Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023

ΝΥΧΤΩΝΕ ΚΙ ΗΜΟΥΝ ΤΟΣΟ ΜΟΝΑΧΟΣ

 (… που νόμιζα πως ο Θεός πλησιάζει…)


Ακοίμητος στα στήθη μου καημός  

ο καταποντισμός του παραδείσου

 

Ξάφνου φωτίζει μέσα μου ο νεκρός

το σκοτεινό ουρανό του μέλλοντός μου

 

Σα να ’χει κι άλλα βήματα ο καιρός

σα να ’χει κι άλλα σκαλοπάτια ο τάφος

 

Ψυχή μου σκοτεινή καταπακτή

μυστηριώδης σήραγγα του αγνώστου

 

Στη μοναξιά των λέξεων κατοικώ

Στην έρημο των στίχων ασκητεύω

 

Εσύ στα βάθη πάντα μακρινή

-για να ’χει μιαν ελπίδα η μάταιη πτήση

 

Λίγη από λάμψη λίγη από νερό

χαμογελάς καθώς ουράνιο τόξο

 

Σελήνη ακινητεί στο μέτωπό σου

-μαρμάρου φως το μέλλον επωάζει

 

Σύρεις το σύρτη και με προσκαλείς

στο βάθος της καταπακτής χιονίζει

 

 Βαθιά σιγή δονεί την ύπαρξή μου

με καταυγάζει το πελώριο σκότος

 

Κι εσύ Μητέρα που πυροβατείς

και ξαφνικά φωταγωγείς το χάος

 

Παρατημένα σπίτια συντηρώ

δωμάτια πεθαμένων συγυρίζω

 

Πόσα ναυάγια μέσα μου χωρούν;

Πόσους νεκρούς η ανάσα μου λικνίζει;

 

Ο θάνατος ο πιο πυκνός καπνός

ο θάνατος ο κλίβανος των μύθων

 

Αιώνες λήθης στρώματα σιωπής

από τη μια στην άλλη εντάφια μήτρα

 

Γιατί λευκοφορούν οι κερασιές

Γιατί φορά ο νεκρός τα γιορτινά του;

 

Άνοιξη και τα χρώματα σκιρτούν

άνοιξη και τα σώματα θυμούνται

 

Προς τι λοιπόν η θλίψη κι ο καημός

Γέμισε πάλι φως ο λίγος κήπος!..

[κι άλλοι στίχοι από τη συλλογή του Ορέστη Αλεξάκη  ΝΥΧΤΟΦΙΛΙΑ 1995   - αντιγραφή και επικόλληση  από το συγκεντρωτικό τόμο ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗ 1960-2009 εκδόσεις Γαβριηλίδης 2011]

 

 


ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

(… μυστηριώδη νεύματα του απείρου…)

Έρωτα  κηπουρέ των εγκοσμίων

 

Χρόνος  καθώς η λάμψη του φτερού

Τόπος  καθώς η πάχνη της πρωίας

 

Κι εσύ καρδιά μου που παραληρείς

συνεπαρμένη από βοή και μοίρα

 

Ω μνήμη  σπίτι που με κατοικεί

μητέρα που το στήθος μου θηλάζει

 

Κι αν τα κρυμμένα μας φανερωθούν

πόσοι θ’ αντέξουν τόση φωταψία;

 

Τώρα κι εσύ στα δόντια του καιρού

στην ερημιά του παγερού καθρέφτη

 

Μόνος  κι αυτό που πάντα σ’ απειλεί

με τη σιωπή της αιωνιότητάς του

 

Μες στο μυστήριο του τυφλού θεού

στην παγωνιά της παντοκρατορίας

 

Ώρα να ηχήσουν οι βαθιές σιωπές

να τελεσθούν οι ακραίες προσεγγίσεις

 

Όχι τον ήχο   την ηχώ ν’ ακούς

όχι το σώμα   τη σκιά να βλέπεις

 

Όπως ο λύκος έτσι κι η ψυχή

στην οιμωγή στην απεραντοσύνη

 

Μήτ’ ένα αστέρι πια στην κουπαστή

μήτ’ ένα θαύμα στην κλειστή παλάμη

 

Και τελικά δεν έμαθε κανείς  ποιος έχει το κλειδί

και τι θ’ ανοίξει!..

 

Τόσο μ’ ανησυχούσε ο χωρισμός  που ’χα ξεχάσει πως

κανείς δεν ήρθε

 

Ή μήπως  δεν υπάρχει πια κανείς;

Ή μήπως είμαι ο μόνος παραλήπτης;

 

Μιλώ γι’ αυτόν που αιώνια καρτερεί

μ’ ένα κερί λιωμένο στην παλάμη

 [από τη συλλογή του Ορέστη Αλεξάκη ΝΥΧΤΟΦΙΛΙΑ 1995]

 

ΜΝΗΜΗ ΣΥΝΑΖΩ ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΣΙΩΠΗ

(… στυφή τροφή για τον βαρύ χειμώνα…)

Πάλι χαράζει εντός μου παρελθόν   πάλι χιονίζει εντός μου πεπρωμένο   Τι σκοτεινός ωκεανός το φως   τι φωτεινό βασίλειο το σκοτάδι   Ακούσατε τους φλοίσβους των νεκρών;   Διακρίνατε τις λέμβους των απόντων;   Θαύμα που λέγεται σιγή του απείρου   Μηδέν που λάμπεις ως εξαίσιος λίθος   Εγκόσμια χάρη πια δεν καρτερώ  - σαν ήσυχο νερό κυλά η ζωή μου   Ψυχή μου που αναθρώσκεις στο αχανές   Σώμα μου που το χώμα σου αποδίδεις   Με προκαλούν τα δάση των ριζών   οι μαγικές πατρίδες των μετάλλων   Μακριά περ’ απ’ τα τείχη της σιωπής   ακούω ξανά τον σαλπιγκτή της νιότης [στίχοι από τη συλλογή του Ορέστη Αλεξάκη ΝΥΧΤΟΦΙΛΙΑ 1995 συγκεντρωτική έκδοση ΟΡΕΣΤΗ ΑΛΕΞΑΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗ 1960 – 2009, Γαβριηλίδης 2011]

Παρασκευή, 14 Ιουλίου 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΝΤΑ Σ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑΜΕ…

  (…χωρίς ποτέ κανείς να μας ακούει…) («Γιατί σωπαίνουν τα κοχύλια; Γιατί δεν τραγουδούνε τα παιδιά; Τα ζώα τ’ αφανίσαμε και τα φυ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ