(… συχνά το φως έλαμπε στη ράχη του νομίσματος για το ταξίδι…
πληγές και σκοτάδια·
οι μάνες μόνο να κλαιν να κλαιν
να κλαιν…
σαν ήχος πρωτόγονης καμπάνας…)
ΜΕΤΑΙΧΜΙΑ ΟΡΙΑΚΑ (σελ. 9)
Δύναμη παιδιού
σπαθί
και κνούτο και
κριός πολιορκητικός
που γκρεμίζει το επίμονο μαύρο·
τύμπανο βουερό που καίει τα πέλματα των γιγάντων
λουλούδια θυσιασμένα αστέρια στα χέρια σου
λαμποκοπώντας χαράματα και
θεοσκότεινες νύχτες·
πρόσεξε μη σκοτώσεις το πουλί
πρόσεξε τον ήχο της φωνής
και τη σιωπή που βλέπει γελώντας
κρυμμένη.
ΣΠΟΥΡΓΙΤΙ (σελ. 10)
Πόσο ουρανό θέλουν τα φτερά του
σπουργιτιού;
Δυο ραμφίσματα στο μέσα του καρπού
και αναχωρεί ευγνωμονώντας!..
ΑΚΡΟΓΙΑΛΙ (σελ. 40)
Αφάνταστα δύσκολο ο ποιητής να γίνει
Ποίημα
ψαράς να γίνει μαγεύοντας τη θάλασσα
υπό
το σεληνόφως την αυγή την ησυχία του
καμάτου
με τη
μοναδική του βάρκα σε κάποιο ακρογιάλι του κόσμου
[στροφές στη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ, εκδόσεις Κίχλη 2015. Εξήντα δύο
ποιήματα, κατά κανόνα μέσης έκτασης, συγκροτούν αυτή την ιδιόρρυθμη ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ του Ποιητή. Τίτλος που με μια έννοια παραπέμπει στην
αφετηρία της πολύχρονης σχολικής μας αγωγής. Φαίνεται πως πρόθεση του Μέσκου,
σχολιάζει ο Δημ. Δασκαλόπουλος, είναι ν’
αρχίσει εκ νέου τη διερεύνηση και γνώση του γύρω του κόσμου· για μια ακόμη φορά
θητεύει στην αυτογνωσία, στον εντοπισμό και σχολιασμό των στοιχειωδών
συστατικών της ζωής, υπό το πρίσμα των ολοένα μεταβαλλόμενων συνθηκών!..
Ο Ποιητής, κουβαλά βέβαια ένα βαρύ
φορτίο από μνήμες και γεγονότα.
Έχει όμως την ευφυΐα να απαλύνει τις
καταστάσεις που περιγράφει προσφεύγοντας στον ανοιχτό ορίζοντα, στα πουλιά, στα
δένδρα, στο χώμα και τα άνθη!..
Βρίσκεται σε διαρκή επαφή και συνεχή
διάλογο με το φυσικό περιβάλλον, με την πανίδα και τη χλωρίδα, αλλά κα με τις
δημόσιες ή ιδιωτικές περιπέτειες που έχουν διαδραματιστεί στον τόπο μας… Επειδή,
ο ποιητής είναι βαθιά ριζωμένος στην
πατρώα γη και ο ίδιος αισθάνεται ως αναπόσπαστο μέρος της…
Με ελλειπτική στίξη στις λέξεις που
απαρτίζουν κάθε στίχο, με ιδιόρρυθμες
στροφές και διασκελισμούς, ο Μέσκος σχηματίζει ψηφίδα – ψηφίδα μια τοιχογραφία
με σκοτάδι και φως, με πόνο και ελπίδα…
«Μαυρίζει πάλι ο καιρός…» αλλά στη σκοτεινή του πλευρά κρύβονται ρωγμές φωτός και ελπίδας καθώς ο
ποιητής, είτε απευθύνεται στον εαυτό του είτε προς τον αναγνώστη, προσφέρει
παραινέσεις παρηγοριάς και κατασταλαγμένης αντιμετώπισης των δύσκολων, δίσεχτων
καιρών:
ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΕΥΔΙΑ (σελ. 35)
Μάγοι και Μύστες και Προφήτες
προπάντων Ανώνυμοι
Επαναστάτες
Πανέμορφο γαρδέλι χαράματα στο δένδρο
νότες ανεβοκατεβάζει κελαηδώντας το
φως
και τη χαρά της άλλης μέρας!..
-Φίλε μου ακριβέ που χάνεσαι πάντα
νωρίς
γενού άσπρο σύννεφο και κόπιασε στο
ερειπωμένο κατώφλι
ρόδια
και μήλα και
κρασί να σε φιλέψω·
αν βρέχει στο δρόμο βροχούλα είναι θα περάσει…
ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΟ (σελ. 38)
Τρελαίνονται τα δένδρα όταν ανθίζουν
στον λόφο στον έρημο δρόμο στην καρδιά –
Μαύρε μου στόλισε με τ’ άνθη τη ζωή σου
στη λήθη στείλε τα δακρυσμένα σου
κλαδιά!..
ΣΑΝ ΥΠΟΘΕΣΗ (σελ. 11)
Τρομαχτική μοναξιά το σπίτι βυθός·
στον πάτο κανείς δεν ακούει
ρίζα που αν θέλει ο θεός κάποτε
θ’ ανέβει νούφαρο λευκό στο γραμμή
της νιότης για λίγο
Κι άλλες επιλογές ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Μάρκου Μέσκου εφημερεύουν σήμερα στο ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ μου
Η ΒΑΡΚΑ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)
Άδεια βάρκα (σύξυλη) που ξεβράζει το κύμα
στην έρημη ακτή·
σύννεφα μαύρα στον ορίζοντα
ξαφνική βροχή
πέτρινο δρολάπι –
δίχως τον Έρωτα γρήγορα περνάει η Ζωή·
πρωινό αεράκι και ασπασμός
και μουσκε-
μένα μαντίλια στην αποβάθρα κρυφός ανα-
στεναγμός μια νότα πουλιού κρυμμένη
στα φύλλα.
Πώς ηρεμεί το πάθος του φωτός τώρα
πες μου εσύ
κοντινέ μου φίλε!..
ΠΟΡΤΡΕΤΟ
Με το δικέλλι τον κασμά και το σακατεμένο φτυάρι
στο μέσον της μικρής αγροτικής οικονομίας α-
νοιξη φθινόπωρο λίγο θέρος κουρασμένος πάντα
στην πέτρα έξω από την πόρτα κοιτώντας το νερό
του ποταμού τις πάπιες που αθόρυβα οδηγούσαν τα
μικρά τους πάνω κάτω
- αυτός
θαρρείς χωρίς όνομα χωρίς όνειρα τάχα και μεράκια
πάντα θωρώντας κάτω· στο χώμα στενάζοντας· ένας
παράξενος άνδρας ανώνυμος·
χάθηκεν όπως ήρθε·
μυστικό εφτασφράγιστο στον τετράγωνο λα-
ξεμένο λίθο της εξώπορτάς του
ΠΙΚΡΟ
Στα παράθυρα της νύχτας σε περιμένει·
μην του στερείς τον πνοή του αέρα
τον άνεμο του Βοριά όταν στροβιλίζεται α-
κόμη ζώντας μόριο εξαϋλωμένο
μαγεμένο από τους νεκρούς σε κάποια γωνιά
του κόσμου
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΜΙΚΡΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ, Κίχλη 2015)
Άοσμα ψυχρά ρόδα και τριαντάφυλλα του Χειμώνα
δεν έκλεισαν οι πληγές ανατριχιάζουν ακόμη
-αλλάζει ο καιρός ο κόσμος αλλάζει έλεγε συλ-
λογισμένος με δεν το πολυπίσυε·
και τα πουλιά συλλογίζονται στο ύψος του ουρανού
τελώνια σε λίγο δαιμονισμένα μάγια φυσούν παντού
αλλοπαρμένος πανικός στον δρόμο για το χαμό τρ-
λαίνοντάς τον οι απουσίες των προηγουμένων·
σχεδόν αίνιγμα εγκώμιο χαρμολύπης
εφτασφράγιστο μυστικό το πορτοκάλι
κάτω από τα πέταλα των αλόγων (της Επανάστασης)
ΤΟ ΤΥΜΠΑΝΟ
Πάλι το υποχθόνιο τύμπανο
μήνυμα φωνές απελπισμένες
-ποιοι δεν κοιμούνται εκεί κάτω;
Τώρα τώρα τώρα
φιλιά κι αγκαλιές και άνθη ξεγραμμένα
απύθμενος λάκκος παρέα στον κάτω μαχαλά
σαρκάζει τ’ αλησμόνητα καθώς
λιωμένοι στο φως και στο σκοτάδι
της λήθης καπηλειό ποδάρι του αόριστου χρόνου
λεηλατεί ακατάπαυστα ζωές·
μαχαίρι και πληγές
μην ξεκολλώντας το αρχαίο φιλί
Τώρα τώρα τώρα
- Σιωπή!..
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΝΕΠΙΣΗΜΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
(Ο πολύχρωμος Σπίνος)
Πρόφαση των Βασιλέων οι σκλάβοι να δουλεύουν
εργάτες στα λατομεία και η άγραφη ιστορία που
λησμονήθηκε κάτω από αιώνες χωμάτων –
Μακεδόνες και Καρχηδόνιοι συνήψαν σχέσεις
εναντίον της Ρώμης·
πως τάχα ο Μέγας Αλέξανδρος
θα ’παιρνε πίσω την τιμή των Ελλήνων από τους χρυσοφόρους
Πέρσες· αργότερα
οι ρωμαϊκές λεγεώνες ορέγονταν την άλλη πλευρά
του Βυζαντίου
και βούληση Αλλάχ
το πάρσιμο της Πόλης·
πρόσχημα οι σφαγές του Καρλομάγνου
στο κέντρον της Ευρώπης
δήθεν οι Σταυροφορίες καράβια με κανόνια πονηρές εκτιμήσεις
πονηρότερη η καταγραφή τους στα μοναστήρια τότε.
Ακόμη πιο δυσνόητα όλα τα μυστικά μάταια
πρόσφατα και τωρινά.
Να πούμε κι εμείς εύκολα το πρωί
το απόγευμα προβληματικό δεν στεριώνουν οι μέρες
της Χαράς· η μάγισσα
Ιστορία με το αίμα ξεπλένει
πάντοτε τις πομπές της ο Μεσαίωνας διαρκής
κι ας λένε οι πολεμοχαρείς
τα νικητήρια ψέματά τους!..
ΤΟ ΤΑΜΠΟΥΡΙ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΑΦΑ
ΒΗΤΑ 2015)
Η κληματαριά η
φλαμουριά του Χάινε το δένδρο
που γεννάει τα τζίτζιφα το αειθαλές δένδρο που
ωριμάζει κάθε τόσο τα κίτρα πρασινάδες ανώνυμες
άγριες τριανταφυλλιές – πράσινο οχυρό βγάζοντάς τον
από τον τάφο της μοναξιάς μεθυσμένον
γιατί αναχώρησαν άδικα φίλοι πιστοί
και αγαπημένοι· ο άλλος
θάνατος ο δικός του
ένα κίτρινο ανθάκι στο πρόσκαιρο τριφύλλι.
ΕΦΙΑΛΤΕΣ
(… οι καλεσμένοι περιμένουν τα κόκκινα μήλα στο σαλόνι…)
από τ’ άγραφα
ένα μοναχικό τριαντάφυλλο ψυχούλα!..
Λήθη πανούργα πες
αύριον
τι θα γεννήσει η νύχτα η γκαστρωμένη;
Σωρός πεσμένα ξερόκλαδα του ανέμου στη χαράδρα
απρόσμενο το καρτέρι το θήραμα κι ο κυνηγός
βαλσαμωμένα τα πουλιά φαντάσματα ίσκιων βούρκωμα του πένθους
μοιρολόγι η ανώνυμη χλόη και το ζουδάκι τρέμοντας
στο ασύλητο κονάκι του.
Εκεί το μαύρο
δάσος εκεί
κοντά το νερό της πηγής –
βασιλιάς το έρμο αηδόνι!..
ΚΑΡΜΑΝΙΟΛΑ
(… πόσων δε ράγισε το συκώτι…)
Αν άγρυπνο το καντήλι ησυχάζει στη γωνιά πικραμένο
αλλόκοτα σημάδια περίεργα σκοτεινά –
μοναδικό πολυφωνικό τραγούδι χάθηκε για λίγο
στην κρύπτη ελπίζει τώρα μια πιθαμή η ανάσα
Εποχή του σκότους βρέχει ομίχλες χιόνι παγωμένο
κοιμούνται τα κόκκινα
γκρίζο άγριο περιστέρι
κυνηγημένο κι άφαντο πληθαίνει το έρεβος αέ-
ρι οι φίλοι αραιώνουν τις ώρες τεντώνουν μάταια
αγαθή μόνον η γλώσσα της μάνας –
και τα κόκαλα λιώνουν στο χώμα
τα ψίχουλα στα πουλιά·
ώρα για το κρασί κόντρα!..
ΣΥΓΡΧΟΝΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
(… πανίσχυρο το τραγούδι χωρίς λόγια…)
Πατώντας τους όρκους επαιτούσε μόνο
η δυστυχία να μη λησμονηθεί
της λήθης η σκόνη μην τον σκεπάσει αιώνια
-Πρόσωπα σβήνουν χάνονται
φίλοι
πήρε το μερίδιο της κι η παγωνιά (όλα παίρνουν
κάτι μαζί τους) σαν
θάνατος και ζωή που λίγο-
στεύει στο άγονο χώμα·
αγωνίες
αδιέξοδο τέλος απειλές τα μαύρα φίδια
πάνω του ζωσμένα.
Ξενιτεμένος
μεταίχμιος
στο λάκκο του πρωινού φωτός ικέτης
δεν ειρωνεύεται
(σαρκάζει)
κάποιο πουλί
ο μεγάλος ήλιος
κάποιος θεός να δώσει!..
ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ
Εννοούσε τη ματαιότητά του
χαϊδεύοντας την ευδία των ουρανών
στο χώμα το απριλιάτικο λουλούδι την ευχή
της μάνας και το καθημερινό νερό στο πρόσωπό του·
το πολύβουο μελίσσι τις αμέριμνες πεταλούδες
των ευλογημένων καρπών τη γεύση στα χείλη
-και τα όνειρα;
Στα βήματα του χορού της λάβας των ηφαιστείων θαρρείς
πατώντας πετώντας ψηλά μνήμες που κόβουν στα δυο
την ανάσα της ζωής κάθε ταπεινωμένου.
Εκεί συχνά
συλλογάται το ανύπαρκτο θαύμα
ρίζες που ωστόσο επιμένουν ωσάν
ξεφτίδια και σκόνη αύριον
(ο γκρεμός που χάσκει τρομερός
στη λησμοσύνη της αγάπης
τη σκοτωμένη) – ρυάκι απόμερο
σιγανή φωτιά.
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ 2015)
Τώρα που οι αστραπές φέγγουν το πρόσωπό του
με αγωνία ρωτούσε:
πού πάνε όσοι χάθηκαν
και μάταια και πνιγμένοι στον ζόφο των ημερών
σάλωσαν τα λογικά του από τότε
σκοτωμένος θαρρείς στη μοναξιά του
όχι ζήτουλας επαίτης κουρελής μα φορούσε
μαύρη γραβάτα προσποιούμενος τον καθώς πρέπει
νομοταγή πολίτη σάμπως νεκρός αφού
δεν τσακμακίζει τίποτε εντός του –
δεν θα τους ξαναδεί
μήτε εκείνοι εκείνον…
ΞΕΨΥΧΟΥΣΕ…
Σταθμός άραγε που αστέρι γεννά
με την πλάτη στο χώμα;
Λίγο – λίγο άραγε
πόσοι γέρνουν στη λήθη!..
Το Ποίημα τώρα ξεκινάει από το τέλος
κορφές γκρεμός πεδιάδες και κάμποι των ίππων
ανθισμένα πρωινά λαλίτσες πουλιών στα θάμνα
όνειρα όνειρα όνειρα
εκεί που κάποτε δυο μάτια φώτιζαν τον δρόμο
τον ίλιγγο της αγάπης που ησυχάζει αγκαλιασμένος·
(μουγκρίζει η Λησμονιά σιωπώντας
άγρια μεσάνυχτα μοναχικά τραγούδια)
τ’ αστέρια βγήκαν
γέρνεις στον ύπνο
(όχι της Λήθης)
καθώς ο Θάνατος και το μαρμαρένιο αίμα
-ρωτώντας παλιά έμαθες τώρα
ποιο είναι το στερνό Ποίημα!..
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΣΑΝ ΜΝΗΜΗ
(… ο θάνατος δεν έρχεται μονάχος…)
Έτσι τιμούσε η παιδική του μνήμη τους Ποιητές
ιτιές πονετικές που χάιδευαν το ερωτικό κύμα
τον Νταλγκά στο παλιό γεφύρι με το ποτάμι
τις χορταριασμένες όχθες και τα καραβίδια·
ψηλά τα πλατάνια των άστρων στο μεσοπολεμικό πάρκο
Αύγουστο μήνα Πανσέληνος όταν ο πίδακας
άφριζε πηδώντας σαν άκρατος οίνος και πλήθος
σιωπηλό λούλουδα μα παιδική χαρά ριγούσε
ακούγοντας μαγικά τα Ποιήματά τους.
Τέλος Φλεβάρη τώρα
φουσκώνουν τα μάτια των δένδρων έτοιμα ν’ ανθίσουν
πάλι καθώς αύριον θα περάσουν λίγα σύννεφα σαν Μνήμη
στον γκρίζο αιώνα!..
ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ 2015)
Διπλή καλημέρα χαιρετούσε
το κοπάδι στις πλαγιές του χωριού·
το αύριον ξόρκιζε και το μαχαίρι!.
ΧΩΜΑ ΣΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ
Χιόνι παγωμένο κατέβαζεν η βουνοκορφή·
τις άλλες μέρες λυπημένη περήφανη και μοναχή
μακριά από τον ζόφο της πολιτείας.
Άνθρωπος δεν ήταν μα καταλάβαινε πολύ
τις ανθρώπινες πληγές – όπου κι αν ακουμπούσε το
αγέρι της εκείνο βογκούσε
αυτό που ακόμα και το νύχι στα δάχτυλά του
αλυσίδα ήταν βαριά.
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
(από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ 2015)
Καθώς το στάρι καθώς το νερό οι λέξεις
προβάλλουν ως άρτος κοινωνίας
Βασίλεμα ή χαραυγή
σκάει ο ουρανός ο ήλιος ραγίζει·
κόκκινη λάβα λυκόφως των θεών η αμφιλύκη
ώρες ανύποπτες να τρέξουν τα νερά και οι φωνές
που βλέπουν καινούργια σύνορα
σήματα κινδύνων άραγεν
ή γεννάει μωρά
η μάνα η
μικρομάνα η Χαρά;
Τέλος και στάχτη από το κούτσουρο των δώδεκα ημερών
να τες και οι Αλκυονίδες ξανάρχονται φεύγουν·
ό,τι προλάβει ο ταπεινός ο θρίαμβος
παίρνει μαζί του στο χώμα!..
ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ
Τ’ αστέρια του ουρανού στο δένδρο· φύλλα που στολίζουν
πλούσιοι γαλαξίες κάθε κλαρί λάμπουν στον ουρανό τους
δένδρο μόνο την ημέρα με το φως του ήλιου και τ’ αέρι·
το νερό δεν φαίνεται είναι βαθιά στο χώμα που κρατεί εν
ζωή όλον τον πλανήτη – ποιος ποτίζει άραγε το δένδρο
μήπως το αίμα των εκτελεσμένων ή
βούρλα που σαλεύουν κάτω
από το λησμονημένο διάφανο νερό;
Περίεργη φύτρα κρατάει συντροφιά σαν θυγατέρα καλή
να βοηθήσει τον πόνο των ανθρώπων
[από τη συλλογή του Μάρκου
Μέσκου ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ
Κίχλη 2015]
ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΤΑΛΑ ΤΩΝ ΑΛΟΓΩΝ (… της ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ…)
(…τω αγνώστω Θεώ… παράπονα που δεν είπε ποτέ…)
Άπιστη λίμνη απλώνεις το ψέμα σου
συχνά κυριεύοντας οικισμούς χωράφια
κάστρα περήφανα το πυρακτωμένο πέρασμα
των Εποχών - χρόνια παρατηρούσε την παλίρροια
πικραμένος γιατί τον ανασταίνει νεκρόν
και τον σκοτώνει πάλι· άλλο δεν έχει· δώσ’ του μια φτερούγα τη δύναμη ενός βήματος· σα μοίρα σκοτεινή και υπόγεια ποιαν ώρα θα σ’ ανταμώσει προτού χαθεί δεν
γνωρίζει· στο ρεύμα εκείνο σκάζοντας τα
νερά του σ’ άλλη Χώρα στη γραμμή των
σεισμών εξαφάνισέ τον στα μεταίχμιά σου
- το δικό σου φευγιό το δικό σου
ψέμα χάρισμά σου· παίξε την αποκάλυψή
σου δίνοντάς του ένα μικρό πουλί ενός θάμνου
τον ανθό· τη μόνιμη πνοή που λυγάει τη χλόη στο πλάι. Διψασμένος πάντα στα μόνιμα σημάδια του (ίσως)
γιατί αλλάζει ο Κόσμος με το χαμό ρωτούσε καθώς ριπές μικρού ανέμου σαλεύουν το νυχτερινό
του κιόσκι· την απύθμενη ζωή τους που φιλοξενεί ατυχήματα ήττες και γηρατειά!.. [από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΑΛΦΑ
ΒΗΤΑ, εκδόσεις ΚΙΧΛΗ 2015]
Παρασκευή,
2 Ιουνίου 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου