Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

ΠΕΡΑΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΠΝΟ ΣΕ ΔΩΜΑΤΙΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ (…γύρισα σε μιαν άλλη ξένη χώρα…)

 

πίσω απ’ την πόρτα ζει ο δικός μου κόσμος

από την χαραμάδα εισρέει   και στα θαμπά μου μάτια διαχέεται

ηχεί το σήμαντρο  μιας παιδικής φωνής

ανάμεσα στο τέλος την αρχή    τις σκόρπιες συλλαβές των λέξεων

απλώνεται καπνός κρασί   μεθυστικό ανθρώπινο άρωμα 

ακούγεται ένα γέλιο κοντινό

σαν γυναικεία δάχτυλα  που ανιχνεύουν   η μουσική κάτω απ’ το δέρμα

 

πίσω απ’ την πόρτα ζει ο δικός μου κόσμος

το φως στον ύπνο που δεν χάρηκα

το φως που τώρα δεν αγγίζω   καθώς ξεφτίζει στο κατώφλι μου

 

πέρασα από τον ύπνο σε δωμάτιο σκοτεινό

γύρισα σε μιαν άλλη χώρα

[ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ  από την ομότιτλη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου Ο 1991  κι άλλα ποιήματα από την ίδια συλλογή έτσι όπως ανθολογήθηκαν στη συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων του Τόλη Νικηφόρου ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΔΕΟΥΣ, Επιλεγμένα Ποιήματα 1966-2017, εκδόσεις Ρώμη]

 


ΚΑΤΑΔΥΣΗ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

περιπλανήθηκα σε σκοτεινούς θαλάμους

βγήκα σε δάση σιωπηλά με αιωνόβια δένδρα

ν’ ανακαλύψω παιδικές ηδονικές κρυψώνες

λιβάδι κεντημένο πάπλωμα με παπαρούνες

κείνο τον άνεμο γαλάζιο από τα μακρινά βουνά

 

και μόνος έμεινα στην ξένη αγαπημένη χώρα

που μέσα μου απλώνεται για πάντα ανεξερεύνητη

 

αν με τα δάκρυα μπορούσα

την απαγορευμένη είσοδο να προσπελάσω

τη μυρωμένη σάρκα της ν’ αγγίξω μια φορά

και με τα μάτια κάρβουνα να δω

 

ΞΕΝΑ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΜΑΤΙΑ

όπως το άγαλμα ορθώνεται μπροστά στους επισκέπτες

με τα περίτεχνα βουβά του μάτια

-λίγο θαμπά, λιγότερο θλιμμένα

ελάχιστα άγρια και σκυθρωπά

και κάποτε σαν του παιδιού απορημένα –

βλέπω τους  φίλους μου από τις ξένες χώρες

 

ή μήπως είναι ξένα τα δικά μου μάτια

 

μήπως ο επισκέπτης είμαι εγώ

ο από άγνωστη εποχή κι αλλότριο τόπο

τις λέξεις που εκλαμβάνει για ομιλία

το άγγιγμα που εκλαμβάνει για επαφή

και γενικά παρανοεί τα πάντα

 

με τα περίτεχνα βουβά του μάτια

τις πορφυρές του φλέβες που κανείς δεν διακρίνει

το άγαλμα ακούσια ανασύρθηκε απ’ το χώμα

κι ορθώνεται μπροστά στους επισκέπτες

[από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991]

 

ΜΟΝΑΞΙΑ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

έρημος είναι μια θάλασσα χωρίς νερό

θάλασσα είναι μια έρημος χωρίς άμμο

μια έρημος και μια θάλασσα συνθέτουν τον ουρανό

ένα θε κι ένα ου

όπου καταποντίζεται πλησίστια η ψυχή μου

 

ΛΑΛΟΝ ΥΔΩΡ

τώρα που η πηγή έχει στερέψει μέσα μου

στο πιο βαθύ κουρνιάζω μέρος της σπηλιάς μου

και μελετώ τον ύπνο σου

μετράω πολλές φορές τα δάχτυλά σου

τις φανερές και τις κρυφές  ελιές στο σώμα σου

εισπνέω το χνώτο σου

αποκρυπτογραφώ τα μυστικά που διαγράφουν

οι ανεπαίσθητες κινήσεις των χειλιών σου

 

είσαι τόσο μικρός

όσο ο πιο μεγάλος σοφός του κόσμου

 

γνωρίζω πάλι πώς και γιατί

φύλλο το φύλλο απόρθητη

στην έρημο η όαση θα φυτρώσει

[από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991]

 

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

σου χαρίζω μια πήλινη στάμνα

με νερό δροσερό για το δρόμο

την εξαίσια θύμηση   όσων πια δεν υπάρχουν

 

σου χαρίζω μιαν απέραντη γη

στον ορίζοντα κι ίσως πιο πέρα

την εξαίσια λάμψη εκείνων   που ποτέ δεν υπήρξαν

 

τη ζωή μου χαλί σου απλώνω

κι εκεί πάνω μια – μια σου χαρίζω

τις λέξεις όλες   που έγραψα ή πρόφερα ποτέ

 

λίγο κόκκινο τώρα

κάτι γαλάζιο   από μένα έχει μείνει

ό,ι κάνει να φέγγει απαλά

με το χάραμα το μέτωπό σου

 

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΦΩΣ

σε μυστικά κλαδιά των άστρων

θ’ αναζητήσω ξέφτια από το φόρεμά σου

ιχνηλατώντας σκοτεινά μονοπάτια

με τα τυφλά μου μάτια θα τρυπήσω

τον μελανό πολτό της μοναξιάς

 

μια αιωνιότητα ανυπαρξίας

βυθισμένος στ’ απόνερα ενός πλοίου

που ’χει χαθεί στον ορίζοντα

βυθισμένος στην τροχιά ενός άστρου

που ’χει ήδη συρρικνωθεί στον αρχικό του πυρήνα

 

απρόσιτος μέσα στο μέσα μου

απρόσιτος στο μέσα μου κύτταρο

απρόσιτος στη μελλοντική μου έκρηξη

απρόσιτος αναδύομαι κι αγγίζω

την τελική διάσταση του χρόνου

 

υποθαλάσσια σήμαντρα

μετουράνιοι διάττοντες

ένας αστραφτερός ψίθυρος στις παρυφές της σιγής

φωτεινό προοιωνίζεται το φως

[από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991]

 

ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

εξόριστα παιδιά του ουρανού

για την απόλυτη αθωότητά τους

χωρίς πίκρα κατάντικρυ στο γαλάζιο

ανοίγουν μεγάλα πράσινα μάτια

κι άλλες φορές κίτρινα ή κόκκινα

χορδές της μουσικής και της μοναξιάς τους

 

τα δένδρα υμνούν το φως

ανάβοντας σιωπηλά το κάθε τους φύλλο

ψιθυρίζοντας ένα παιδικό τραγούδι

αγγίζοντας τη φουντωτή ουρά του ανέμου

φιλοξενώντας πουλιά κι αστέρια

έτσι μιλώντας για το απρόσιτο

 

τα δένδρα

ένα ουράνιο τόξο που φύτρωσε στη γη

φωτίζουν γαλήνια την αιωνιότητα

για τον άνθρωπο

 

ΚΑΤΑΓΩΓΗ

τι να ’χει απογίνει ο πατέρας

ατμός θαλασσινού νερού

κι ύστερα σύννεφο που ταξιδεύει ανατολικά

αφράτο χώμα μήπως

της γλάστρας στο περβάζι

λουλούδι που ανθίζει

αλλάζει χρώμα και μαραίνεται

ή μήπως άγγιγμα

εκεί που δεν υπάρχει χέρι

δάκρυ αλμυρό

εκεί που δεν υπάρχει μάτι

σπάνια χαμόγελο

που διαγράφεται αχνό στην πρωινή ομίχλη

 

σε ξένη χώρα γύρισε ο πατέρας

σε χώρα άγνωστη μα και παράξενα οικεία

κει που πηγάζει απρόσιτο το φως

και μεταγγίζεται στο βλέμμα των παιδιών

και μέσα σε οδυνηρή διαφάνεια   μου γνέφει

[από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991]

 

 

ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΞΕΦΤΙ ΑΠ’ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΟΥ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

μου λείπει η άνοιξη

η άνοιξη μετά βαρύ χειμώνα

που πλημμυρίζει τον αέρα φτερουγίσματα

το φως μου λείπει

απ’ τα γαλάζια μάτια σου

τις επτασφράγιστες τώρα μητέρα

πύλες του κόσμου

 

μου λείπει τ’ όνομά μου στα δικά σου χείλη

αυτά που μόνο εσύ για μένα ήξερες

 

τώρα δεν μένει τίποτα

ούτε το θρόισμα από το φόρεμά σου

μια νότα από τη φωνή σου

μικρό ένα ξέφτι απ’ το χαμόγελό σου

τώρα δεν μένει

παρά να σκεπαστώ μ’ αυτό το τίποτα

και στο κενό βουβός να βλέπω

κάποιον που θα ’λεγες πως είμαι εγώ

σαν τον χλωμό αντικατοπτρισμό

μιας παιδικής φωτογραφίας σου

 

ΑΛΦΑ ΣΤΕΡΗΤΙΚΟ

μερικές φορές χαμογελούν ανεξήγητα

δεν ενδίδουν όμως ποτέ

ασυγκίνητοι μένουν στα δάκρυά μας

απρόσιτοι

όπως ο μυστικός κρουνός

που τη νύχτα σκορπίζει στον κόσμο

 

οι νεκροί

για πάντα άτρωτοι από τη μοναξιά και την αγάπη

[από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991]

 

ΣΑΝ ΗΛΙΟΙ Θ’ ΑΝΑΤΕΙΛΟΥΝ

(από τη συλλογή του Τόλη Νικηφόρου ΞΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ 1991)

στις άδειες κόγχες θ’ ανατείλουν

και θ’ αστραποβολήσουν κάποτε

σαν ήλιοι τα μάτια των νεκρών μας

το πετρωμένο τελευταίο δάκρυ τους    θα λιώσει

 

πλατύφυλλο το φως θα δώσει τέλος

στον ισοθάνατο εκπατρισμό τους

και θα γυρίσουμε όλοι αγκαλιασμένοι

από τον ξένο πάνω και τον ξένο κάτω κόσμο

στην κεντρική πλατεία της πατρίδας

 

ο μόνος που θα κλάψει τότε

θα είναι εκείνος που ονομάσαμε θεό

πρώτη φορά το πρόσωπό του φανερώνοντας

πάνω απ’ τις ψάθινες καρέκλες

ν’ ανθίσουν τα μπαλκόνια και τα σύννεφα

να σπάσουν στα σοκάκια οι στάμνες

να πλημμυρίσει ο χώρος μουσική

 

σαν ήλιοι θ’ ανατείλουν κάποτε

τα ωραία μάτια των νεκρών μας

θεός και άνθρωποι θα εξισωθούν στο φως

 

ΘΑ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΘΟΥΜΕ ΣΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΜΕ ΤΙΣ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ

(αμίλητοι θα ταξιδέψουμε η ζωή θα γλιστράει δίπλα αφήνοντας την ψευδαίσθηση της κίνησης):

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ (Θεσσαλονίκη 1938) συγκεντρώνει στον τόμο ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΔΕΟΥΣ μια επιλογή ποιημάτων του απ’ όλες τις μέχρι σήμερα ποιητικές συλλογές του. Πρόκειται, όπως εύστοχα σημειώνει στο επίμετρο του βιβλίου ο Πέτρος Γκολίτσης «για ένα βιβλίο με ποιήματα χρωμάτων και αφής που συνδυάζουν  τον μυστικισμό με τη γείωση – με το δικό του διακριτό και κατεκτημένο τρόπο - για ένα απόσταγμα που εκ των πραγμάτων συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίοδο του βίου του, στα 84 του χρόνια, δηλαδή τώρα που οδεύει προς το πέρας μιας βιο-γραμμής και μιας ποιητικής διαδρομής. Θέτοντας και ενεργοποιώντας τις προτεραιότητες, ποιητικές και βιωματικές, που τον οδήγησαν στη συγκεκριμένη, εκτενή και επαρκή θα λέγαμε επιλογή. Η οποία ενώ στέκεται και λειτουργεί σαφώς αυτόνομα, συνάμα καλεί και προς το σύνολο των ποιημάτων του… Σε μια σύντομη αναδρομή, αξίζει να σημειωθεί, πως ο αρχικά «κοινωνικός» ποιητής Νικηφόρου, περνά σε μια υπαρξιακή – υποστασιακή ποίηση, για να καταλήξει  μέσα από τον «μυστικισμό» στο «τίποτα» που, ενώ μας γεννά, οριστικά και αμετάκλητα μας καταπίνει… Αν έπρεπε να συνοψίσουμε τη στάση του θα λέγαμε πως είναι κάποιος που αποφασίζει «το φως», χωρίς να αγνοεί το βάθος του πραγματικού. Έτσι αντιρροπιστικά, πρεσβεύει πως η φύση του κόσμου φαίνεται να είναι πιο κοντά στον αλληλοσπαραγμό και στην κίνηση των σαρκοβόρων, παρά σε μια αέρινη και φωτεινή πραγματικότητα. Η «ιδέα» αυτή του σαρκοβόρου διαπερνά και «διαποτίζει» το σύνολο του έργου του, λειτουργώντας τόσο στο μεταφυσικό και θρησκευτικό επίπεδο, όσο και στο «κρατικό-εξουσιαστικό». Ο Νικηφόρου ως υποβολέας-medium, με τα ποιήματα-«οράματά» του, μας καλεί να γνωρίσουμε τις αναλαμπές αυτού που όντως είδε…» Και ο Πέτρος Γκολίτσης, κλείνοντας τη σύντομη εισαγωγή συμπεραίνει: «Ο Τόλης Νικηφόρου, ως άλλος Αναγνωστάκης, σε μεταφυσικά αυτή τη φορά πλαίσια, θα μας πει (;): ΣΤΑ ΨΕΜΑΤΑ ΠΑΙΖΑΜΕ. Αποφαινόμενος επαναληπτικά και ρέποντας προς: «… το όχι φως», προτάσσει τον παρηγορητικό ρόλο της τέχνης»

Παρασκευή, 29 Απριλίου 2022

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΩ ΜΑ ΩΣΤΟΣΟ ΔΕΝ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΟΥ…

  (… θε μου τι απέραντο παντού   και   τι βάθος γκρεμός το απέξω…   - Ο ΑΜΝΗΜΩΝ, ΑΓΑΘΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ) (… έφυγε κι ο πατέρας στα εκατό του ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ