(… αν δεν γελάσει, πρόκειται να
βρέξει άνευ ορίων άνευ όρων…)
Ένα κορίτσι στο
παράθυρο κρυφά δίνει τα στήθη της στα περιστέρια…
Η ρώμη τέτοιου
πάθους πια δε χάνεται,
μένει δεμένη στις ψυχές των φορεμάτων,
μεσ’ στα γαλάζια
βλέφαρα και τη λευκή την μπλούζα
που φάνταζε σαν
κυανή πριν γίνει στεναγμός…
Προστρέχουν
πάντα τα νερά, τα χρόνια πέφτουνε στους καταρράκτες
και μια ριπή
ξαφνιάζει τα πουλιά.
Όμως δεν θύμωσαν τα περιβόλια.
Βόλια χαράς
σφυρίζουν μεσ’ στα φύλλα,
είναι τα μήλα
κόκκινα κι ένας διαβάτης κόβει μερικά...
Δεν άνθησαν
ματαίως τόσα θαύματα.
Η χάρη τους
είναι ψηλή περικοκλάδα που σφίγγει τα μελλούμενα και τη ζωή μας μέσα στ’
αστέρια!..
Μιας εποχής που
δεν μαραίνεται στον χρόνο,
μιας εποχής
τρανής γαλανομάτας, με ελιές της Καλαμάτας στα μαλλιά της…
[κτερίσματα
στίχων από την ενότητα Η ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΣ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ 1934 της ΕΝΔΟΧΩΡΑΣ του Ανδρέα Εμπειρίκου – στην
ίδια ενότητα και το ποίημα που με τίτλο ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΡΕΤΟΝ, μνημονεύει και τιμά το Ασύγκριτο πουλί της
Οικουμένης και πρωτεργάτη των υπερρεαλιστών]:
Ασύγκριτο πουλί
της οικουμένης
Στέκεις σαν
κρύσταλλο στην κορυφή των υψηλών Ιμαλάϊων
Με στιλβηδόνα
και με σθένος και με πάθος καταμεσής στον βράχο της σποριάς σου
Ηρωικό πουλί της
οικουμένης που μοιάζεις σαν αρχάγγελος και λέων
Δεν ταξινόμησες
ποτέ καμιά φενάκη
Μα τη φωνή σου
σήκωσες στην γαλανή αιθρία.
Φανατικό πουλί
της οικουμένης
Γερό στην πάλη
και πολύκαρπο στη σημασία
Όρθιο μες στα
φτερά σου ανοιγοκλείνεις
Πάντα με βεβαιότητα το μάτι.
(κατακλείδα): ΡΑΜΦΟΣ ή Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ
ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΥ
Η πόλις εδραιώθηκε και στέκει
Μέσα στη δόξα της καθώς καθρέφτης του
καιρού της
Οι μιναρέδες της λογχίζουνε και
δρέπουν
Τα σύννεφα της ηδονής.
Η πόλις σκόρπισε τα δώρα της στο νάμα
Μιας εποχής που δεν μαραίνεται στο
χρόνο
Μιας εποχής τρανής γαλανομάτας
Με ελιές της Καλαμάτας στα μαλλιά
της.
Ακολουθούν κι άλλα ποιήματα από την
ίδια ενότητα
«Δόξα σε μας και στις γυναίκες μας
και δόξα στα παιδιά μας
(Ανδρέας Εμπειρίκος ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ και ΕΝΔΟΧΩΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Γαλαξίας πρώτη έκδοση
Υψικαμίνου 1934,Ενδοχώρας 1945)
ΣΚΟΠΙΑ
(κι άλλα
ποιήματα από την ενότητα Η ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΣ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ 1934 της ΕΝΔΟΧΩΡΑΣ 1945 του
Ανδρέα Εμπειρίκου)
Κρατάμε μεσ’ στα χέρια μας τα
πρόσωπά μας
Και βλέπουμε χρωματιστές
εκτάσεις
Οι σκέψεις μας γίνονται
γεννιούνται
Στην κάθε μας ματιά.
Δεν άνθησαν ματαίως τόσα θαύματα
Η χάρη τους είναι ψηλή
περικοκλάδα
Που σφίγγει τα μελλούμενα και
τη ζωή μας
Μέσα στ’ αστέρια.
ΤΑ ΜΟΥΡΑ
Σημαδεμένη απ’ το πρωί θα
περιμένει
Ορθή στη νύχτα κάθε ψηλαφήσεως
Αγαπητή σφαδάζουσα και μ’ έναν
ήχο
Στο βάθος της σιγής που
λιγοστεύει
Κι έπειτα αυξάνει την ψιχάλα
των ωρών.
Το φέγγος σαν σουραύλι της
αιθρίας
Γεμίζει με τα στάχυα του τα
δαχτυλίδια
Που τα φορούν γυναίκες
κρεμασμένα
Ανάμεσα στα στήθη τους κι
ανάμεσα
Στα δροσερά φυλλώματα της
ευτυχίας.
ΜΕΡΟΣ
ΠΟΜΠΗΣ
Το ρίγος των ενιαυτών δεν
είναι παραπέτασμα
Είναι τριαντάφυλλο με λεμονιές
στα χείλη
Είναι κουμπί σε φόρεμα
βελούδινο
Και βάσις των οικίσκων μιας
πολίχνης.
Κάποτε πιάνουν τα ζαρκάδια τα
παιδιά
Και γρήγορα τα παρατούν
Γιατί διασκεδάζουν περισσότερο
Να βλέπουν τα κουδούνια της
ανοίξεως.
Το ρίγος των ενιαυτών σκορπά
τη ζάχαρη
Στα χείλη που φιλούν την
οπτασία
Μια συναυλία στη ζωή και στα
σοκάκια της
Κι έπειτα πάλι τα σφυρίγματα
ΚΟΡΗ
Το σπίτι βρίθει από χαρά
Καθώς λαγήνι πλήρες γάλακτος
στον ήλιο
Ένα κορίτσι στο παράθυρο κρυφά
Δίνει τα στήθη της στα
περιστέρια.
Γιομάτα σφύζουν τα βυζιά
Και στέκουν όρθιες οι ρώγες
Τα πιπιλίζουν τα πουλιά
Κι αίφνης το γάλα ξεχειλίζει.
ΤΟ ΧΕΡΙ
Ψιλή κραυγή και συνεχώς
αποψιλούται
Σαν μίσχος μιας νεάνιδος στον
άνεμο
Φεύγουν τα πέταλά της ένα –έ να
Μεσ’ την ανταύγεια του
φουστανιού της.
Η ρώμη τέτοιου πάθους πια δεν
χάνεται
Μένει δεμένη στις ψυχές των
φορεμάτων
Μεσ’ τα γαλάζια βλέφαρα και
την λευκή της μπλούζα
Που φάνταζε σαν κυανή πριν
γίνει στεναγμός
Η ΑΚΡΗ
Η λησμοσύνη απλώθηκε στην
αμμουδιά
Κι όλα τα ψάρια θα ’ρθουν να
χαϊδέψουν
Τα ολόξανθα μαλλιά της και το
στήθος
Μεσ’ το γαλάζιο ψίθυρο των
ντροπαλών κυμάτων
Και να που σπάζουν τώρα τ’
αντιστύλια
Κι ανθούνε στις μαντήλιες τα
φιλιά
Που δίνουν μεσ’ στο σκότος στα
κορίτσια
Οι ταυρομάχοι με τις κίτρινες χλαμύδες.
ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗ
ΠΑΛΑΜΗ
Φλοιέ της Γης
Δέξου τα παραμύθια μεσ’ τα
δένδρα
Δέξου την επιδέξια τρυφερότητα
Που σου προσφέρουν οι ερασταί.
Λίγα φλουριά πουλιούνται το
πρωί
Μα πάμπολλα το μεσημέρι και το
βράδυ
Φλοιέ της γης μην το φοβάσαι
το σκοτάδι
Μας φέρνει πάντα την αυγή
Κρυμμένη στα φτερά των πίππων.
Η ΩΡΑ ΤΟΥ
ΔΕΙΚΤΟΥ
Βρέφη κρατούν ιππόδρομο στα
χέρια
Μικρές σταγόνες πέφτουνε στον
ήλιο
Από το μέλι βγήκε ο προφήτης
Που μας συμβούλεψε να μείνουμε
στο ρίγος
Της ικεσίας των αχνών
εκφορτωμάτων.
Πότε θα φύγω το καλλίτερο
φανάρι
Μια προσβολή να φέρει στο
σαράφη
Μια δέησι στα κύτταρα του
χρόνου.
ΤΑ
ΒΛΕΦΑΡΑ
Προστρέχουν πάντα τα νερά
Τα χρόνια πέφτουνε στους
καταρράκτες
Και μια ριπή ξαφνιάζει τα
πουλιά
Όμως δεν θύμωσαν τα περιβόλια
Βόλια χαράς σφυρίζουν μες τα
φύλλα
Είναι τα μήλα κόκκινα
Κι ένα διαβάτης κόβει μερικά
ΟΧΘΗ
Είμεθα στην όχθη σαν προβλήτες
Τα χέρια μας απλώνονται στον
ουρανό
Και κατεβάζουν τα πουλιά
Και τα κελεύσματα των
οδοιπόρων.
Μια γυναίκα κάποτε μας σταματά
Αν δεν γελάσει πρόκειται να βρέξει.
ΒΛΑΣΤΗΣΗ
Στα χέρια μας ακμάζουν τα
παιδιά μας
Και παίζουν με την κόμη μας
Κι ακούνε τη λαλιά μας.
Η κεφαλή μας ζει
Μαζί με τους κορμούς μας
Δόξα σε μας και τις γυναίκες
μας
Και δόξα στα παιδιά μας
ΤΑ ΒΕΛΗ
Ένα κορίτσι σ’ ένα κήπο
Δυο γυναίκες σε μια γλάστρα
Τρία κορίτσια στην καρδιά μου
Άνευ ορίων άνευ όρων.
Μια παλάμη σ’ ένα τζάμι
Μια παλάμη σ’ ένα στήθος
Ένα κουμπί που ξεκουμπώνεται
Ένα βυζί που αποκαλύπτεται
Ενώ ο τοξότης με τα βέλη
Λάμπει ψηλά στον ουρανό
Άνευ ορίων άνευ όρων.
Η
ΠΡΟΕΞΟΧΗ
Το βύθισμα του κόρακος στο
διάστημα
Συμπαρασύρει τα νερά των
ποταμών
Κυλούν οι βράχοι στις φιάλες
Και το κρασί μετουσιώνεται.
Τα σμήνη των βεγγαλικών μεσ’
τα μπουκέτα
Παλίρροια των αναμνήσεων σε
μια στιγμή
Θέατρον πλήρες κόσμου που
αλαλάζει
Η κάθε ανάμνηση στην καταχνιά
ΕΝΟΡΑΣΗ
Το ακροατήριον βοά και
περιμένει
Δέθηκε χθες και πρόπερσι στην
κορυφή του
Η νέα μηχανή με τα πανέρια
Των αρωμάτων και των
νυχτερινών βλυσμάτων.
Το ακροατήριον βοά και
περιμένει
Με την ευχή του θερινού του
πέπλου
Βέλα σιγής και βέλη της
οράσεως
Απανωτά στα κρόταλα της
εσοδείας
ΘΛΑΣΙΣ
Σήμερα τήκονται τα χελιδόνια
Βάναυση λύσσα που μεθά τους
οργωτάς του πόνου
Τώρα που τα παιχνίδια των
αιλουροειδών
Προδίδουν την διάθεσι της
ώρας.
Α τα καημένα τα χελιδόνια
Τήκονται αδίκως μεσ’ τον ήλιο
Σε μια φωτιά που ανάψανε με
ρούμι
Οι τυμβωρύχοι.
Α τα καημένα χελιδόνια
Την μοίρα τους την είπε
ψίθυρος
Τσιγγάνας με μαστούς
παλλόμενους
Πριν πέσει ο ήλιος στα ξανθά
πλεμάτια
Των αλιευτικών της ανοιχτής
θαλάσσης.
[Ανδρέας Εμπειρίκος, ποιήματα από την ενότητα Η ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΣ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ 1934 συλλογή ΕΝΔΟΧΩΡΑ πρώτη έκδοση 1945]
ΜΙΑ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΠΟΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑΜΑΤΑ. ΑΝ ΔΕΝ ΓΕΛΑΣΕΙ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΒΡΕΞΕΙ:
Ένα κορίτσι σ’ ένα κήπο Δύο γυναίκες σε μια γλάστρα Τρία κορίτσια στην καρδιά μου Άνευ
ορίων άνευ όρων… Η πλάστιγξ κλίνει εκεί
που προτιμάμε κατά την ερμηνεία που της δίνουμε κάθε φορά που επιτυγχάνουμε στα
ζάρια. Και ιδού που επιτυγχάνουμε και
πάλι, αφού τα ζάρια πέσαν στην κοιλιά μιας γυναικός Μιας γυναικός γυμνής και κοιμωμένης κατόπιν
κολυμβήσεως στην άμμο. Αυτή η γυναίκα
καθώς λεν οι θρύλοι, είχε το θάρρος να περάσει μοναχή της Γυμνή με στέαρ των κολυμβητών στο σώμα Μια θάλασσα πλατειά και φουσκωμένη από τους
στεναγμούς του γλυκασμού πολλών αγγέλων… Είμεθα στην όχθη σαν προβλήτες. Τα χέρια μας απλώνονται στον ουρανό και
κατεβάζουν τα πουλιά και τα κελεύσματα των οδοιπόρων... Μία παλάμη σ’ ένα τζάμι Μία παλάμη σ’ ένα στήθος Ένα κουμπί που ξεκουμπώνεται Ένα βυζί που αποκαλύπτεται Ενώ ο τοξότης με τα βέλη λάμπει ψηλά στον
ουρανό Άνευ ορίων άνευ όρων!.. [ΣΤΕΑΡ από την ενότητα Η ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΣ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ της ΕΝΔΟΧΩΡΑΣ
του Ανδρέα Εμπειρίκου, με στίχους κι από τα ποιήματα ΟΧΘΗ και τα ΒΕΛΗ - ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ
και ΕΝΔΟΧΩΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Γαλαξίας πρώτη έκδοση Υψικαμίνου 1934,Ενδοχώρας
1845]
Δευτέρα,
7 Μαρτίου 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου