτρουλας, το πάρεργο της Νομικής, το κάτεργο της ΖΑΜΑ, κάθε μέρα για τον Πειραιά με τον ηλεκτρικό, οδός Παπαστράτου, η Ευαγγελία, βασίλεψα της βάρδιας – μάτια μεγάλα που κάποτε βασίλεψαν εντός μου – Κιουτάχειας (πόσος) με Γεράσιμο, Βαγγέλη και Ηλία,  «Βίλα Λαχτάρα» με τους ίδιους, ένα πρωί δημοτικά και εμβατήρια κι εφτά χρονάκια, ποιος θα το ’λεγε, στο γύψο με τη φωνή στις γάζες λίγο πριν κελαηδήσει, Ρούμελης με Γεράσιμο και Φρεθδερίκη – Σταύρος, Νόη, Ιγνάτιος, Μαρία, Έλσα, Κομνηνός, Κατερίνα, μαθήματα αγγλικών και ρώσικα με τον Κόλια – πιριρίφ θα πει διάλειμμα – Δοξαστική 10Α με Σταύρο και Μακρυγιανναίους, η άλλη Νόη, η Στέλλα, ο Μηνάς, ο Χρήστος, ο Πάνος και ξαφνικά στην Κόρινθο κακός στρατιώτης, κουρεμένα κεφάλια,  «Ζήτω η 21η Απριλίου»,  και  «η θάλασσα σε απόσταση χαδιού»,  Ηράκλειο στη ΣΕΑΠ, μόνη παρηγοριά  «τα βουνά τα χιονόδοξα»,  κάθε πρωί στην αναφορά του λόχου, κι ύστερα δυο Αοράκια με το όπλο στην ανάταση, και  βόλτες στο Ηράκλειο, με τη στολή εξόδου    και  γάντια (απαραιτήτως), μόνο σε καθώς πρέπει μαγαζιά, Στρατολογικό Γραφείο Αθηνών μετά, αρχές του 70 η δίκη της Δημοκρατικής Άμυνας, πρωί για την ΕΣΑ με συνοδεία, Σπανός  και  Χατζηζήσης  και  απειλές για ξύλο – που δεν έπεσε – μέχτι το καλοκαίρι μεταξύ φθοράς  και  αφθαρσίας – Πέτρος, Μαρίνα, γιαγιά Ρηνή – ΥΕΑ Στρατολογικού με καθήκοντα γραφέως  κι ύστερα κανονικός γραφέας Πεζικού στην Ξάνθη – στολή, πηλήκιο, παπούτσια, γάντια παραδόθηκαν πλην εξοφλήθησαν μέχρι δραχμής στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού – ως το απολυτήριο, τον Οκτώβριο του 71, δυο χρόνια ακριβώς και δυο μέρες φυλακή που δεν τις υπηρέτησησα.   Πολλά χρόνια αργότερα,  στα κρατητήρια της ΕΣΑ, ο υποψήφιος έφεδρος αξιωματικός Μ.Γκ. θα θυμόταν εκείνη τη μακρινή ημέρα του Μαϊου, που η μάνα του τον είχε πάει πρώτη φορά στα μελίσσια…  [αποσπάσματα  από τη συλλογή του Μιχάλη Γκανά Ο ΥΠΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΙΣΤΗ 2003 -  συγκεντρωτική έκδοση ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1978 – 2012, εκδόσεις Μελάνι]

Παρασκευή, 28 Ιουλίου 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΩ ΜΑ ΩΣΤΟΣΟ ΔΕΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΟΥ…

  (… θε μου τι απέραντο παντού   και   τι βάθος γκρεμός το απέξω…   - Ο ΑΜΝΗΜΩΝ, ΑΓΑΘΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ) (… έφυγε κι ο πατέρας στα εκατό του ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ