Πέμπτη 23 Μαρτίου 2023

ΜΑΘΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ από τον ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ

 («… το άτομο που επισκέπτεται έναν ψυχίατρο είναι συγχρόνως ένας κροκόδειλος ένα άλογο κι ένας άνθρωπος…»  - Paul  Mac Lean)


Ο δόκτωρ Μακ Λην  δοκιμάζοντας τη λοβοτομή

ανασκίρτησε

ανάμεσα από νευρώνες και έλικες είδε

να ζωντανεύει το πείραμα

 

Ώρα ν’ αρχίσει το μάθημα  

 

Τριζωνικός ο εγκέφαλος, έλεγε   κι η διάβαση αφύλακτη

ορθώσου στη φαιά μου Νεάντερταλ

σύρσου στην παρεγκεφαλίδα   ιχθυόσαυρα

κι εσύ δεσποσύνη του περικάρδιου

ψυχή λυγερή ερμαφρόδιτη    πιο λυγερή απ’ την ύαινα

με τη θηλή και με το τακούνι σου   κάνε με λειώμα

 

Μεταξύ του ακρωτηρίου «Η Άβυσσος»

(δεξιά η χαράδρα των εκτελέσεων)

και της ταραχής των λαγόνων μου

(τους κρατήρες τόσων εκρήξεων)

γύρισέ με από ζώνη σε ζώνη  

πήγαινέ με και στ’ άλλα καντόνια

 

Λογική βάλε τη μάσκα σου   ξαναπαίξε τον Φάουστ

με το μονόκλ και με το μπαστούνι σου

σύρε την κροκοδείλια ψυχή μου

αλχήμισέ την πριν τριξει τα δόντια του

άλλος μολοσσός απ’ τα έγκατα

(πες πως είναι ο Βεελζεβούλ  ή  ο Κέρβερος

και σε κατασπαράξει…)

 

Εδώ κάτω είναι η γη σαν εγκέφαλος   έλεγε

με λοβούς και καντόνια…

Κι ανάμεσα ο ακήρυχτος πόλεμος 

κι έδειχνε   από τα Ουράλια ως τ’ Ακροκεραύνια

τους κροταλίες πλωτούς σαν ερπύστριες

τα αιλουροειδή σε κάθετη εφόρμηση

σ’ όλη την κορυφογραμμή των αισθήσεων

την περιπέτεια του είδους διάσπαρτη

δακτύλιοι σπόνδυλοι έλικες  

σαρωμένοι των ιδεών μας οι γήταυροι

και στα δένδρα η φλεγόμενη άτρακτος

 

Πάνω στα πήλινα μάτια μου βάζω   τις αστρικές μου διόπτρες

και βλέπω τη δαρβινιάδα σφαδάζουσα γύρω μου

βλέπω τον αστροβάτη να προλαβαίνει

την ετοιμόσβηστη γραμμή στον ορίζοντα

να κατεβαίνει με την πυρηνική κεφαλή του

να διασχίζει καθέτως τις ζώνες να φτάνει

ως την κροταφική και τη νωτιαία μου χώρα

να πλημμυρίζει   με κοσμική ακτινοβολία το κύκλωμα

και  ξάφνου να λάμπει μ’ ένα φως ουρανίου  

δοσμένος   στην πλανητική αστερόεσσα ρέμβη

ο καινούργιος εγκέφαλος

 

Ο δόκτωρ Μακ Λήν ανατρίχιασε

περνώντας μέσα από το διάφραγμα

του τεχνητού εγκεφάλου δοκίμασε

μια τελευταία λοβοτομή στο διάστημα

 

Γέμισε ο ουρανός πλανητόσαυρες

κοσμοναύτες με ράμφη κρανιοτρύπανα

κι απ’ άγνωστους κόσμους ο αναμενόμενος   μεταλλάκτης

να μεταγγίζει   το εξώπλασμα

[ΠΡΟΕΚΒΟΛΕΣ Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΩΡΩΝ… ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ, δεύτερη  ενότητα στη  συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ 1999

κι άλλες επιλογές   αντιγραφή και επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1988 – 2013, εκδόσεις Νεφέλη]

 

 


ΟΙ ΙΔΕΟΠΡΑΚΤΕΣ

(…σιωπηρή κατολίσθηση λαών και δογμάτων…)

Στη βορεινή επαρχία που είχα αποκλειστεί

πήρα και ξαναδιάβαζα τον Δάντη –

ο Μεσοπόταμος απέξω κλειδοκράτορας

και μέσα ο φλύαρος εσμός των τουριστών

ανεβοκατεβαίνοντας τις σκάλες

 

Διάβαζα και κατέβαινα στον Άδη

εκεί που ο Ποιητής γεωμετρούσε

τους κύκλους μιας φριχτής θεοδικίας

των λάγνων  των μοιχών  των κολασμένων

κύκλοι των σαρκικών – και της χαιρεκακίας

ανέραστου θεού γραφειοκράτη

των τιμωρών και των τιμωρημένων

 

Ο ποιητής τον ποιητή χειραγωγούσε

τον περιέφερε και του ’δειχνε τους λάκκους

εδώ οι φραξιονιστές εκεί οι προδότες

οι συνωμότες με τις σάρκες στα θηρία

το πνεύμα των τρελών στα χειρουργεία

κι οι γλώσσες των αιρετικών μες στο καμίνι

από τη Γέεννα ως τη Σιβηρία

 

Μέχρις ενάτου κύκλου της Κολάσεως

(μα πού είναι ο δέκατος και που οι ιδεοπράχτες;)

 

Ώρα του χίλια τριακόσια στην Τοσκάνη

Κι η ώρα των ωρών…  Αυτή που γράφω

 

Ο λόφος φαλακρός απ’ τα φαρμακερά νερά

και στην κοιλάδα κάτω κίτρινα σπαρτά

«δεξιά τω εισπλέοντι το πέλαγος»

-ασφοδελοί κι αγκαθωτοί ασπάλαθοι –

στο βάθος ο μυχός να κουλουριάζεται

η τρίγλωσση ρουφήχτρα

Πυριφλεγέθων   Κωκυτός   Αχέροντας

 

Ανάμεσα από ζωντανούς κι από νεκρούς

ο Μεσοπόταμος

 

Προσπέρασα τις μαγγανείες των Σελλών

με τους παράξενους χρησμούς   «ήξεις αφήξεις ουκ…»

τα διαβατήρια της γης των Κιμμερίων

και τ’ άλλα πονηρά του ιερατείου

την τροχαλία που έτριζε βραχνά   κι ανέβαζε

την ψευτοΠερσεφόνη στους αφιονισμένους

 

(Μηχανισμοί του Κάτω και του Απάνω κόσμου)

 

Μούχρωμα των νερών και των πνευμάτων

και ξάφνου αντήχησε βοή κι αντιβοή

σήκωσα το κεφάλι κι είδα την κατάρρευση

 

Τότε μου μίλησε ο οιωνός:

«Εδώ που κούρνιασα   πίσω απ’ τα’ Ακροκεραύνια

και κάτω ο Αχέροντας    με καθρεφτίζει ως τον Άδη

όταν ο πύργος σωριάστηκε   και μέσα από τα ερείπια

ο κρωγμός κι ο περίπατός μου   ήχησε στ’ ακροπύργια

Βαβέλ των μεταναστεύσεων

απ’ όλες τις φυλές και τις γλώσσες   πεποικιλμένος

κράτησα απ’ το ταξίδι   την προβλήτα της πρόρρησης

την ιδέα του πύργου

κι όχι το σχήμα του που κατέρρευσε

όπως κρατάς μες τον έρωτα

απ’ την αγκαλιά κάθε πάνδημης   την ωραία αναδυομένη

παίρνεις το χέρι του αγνώστου

και λες σύντροφε   σε καταβρόχθισα αδελφέ

και πάλι θα σ’ αναστήσω…»

 

Έτσι μου μίλησε ο οιωνός… Και πίσω του οι μάζες αδέσποτες

με μιαν αθέατη μεγάλη πληγή την Ιδέα που πίστεψαν

κι έγιναν αιμοδότες της σ’ έναν αιώνα που αιμορραγεί και σφαδάζει

ενώ οι εκτελεστές της κι όσοι την στρέβλωσαν και την παραμόρφωσαν,

οι ιδεοπράχτες με τ’ όνομα, περιφέρονται ασύδοτοι

ήσυχοι κι ατιμώρητοι στις παρόδους της ιστορίας

 

Ο φύλακας έσυρε τις πύλες πίσω του

-αύριο η άλλη κατάβαση είπε –

ύστερα βγήκε η Σελήνη και θέριζε

τους ασφοδελούς – καστανόξανθες κόμες

και πεσμένα στο χώμα φτερά   των νεκρών και επιζώντων

 

Ο Μεσοπόταμος χώριζε τη μέρα από τη νύχτα

 

Κι εγώ σκυμμένος στο Στιχάρι του Ποιητή βούλιαζα μέσα του κι έλεγα:

-Μεγάλε Τοσκάνε, πώς άφησε έξω απ’ την Κόλαση τους ιδεοπράχτες;

Δέξου την ένσταση του ταπεινού αναγνώστη σου, να αναμορφώσεις τους κύκλους της

Εμπρός Σ – ατσάλινε Σ και Χρου αρλεκίνε κι εσύ τελευταίε ουτιδανέ και διπρόσωπε

ήρθε η ώρα να κατεβείτε τις σκάλες

Ο δέκατος κύκλος οδοντωτός και βαθύκρημνος

χάσκει σαν  δρακοντόστομα και σας περιμένει…

 [από τις ΠΡΟΕΚΒΟΛΕΣ  Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΩΡΩΝ… ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ, δεύτερη ενότητα στη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ 1999]

 

ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

(… όπου ο Αρίων της Ποίησης συναντά τη σωκρατική Διοτίμα…

Πλανήτες και πλάνητες

με φθαρμένα πηδάλια με αρνητικά D.N.A.  

Να εξατμιστούμε εμείς… Να σχηματιστεί άλλη ύλη…)

Ήταν δεν ήταν χαραυγή   μια τελευταία εκτίναξη

στην πλάτη μου ο γεώσακκος   γεμάτος κλωνοκνώδαλα

χυμένα όλα τα αισθήματα   και κάτω η επανάσταση

τιμωρημένη βιασμένη   άλλη φορά   να μη μεσσιανίζει

 

Η Διοτίμα αθέατη μου ένευε απ’ το στερέωμα

 

Έτσι ξεκίνησα για το αχανές   κι εκτοξευμένος πήγαινα

μακριά από τη βαρύτητα   με την πυρηνική μου κεφαλή

για μια συνάντηση φασματική   στ’ απόγεια του κόσμου

 

Γέμισε ρύγχη και υπερπόντια κήτη το στερέωμα

μαγνητικοί ιππόκαμποι καλπάζοντας στο φως

κι άλλα θρυλούμενα

δελφίνια λεπιδόφτερα τραυλίζοντας ανθρώπινα

στη ράχη τους απάνω ο αρχαίος κιθαρωδός

και τα βουνά με το τραγούδι αργόπλευστα

 

Ο Αρίων ο κιθαρωδός σε ουράνιες περιπέτειες

 

Ο θόλος τ’ ουρανού κι οι αστερισμοί δονούμενοι

τυμπανιστές αόρατοι στη σύναξη των κομητών

πίσω από κάθε έκλειψη

και μεταξύ του αιγιδοκεραυνού και των ταμ – ταμ

των παγετώνων και του βιβλικού κατακλυσμού

ακούστηκε ο διποδικός αντίλαλος αφήνοντας

ίχνη συσρίματος   πλαταγισμού   φτεροκοπήματος

-τριγμοί σπονδύλων –

κι αντήχησε σαν μυκηθμός σαν συριγμός

να κροταλίζει από τα έγκατα

το φάντασμα του κόσμου

 

Πόση τριβή στου χρόνου τις μυλόπετρες

πόσος δαρμός ψυχών χρειάστηκε

να γίνει ο ψίθυρος φιλί σε μια στρωμνή σπασμός

μες στη νεκρώσιμη των σεντονιών ακολουθία

 

Και τα πλευρά τα λυγερά της γης διάτρητα

οι κυψελίδες των βουνών απ’ όπου πέρασε

ο σκουριασμένος σιδηροδεινόσυαρος

πέρασε απ’ όλα τα βαγόνια τρίζοντας

και τα βαγόνια σαν πλανήτες και σαν πλάνητες

σαν δορυφόροι εξεγερμένοι σε διάλυση

 

Τόσοι και τόσοι ουρανοκυνηγοί γυρνώντας άπρακτοι

θηριομάχοι του απείρου με τα θηρία σ’ απόλυση

τα βήματά τους πυροβολισμοί μα δεν λαβώθηκε

δεν στάλαξε αίμα από το φάντασμα του κόσμου

το θήραμα να μπαινοβγαίνει και να χάνεται

στην άφαντη των άστρων ενδοχώρα

κι από τη ζούγκλα τ’ ουρανού ως μέσα τους

τα ζώδια ανασκολοπισμένα

 

Η άφαντη ήπειρος και ποιος θα την εξερευνήσει

(Φάνηκε η ράχη δελφινιού η ακρόπλωρη μιας λύρας)

 

Εμπρός λοιπόν μ’ άλλα φτερά μάτια και τύμπανα

σκύβοντας στην περιφορά της γης είδα κι εννόησα

τους χθεσινούς θυσιασμένους αύριο αστεροειδή

κι είναι η καρδιά τους σαν βολβός θαμμένη

με τη σπονδυλική τους στήλη – στήλη ηλεκτρική

να ανατροφοδοτείται

τα δυο του μάτια μαύρες τρύπες αστρικές

και τη γραβάτα τους   σαν την ουρά   ενός κομήτη

 

Κώνος το σύμπαν κι ο κρατήρας του άσβεστος

και στον κρατήρα γύρω – γύρω έλικες φτερά

ουράνια σώματα πλωτά   διαστημόπλοια

ψάχνοντας για τις κατακόμβες του ουρανίου

όμως κανείς τους δεν ξεσκέπασε την ύλη για να δει

την αλυσοδεμένη που περίμενε

έτοιμη να εκραγεί και να μας δώσει πάλι σχήμα   αντιύλη

 

Ώσπου ένιωσα να περιφέρεται η μορφή της γύρω μου

σαν γλαύκα μαθηματική να εκπέμπει απ’ το στερέωμα

αυτή με τον μαγνήτη της κι εγώ με την πυρηνική μου γόμωση

να με κοιτάζει πολυόμματη   και να με προκαλεί

με προκαλεί να γίνω πυροδότης της

να εκραγούμε κι οι δυο σε κλάσμα δευτερολέπτου

να μείνει ο γεώσακκος πυρπολημένος στην πλάτη μου

και η μουσική  - ουρνάνια  ή  φονική –

η μουσική από σφαίρες συγκρουόμενες

 

Θυμήσου τη σύγκρουση όταν σε προϋπάντησα ποίηση

και σ’ έσωσα απ’ τους ληστές και τους τρομοκράτες

σ’ εκείνη την πρώτη ποντοπορία μας

θυμήσου την κοσμική εξέδρα σε τούτη την έκρηξη

ύλη και Διοτίμα να χάνονται

εγώ κι η αντιύλη μου να χανόμαστε

με των ματιών μας τις χάντρες σα δυο φωτόνια

 

Και τ’ όραμα από την άυλη πλευρά να γίνεται ιδεόραμα

[ΠΡΟΕΚΒΟΛΕΣ Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΩΡΩΝ… ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ, 2η ενότητα στη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΗΑΣ 1999]

 

ΥΓ.  ΜΕΓΑ  ΜΕΓΑΛΩΣΤΙ

Έφτασε τέλος κι η στιγμή της εκσκαφής   Το πλήθος σκόρπισε δεν βρέθηκε κανένα οστούν   Τα σύλησε ο τυμβωρύχος είπε ο αρχαιολόγος   Κι ο ιερέας που ήρθε για τη μετακομιδή συμπλήρωσε   ουκ έστιν ώδε   κατά το ρηθέν υπό των προφητών   Αλλ’ όταν έσβησε κι ο τελευταίος θόρυβος   κι έμεινε εκείνη ακουμπισμένη στο κιγκλίδωμα   τότε το σώμα του και πάλι σχηματίστηκε   Μέγα μεγαλωστί   το σώμα του στο δάσος των σταυρών   κι  ο κραταιός καυλός να υψώνεται χυμώδης  προσκαλώντας την   Κι εκείνη – ας μη μιλάμε πια για σύμβολα ο  με τα ιμάτια ριγμένα γύρω της   να ξαναγίνεται η γη    κι αυτός ουράνιος σπορέας να την περιβρέχει    [επιμύθιο από τις ΠΡΟΕΚΒΟΛΕΣ Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΩΡΩΝ… ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ, δεύτερη ενότητα στη συλλογή του  Γιάννη Δάλλα ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ 1999 αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο: ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1988 – 2013, εκδόσεις Νεφέλη] 

Παρασκευή, 24 Μαρτίου 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΩ ΜΑ ΩΣΤΟΣΟ ΔΕΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΟΥ…

  (… θε μου τι απέραντο παντού   και   τι βάθος γκρεμός το απέξω…   - Ο ΑΜΝΗΜΩΝ, ΑΓΑΘΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ) (… έφυγε κι ο πατέρας στα εκατό του ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ