(… θα φας ποίημα και τυρί, σοβάδες και ψέμα…)
Δε θα βρέξει σήμερα ή αύριο
έτσι χάνεις την ευκαιρία να πεις:
«οι δρόμοι γλιστράνε» ή δε θυμάμαι»
Θα τα θυμάσαι όλα και συνέχεια.
Ο κόσμος θα βγει από τις μεμβράνες
και τους σάκους.
Το μάτι του θα μαυρίσει από την
πραγματικότητα.
Θα φας ποίημα και τυρί, σοβάδες και
ψέμα.
Θα καταπιείς χιλιόμετρα
πικρά τραγούδια μέχρι να καταλάβεις
ότι είσαι:
ο κανένας!..
Μια λωρίδα τοπίου αναβοσβήνει.
Φεύγει. Επανέρχεται. Μένει σταθερή.
Γκρίζος κόμπος με βροχή.
Κομμάτια ομίχλης κατεβάζει το χαντάκι.
Κάποτε πρέπει να έτρεχε και αίμα
μαζί.
Το πρόβατο βόσκει. Σταματάει.
Κοιτάζει το βουνό!..
Θέλει να μιλήσει. Θέλει να πετάξει
Μέρες
βουτηγμένες στο ιώδιο.
Μυρίζει ασετιλίνη και φεγγάρι.
Ακούγεται μουσική. Ακούγονται εκτελέσεις.
Το ραδιόφωνο λέει τις ίδιες ειδήσεις
-είτε είναι στην πρίζα, είτε όχι –
Οι εφημερίδες λευκές
Στους κινηματογράφους δείχνουν βουβές πολεμικές ταινίες
Ο στρατάρχης έφερε κονσέρβες και σφαίρες να φάει ο κόσμος.
Έγιναν μία δύο εαρινές ασκήσεις με πραγματικά πυρά και στόχους.
Μετά εκλογές – Βουλή και Δικαστήρια –
Μετά, χρόνια ένας μεγάλος ήλιος μας έφερε καπάκι και μας τσιγάρισε.
Ακολουθούμε πιστά την επιταγή:
όλοι πρέπει να χαίρονται στη
Μεσόγειο.
-Άνεμοι και συμφέροντα κουβάρι –
Το τετράγωνο που μένω το ξέρω καλά.
Έμαθα να πηγαίνω στο κυνήγι – δουλειά
-ας μην έχω δόντια και όσφρηση –
κάτι θα βρω, κάτι θα δώσει ο θηριοδαμαστής στην πλατεία.
Γυρίζω από τον ίδιο δρόμο στο κλουβί.
Διαβάζω εφημερίδα - για να συμμετέχω στα κοινά –
και πέφτω άδειο σακί στο στρώμα.
Αντικατοπτρισμοί: δάση, άγρια θηρία
το ελάφι μου να πίνει νερό
και την πόλη να τινάζεται στον αέρα από δυναμίτη
[ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΜΕ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ και ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού
ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980. Πρώτη ενότητα συλλογής ΑΠΟΞΗΡΑΝΤΙΚΑ ΕΡΓΑ και δεύτερη ΤΟ ΡΗΓΜΑ
Κι άλλα ποιήματα απ’ αυτή τη συλλογή
με αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Κοντός ΤΑ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ, 1970 – 2010, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013)
Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΕ
ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΕΙΣΜΟΥ
(από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980)
Παχιά άνοιξη βιομηχανική
με ριπολίνη και πλαστικό
γέμισε το σπίτι μας.
(Είναι εκτός πραγματικότητας
οι περιγραφές με πουλιά, μαλλιά και μάτια)
Όλες οι αποστάσεις συγκεντρώθηκαν σε μια τελεία –
χωρίς τρόπο διαφυγής.
Μεταφράσεις γίνονται στην ίδια γλώσσα
για να συνεννοείται ο πληθυσμός.
Εμφιαλωμένες ερωτικές κραυγές μεταφέρονται
από τα ψυγεία για τις ζεστές νύχτες.
Αγκαλιάζω το σώμα μου
και περιμένω να γεννήσεις
τη μεγάλη πέτρα.
ΕΙΡΗΝΙΚΗ ΖΩΗ
Κάθε μέρα με πηγαίνει βόλτα
ο σκύλος ου – χωρίς να είμαι τυφλός .
Σκοντάφτω στα περασμένα – στα σημερινά – στα αγύριστα.
Λάμπουν τα απογεύματα στο δέρμα σου.
Μετά από αυτή την εισαγωγή τα δρώμενα
εξελίσσονται ως εξής και παραπέρα.
Τρώμε το πρωινό μας στη χλόη.
Φοράμε σκάφανδρο και μπαίνουμε στην πόλη
για τα περαιτέρω.
Βαδίζουμε. Όχι, κολυμπάμε στα πηκτά μεσημέρια.
Αεράκι δε φυσά, μήτε σε ζωντανούς, μήτε σε
πεθαμένους.
Καπνοί, κάρβουνο και μηδέν ορατότητα του εαυτού
σου.
Ως είναι επόμενο έρχεται η νύχτα
και δοκιμάζουμε τις εφαρμογές της θερμότητας
στα κορμιά μας
[από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980 – δεύτερη
ενότητα ΤΟ ΡΗΓΜΑ – Συγκεντρωτικό τόμος:
Γιάννης Κοντός ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1970 – 2010, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013]
ΤΟ ΛΗΜΜΑ ΑΝΤΑΡΤΗΣ
(από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980)
Πέφτουν ακόμα σφαίρες
από τον εμφύλιο πόλεμο.
Χαμηλά ατμοσφαιρικά
αρθριτικά, ισχιαλγία
και υψηλό επιτόκιο ζωής.
Υγρασία στις τράπεζες
λιμός και λοιμός στα χωριά.
Κομμένα κεφάλια στη σειρά
- στα όνειρα και στις πραγματικότητες –
Επιστροφή σε ξεχασμένα δωμάτια.
(Μια καρέκλα)
Χωρίς πόρτες και παράθυρα.
Μιλάς και μια σφαίρα
κάθεται ήσυχα στα μαλλιά.
Ένας πρώην άγγελος μας δείχνει
παλιές φωτογραφίες του ουρανού.
Ακόμα τους φοβούνται.
(Το τομάρι του τρελού θα μας σκεπάσει όλους)
ΚΥΝΗΓΟΙ ΚΕΦΑΛΩΝ
Πίσω από συστάδες δένδρων
-όσα υπάρχουν ακόμα στη διακεκαυμένη ζώνη –
παραμονεύουν με γυάλινο μάτι, σε μαύρα
απογεύματα οι κυνηγοί κεφαλών. Μαχαίρια
βέλη, ακόντια πάλλονται στον αέρα.
Τα θύματα περνούν ανυποψίαστα και χαρούμενα.
Οι κυματισμοί και οι θόλοι των καυσαερίων
θυμίζουν θάλασσα. Λείπουν μόνο τα σκάφη
αναψυχής. Υπάρχει υγρασία, φαντάζεσαι βροχές
και γίνεται η πόλη τροπική. Πουλιά δεν υπάρχουν.
Με πρόσωπα δαμάσκηνο μαραμένο, παίρνουν θέσεις
οι κυνηγοί. Είναι διαφόρων επαγγελμάτων και επιδιώξεων.
Πέφτει το πρώτο κεφάλι. Μυρίζει ο αέρας αίμα.
Το τυλίγουν πρόχειρα σε εφημερίδες. Φεύγουν.
Τώρα το δεύτερο πέφτει στην άσφαλτο με ξερό κρότο,
Κανείς δεν αντιλαμβάνεται τίποτα. Μερικοί νομίζουν
ότι απρόσεκτοι οδηγοί πατάνε αδέσποτα σκυλιά.
Η λεπίδα συνεχίζει να χωρίζει κεφάλι από σώμα.
Λιγοστεύει ο κόσμος, χάνεται
όταν νιώθω να με σημαδεύει το ακόντιο.
Δίνω μια και βρίσκομαι στις γραμμές των κυνηγών.
Δείχνω τον άλλο εαυτό μου.
Όλα τα άλλα είναι ρευστά.
Ρέουν τα μαλλιά σου.
Ρέουν τα λόγια σου
και είμαι σφηνωμένος στη ζωή!..
[από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980]
ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΙΝΤΡΙΒΑΝΙ
(από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980)
Ησυχία παντού. Κανείς δεν πατάει
στη γη. Όλοι πατάνε λίγο. Όλοι έχουν
πεθάνει λίγο. Είναι καλοκαίρι και χιονίζει.
Η κυβέρνηση έχει πάθει σύγχυση με τις
κλιματολογικές μεταβολές. Δεν ελέγχει την κατάσταση.
Ο Χάρτης της χώρας κατάντησε κουρέλι
από τους σεισμούς. Μετακινούνται πόλεις και χωριά.
Μετακινείται το μέλλον και το παρελθόν.
Η πείνα μας θέρισε. Φάγαμε ως και το δείκτη καταναλωτού.
Αύριο θα φάμε τα αγάλματα των προγόνων
-τα γένια, τα μαλλιά μας – και τέλος.
-Σκέπτομαι σπίτι με σιντριβάνι
με χρωματιστά νερά, με μουσική
και χαίρομαι ο μαύρος –
Η
ΣΚΛΗΡΥΝΣΗ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΙΓΑ – ΣΙΓΑ
(… με μαθηματική ακρίβεια…)
Στην αρχή ξεχνάς το περιβάλλον!..
Παίρνεις ένα μαχαίρι και κόβεις τον κόσμο από πάνω σου.
Φτάνεις μέχρι το κόκαλο!..
Μετά περνάς παχύ στρώμα μονωτικού στο λυρισμό σου!..
Αντιδράς μόνο σε μερικά χρώματα – επιθυμίες.
Γίνεσαι πέτρα πεταμένη στο ποίημα!..
Έτσι αδιάβροχος και ανοξείδωτος παραδίνεσαι στην κατανάλωση!..
…………………………………….
Να συνεννοούμεθα:
η ξανθιά που βλέπω κάθε πρωί στο
υποδηματοποιείο
να πίνει το κακάο της, δεν μου φταίει σε
τίποτα!..
«Την ακούω γυμνή να βάζει δίσκους στο πικάπ.
Ξαφνικά όλες οι κλειδώσεις μαγκώνουν.
Κόβονται τα νεύρα!.. Το στόμα ανοικτό!..
Πλάι το κακάο αχνίζει…»
Ένα σύννεφο ξεφουσκώνει και τσακίζεται μαζί με τους επιβάτες του!..
Πάλι οι φωνές τεντωμένα σύρματα με τινάζουν στον αέρα!..
Έξω από το σώμα μου κοιτάζω!..
[ΜΕ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΑΚΡΙΒΕΙΑ και
ΠΟΛΥΩΝΥΜΟ, δυο ποιήματα από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980 – δεύτερη
ενότητα ΤΟ ΡΗΓΜΑ – Συγκεντρωτικό τόμος: Γιάννης Κοντός ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1970 – 2010,
εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013]
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
(από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ
ΕΡΗΜΟΥ 1980)
Σ’ ένα τούνελ με πολλά όνειρα γλιστράω.
Γκρεμίζονται μαζί τρένα, βροχές και πλάνα της ζωής μου
Πλάνα με «αμερικάνικες νύχτες»*
αυτοκίνητα να κορνάρουν και θάλασσες σγουρές!,,
Είμαστε από κάτω κι αγκαλιαζόμαστε.
Ακούγεται νοσταλγική μουσική.
Το χορτάρι φουντώνει στο μυαλό.
Κρέας και νύχι γαντζωμένα στον ουρανό.
Εποχές της καφεΐνης της νικοτίνης της πίσσας, των
λογιστών.
Κοιτάζεις τον κόσμο και νομίζεις ότι βλέπεις οράματα.
Μια φωτογραφία σε δείχνει να χαμογελάς στους
δολοφόνους.
Πατάς στη γη, στο μεγάλο κάρβουνο. Μετά καπνοί και στάχτες!..
Σπάει την πέτρα και βγαίνει το μάτι του Ποιητή!..
ΑΣΗΜΕΝΙΕΣ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΕΣ ΤΡΕΧΟΥΝ ΣΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Πώς είμαι πλάι στη θάλασσα
φορώντας γυαλιά – φορώντας δέρμα.
Καθημερινές καταστροφές
της εγκεφαλικής μου ουσίας
από μικροπράγματα. Κάτι μεσημέρια
που με σκέφτεσαι να σου κρύβω το φως.
Το χέρι μου τραβάει την ηδονή
κλωστή από τα σκέλια σου.
Πέφτουν σοβάδες μαζί με λαϊκά τραγούδια
όπως στα παλιά ποιήματα. Οι φίλοι σκόνη
σε βιβλία – είναι κάτι αμμουδιές στη μνήμη
με αυγά γεγονότα περασμένα –
Φράζοντας τη μύτη
καταδύομαι στη ζωή!..
[από τη συλλογή του Γιάννη
Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980]
ΠΕΡΙ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ
(από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ
ΕΡΗΜΟΥ 1980)
Ξύπνησα χαρούμενος
με εξάγωνο πονοκέφαλο.
Ίσως ο αέρας που φυσά
μέσα στα μάτια μου
να κόβει τη βροχή
και ξεραίνονται οι εικόνες!..
Από την ανομβρία
ρήγματα γίνονται στο σώμα.
Ξεκολλάνε κομμάτια δέρμα
μαλλιά, γύψος.
Όταν έρχεται η βροχή
επιπλέουν στα νερά.
-Επιπλέει η παλιά μου ζωή –
Άμμος τυλίγει το κορμί μου. Με σκεπάζει.
Υψηλές θερμοκρασίες
καπιταλιστικών χωρών.
Ξερά τοπία με
πλαστική βροχή χωρίς οξυγόνο.
Λοιπόν εδώ θα ζήσουμε πολιτισμένα
με τα πουλιά που γίνανε αρουραίοι
και τον ουρανό σκουπιδότοπο!..
ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΑΛΛΟΓΟ ΑΛΑΦΙΑΣΜΕΝΟ ΠΕΤΙΕΤΑΙ ΑΧΝΙΖΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΑ
ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Όταν σμίγουμε ξεχνιέσαι. Μετά σκύβεις στον καθρέφτη: βλέπεις ανθρώπους παλιούς ανθρώπους του Ομήρου να βγαίνουν διψασμένοι από τον κάτω κόσμο. Δεν γνωρίζεις κανένα. Ζητάνε φωτογραφίες για παρέα. Ζητάνε φαγητό, εφημερίδα, ραδιόφωνο. Γεμίζουν το σπίτι. Κρέμονται απ’ τα
παράθυρα. Κλείνουν το δρόμο. Γεμίζουν την πόλη. Σταματάνε όλα. Αλλάζουν οι ώρες. Στερεύει το νερό. Τώρα διψάμε εμείς. – οι απέξω – κι αρχίζει ο πανικός. Σειρήνες – φώτα – έκτακτα μέτρα. (Στον εαυτό σου γίνεται πατείς με – πατώ σε δεν υπάρχει χώρος για σένα) Βάρκες γεμάτες κόσμο πάνε προς τα βουνά. Όλοι συνεννοούνται με συνηρημένα ρήματα και
ομοιοκαταληξίες. Η πόλη
άδειασε. Μόνο ένα άλογο αλαφιασμένο
πετιέται αχνίζοντας από τα μάτια σου. [ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ από τη συλλογή του Γιάννη Κοντού ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ 1980 – δεύτερη
ενότητα ΤΟ ΡΗΓΜΑ – Συγκεντρωτικός τόμος: Γιάννης Κοντός ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1970 –
2010, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ 2013]
Παρασκευή, 16
Δεκεμβρίου 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου