(… άπειρα τα ερωτήματα, μηδαμινές οι απαντήσεις…)
Όταν σε αγαπούνε αποκτάς υπόσταση…
Ωσάν η καταγωγή της γλώσσας,
δηλαδή το πυρακτωμένο κέντρο με τους
φθόγγους,
τα σκόρπια γράμματα, τις συλλαβές τις λέξεις,
τις προτάσεις, τον ρυθμό και την
ανατροπή του
πάντα από την Ποίηση του Ποιήματος.
Το Ποίημα εκτίθεται γυμνό, ολάκερο
απροστάτευτο,
στον χλευασμό και την ασέλγεια και
την κατανόηση ή μη.
Υπάρχει και το ποίημα που προκύπτει
από τη θεωρητική βίωση.
Ισότιμα, πιστεύω, υπάρχει και το
Ποίημα που προκύπτει από τη σωματική βίωση, την κρυφή πληγή που δεν κλείνει –
περνάει μα δεν κλείνει.
Δύο οι δρόμοι, θαρρείς, είτε
αερομαχίες ονομάζονται είτε γεωμαχίες.
Διάλεξε εσύ.
Μα το Ποίημα δεν είναι ένα πράγμα,
δεν είναι εύκολο ν’ αποφανθείς υπέρ της μιας περιπτώσεως ή της άλλης·
το απόλυτο δίκαιο δυσεύρετο.
Ανάλογα, πάλι, με το περιβάλλον, τα
γεγονότα και τις συγκρούσεις της Εποχής, ανάλογα με το ταμπεραμέντο του
δημιουργού, πλείστες οι διαβαθμίσεις και οι εκκρεμότητες της ώρας τόσον στις
αφετηρίες όσον και στο τέρμα της πορείας.
Ωστόσο ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις
μπορεί κάτι άλλο να συμβαίνει·
υπάρχει και ο τρίτος (χιλιοστός)
δρόμος – καθείς με τα όπλα του – καθώς σμίγουν οι αρετές κάθε πλευράς, που δεν
υπηρετούν τον μοναδικό Θεό.
Η πολυσημία παρούσα.
Κάθε ποίημα ξεκινάει από τον τίτλο
(εάν έχει).
Το αυθεντικό Ποίημα έχει το πριν και
το μετά σίγουρα.
Το σήμερα διεκδικείται από ένα σωρό
μνηστήρες.
Συχνά ο Ποιητής καταφεύγει στο
παρελθόν (όχι μόνο συγκριτικά).
Και με νοσταλγία επιλογής όπως και
για το εδώ και τώρα, όπως και για το προσδοκώμενο μέλλον (ακόμα και για το
ουτοπικό).
Απλώνει έτσι το δίχτυ προσπαθώντας να
πετρώσει τον Χρόνο εναντίον του Θανάτου, της φθοράς και της
απουσίας.
Ο ποιητής ο ψύχραιμος, ο ταραγμένος,
ο σαλός.
Το Ποίημα σέβεται την αξιοπρέπεια της
ζωής και του θανάτου.
Ο Ποιητής είναι αλήθεια ότι αδικεί
συνεχώς τον εαυτό του;
ΑΚΡΟΤΕΛΕΥΤΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ:
Το Ποίημα η απόλυτη Ελευθερία.
Ο Ποιητής… Τον έβενο της Νιότης
ζήτησε και τον πήρε·
στα χρόνια αργότερα που σέρνονται τα
γηρατειά
Εκείνη αναστέναξε…
[κτερίσματα αφοριστικών στοχασμών από
το βιβλίο του Μάρκου Μέσκου ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΣΕΩΣ, εκδόσεις Κίχλη 2015]
«Συμπαρομαρτούσες και οι παρούσες ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ,
εμπειρίες και βιώματα και παρατηρήσεις γύρω από την
αναντικατάστατη Ποίηση.
Φυσικά δεν είναι οι μοναδικές…».
Δηλώνει ο Ποιητής προεισαγωγικά
υπογραμμίζοντας:
«Η μνήμη είναι η νικήτρια του
θανάτου»!..
Της λησμοσύνης ορθότερα.
Μεγάλη η διαδρομή της καθώς διερευνά
τα συμβαίνοντα καταγράφοντάς τα. Επ’
άπειρον!.. με…
ΛΕΞΕΙΣ ΤΑΡΑΓΜΕΝΕΣ,
άγνωστος υπόγειος ρυθμός,
άτι το Ποίημα χτυπάει με την οπλή του
το χώμα!..
Δεν είναι σίγουρο…
Σε λίγο, οι έμμονες ιδέες μαζί του θα
τρέξουν πετώντας!..
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, λοιπόν, αφορισμών Μάρκου Μέσκου για την ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΠΟΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ;
Στον πόλεμο των ονείρων ποιο θα επικρατήσει, τι;
Θεός ή θνητοί, θάνατος ή ζωή;
(τα ερώτημα απευθύνει στον εαυτό του ο Μάρκος Μέσκος
και δοκιμάζει να δώσει κάποιες απαντήσεις στο βιβλίο του ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΣΕΩΣ,
Κίχλη 2015. Ιδού μερικές)
Το βασίλειο, το δάσος
των λέξεων που απλώνουν κλαδιά στον ουρανό και στο χώμα,
που δηλώνουν πράγματα
– ιστορίες – ανθρώπους
είναι απέραντο.
Όσο βαθύτερα σκάβεις
τόσο ανοίγεται ο κόσμος πολεμώντας τη μαύρη στάχτη του θανάτου.
Μέλημά σου τα χνάρια
της Ποίησης να επιβιώσουν όσο γίνεται μακρύτερα στο μέλλον.
Η ΛΕΞΗ, χώμα και
άμμος και σίδερο και ξύλα και αμόνι και σχήμα,
προσδιορίζει και
κυριολεκτεί στην Ποίηση κυρίως.
Μαζί με το ρυθμό, τα όνειρα, τα πάθη και τις ουτοπίες.
Μη φοβάσαι τις
λέξεις· εκείνες να σε φοβούνται·
αφού έδωσαν το κρασί
στο Ποίημά σου,
τελειωμένες (ίσως)
είναι.
Η ζωή είναι πολύ
ισχυρή· κι ο θάνατος το ίδιο (ο αλύγιστος). Ανάμεσά τους συντρίμμια το Ποίημα.
Οι αμαρτωλοί ανέκαθεν
έγραφαν ποιήματα. Ακόμη και σήμερα.
Διπλή
η όψη της ανθρώπινης φύσης, καλό – κακό, άσπρο – μαύρο
κι
ανάμεσά τους οι αβυσσαλέες διαβαθμίσεις,
ο
«φονιάς Καραβάτζιο, ο ατίθασος
Τιντορέττο,
ο
«παράφρονας» Βαν Γκογκ,
οι
μπαλάντες του Φρανσουά Βιγιόν,
ο
μέθυσος Έντγκαρ Άλλαν Πόε,
οι
αμαρτίες του Σαρλ Μπωντλερ,
ο
αυτόχειρας Μαγιακόφσκι,
ο
«αναρχικός» Όσιπ Μαντελστάμ
και
η απόκοσμη Άννα Αχμάτοβα –
στο
βάθος καρτερεί η αθωότητα του παιδιού, εκεί καταλήγουν οριστικά.
ΤΕΛΙΚΑ
η ΠΟΙΗΣΗ μπορεί να εκτιμηθεί και ωσάν
ανιδιοτελής
εργασία εκτός των άλλων κανονικών – φυσιολογικών συμπεριφορών,
προσήλωση
«ανισόρροπη» μέχρι το τέλος.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ «ΤΕΛΕΙΩΣΗ» ΥΠΑΡΧΕΙ, ΘΑΡΡΕΙΣ,
ΤΟ ΓΥΜΝΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Περιλάλητον
το ύψος των κειμένων, πτήσεις – πτώσεις – εκπτώσεις – χαμηλό πέταγμα – ουράνιο,
ανάλογα με τη δύναμη των φτερών και τη γλώσσα των Ποιημάτων.
Μαζί
ο καημός και ο αναστεναγμός τους.
Σε
ποια πέτρα αλυσοδεμένος, ποίος ο γύπας που τρώει το συκώτι του –
βαθιά
η επιθυμία του να λευτερωθεί και να κατέβει από κει βοηθώντας τους ανθρώπους,
απλά.
Τι
το φίλιο και τι το αντίπαλο·
τι
γνωρίζεις και τι δεν γνωρίζεις·
τι
είναι Ποίηση και τι δεν είναι –
πάλι
από την αρχή του πάθους στη θνητή πορεία.
Ποτάμι
που τρέχει ή καρφωμένο αστέρι στον ουρανό; Μόνο ζωή, μόνο θάνατος;
Τίποτα
λαγαρό, ξεκαθαρισμένο κι οριστικό.
Το
δίκαιο ανήκει στη στιγμή που η απόφαση επιλέγει.
Εκεί
ψάξε.
Η
ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ έγκειται (και)
στην
ονομασία των πάντων του κόσμου
Εκείνου
με ανάλογη δικαιοσύνη και ισοτιμία.
Καταδικασμένοι
αγώνες (εκ προοιμίου)
αλλά
μοναδικοί και μεγαλειώδεις
όταν
υπολογίζει κανείς την αξία του θανάτου.
Ψεύτη
κόσμε! Κι όμως ο άνθρωπος πρέπει να πιστέψει στη ζωή, ν’ αγωνιστεί για την
όποια (χρονικά) διάρκεια του.
Η
ζωή πανίσχυρη τραβάει το δρόμο της.
Ο
σιωπηλός θάνατος, έρποντας, αδιαφορεί ποιον θα πάρει και ποιον θ’ αφήσει.
Παραχωρώντας
μεγάλο μερίδιο ζωής στο υπάρχον (πανοπτικό, γνωστό πεδίο του θανάτου)
προσεγγίζεις το περιλάλητο μέτρο.
Συχνά
φέρνεις στο νου σου το ρήμα υπο – φέρω!..
Υπό και
φέρω, φέρω υπό το σαμάρι της ανελέητης
εξουσίας.
Δηλαδή
υποζύγιο. Υπό τον ζυγόν ζω!..
Συνολικά
υποφέρω.
Κάθε
λέξη σημαίνει κάτι· ενίοτε περισσότερα, ανάλογα με τη θέση της στον στίχο.
Αναντικατάστατη.
Λίγο να μετακινηθεί γκρεμίστηκε το οικοδόμημα, το Ποίημα θέλω να πω.
Συμβαίνει,
θαρρείς τελεσίδικα, η χρήση κάποιων συγκεκριμένων λέξεων από κάποιους δημιουργούς,
που
ανάλογα με τον κόσμο του καθενός χαρακτηρίζουν την προσωπική του γλώσσα στα
κείμενά του.
Εσύ,
ν’ αποφεύγεις τη στράτευσή τους στα δικά σου ποιήματα.
Παραμέρισέ
τες καταφεύγοντας στο δικό σου,
καταδικό
σου δάσος των λέξεων·
γνωρίζοντας
το ειδικό βάρος εκάστης και την καταγωγή της.
«ΔΩΣΤΕ ΜΟΥ ΤΡΕΙΣ ΛΕΞΕΙΣ ΝΑ ΣΑΣ ΦΤΙΑΞΩ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΤΟΥ
ΚΟΣΜΟΥ!.. ΤΡΕΙΣ ΛΕΞΕΙΣ ΜΟΝΟ…
(… στην του χαρτιού ένας Ποιητής σημείωνε…)
Οι αφιερωμένοι,
ταμένοι Ποιητές ισχυρίζονται πως κατάφεραν να γίνουν ένα μουσικό όργανο·
όπως κι αν χαϊδέψεις
τις χορδές του, εκείνο θα σημάνει Ποίηση.
-
Αν, εσύ, μπορείς να σηκώσεις το άχθος,
πάρε το δρόμο.
Πάντα η Ποίηση είναι
πιο δυνατή από τον Ποιητή.
Όσο ταλαντούχος κι αν
είναι δεν μπορεί να υποτάξει πλήρως την Ποίηση.
Δεν μπορεί, τελικά,
να την υπερβεί. Κάτι περισσεύει.
Εκείνη,
πολλαπλασιαζόμενη διαρκώς, κρατάει για τους μεταγενέστερους την αναμέτρηση.
Την ίδια αναμέτρηση
με τους προηγούμενους «μαχητές» και με τα ίδια αποτελέσματα.
Γράφεται, θαρρείς,
για το πριν και το μετά. Άχρονη – και όμως παρούσα.
[αποσπασματικές επιλογές στοχασμών
Μάρκου Μέσκου από το βιβλίο του ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΣΕΩΣ, εκδόσεις Κίχλη 2015]
ΜΠΑΝΤΖΟ ή ΜΠΑΛΑΛΑΪΚΑ, ΛΥΡΑ ή ΣΑΛΠΙΓΚΑ ή ΠΕΝΘΙΜΟ
ΚΛΑΡΙΝΟ – ΔΙΑΛΕΞΕ!.. ΜΑ ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ ΤΩΝ ΤΥΜΠΑΝΩΝ ΤΟ ΥΠΟΧΘΟΝΙΟ ΒΟΥΗΤΟ
(αποσπάσματα
από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΣΕΩΣ, Κίχλη 2015)
Κυρίως ο ρυθμός στο
Ποίημα.
Α, ο ρυθμός και η
μουσική του, πόσους δεν ταλάνισαν!..
Από καταβολής των
γραφών, έπος – ωδές – ελεγείες –μπαλάντες – ρίμες αδελφές της μνήμης –
αποσπάσματα νεωτερικά.
Ρήματα και
ουσιαστικά, επίθετα κι αντωνυμίες, μετοχές και μακρινά απαρέμφατα,
η Γλώσσα, που ζητάει
απελπισμένα την Επικοινωνία, με όλα τα μόρια και όλα τα λάβαρά της όταν
κυριολεκτούν ολοκληρώνοντας τις συγγραφικές προθέσεις.
Και ο Λόγος οδεύει,
ελπίζω, στο άγνωστο μέλλον πανίσχυρος.
Ο Ρυθμός, το ρίγος
κρατάει όρθιο το Ποίημα· δεν καταρρέει.
Ο κάθετος άξονας του
Ποιήματος, ανάλογα με το τέμπο που ο Δημιουργός προσδίδει στο κεντρικό του
θέμα, χαρακτηρίζει και το αποτέλεσμά του.
Μεγαλόσχημα
εμβατήρια, παράτες, φανφαρόνικοι ρυθμοί (της χαράς τάχα), υπάρχουν όλα αυτά,
όμως μην τα ζηλέψεις.
Υπάρχει και η χαμηλή
φωτιά που καίει μέσα στη στάχτη ασταμάτητα – προς τα δω η εκτίμησή μου!
Κατ’ επανάληψη
εμφανίζεται ο ισχυρισμός του ψεύδους στην Ποίηση· μεγάλη η πλάνη θαρρώ, καθώς η
Ποίηση δεν φοβήθηκε ποτέ την Αλήθεια προσποιούμενη.
Και στα πιο μαύρα
χρόνια η Ποίηση, δεν φοβάται την Αλήθεια.
Δεν είναι λίγες φορές
που υστεροφημία και ποιητής ανταμώνουν.
Της μετριοφροσύνης
και της σεμνότητας η απουσία γίνεται αιτία να προβάλει η πλανεύτρα, μακράν της
γωνίας του χαρτιού και του μολυβιού, η μάγισσα υστεροφημία – η άχρηστη!
Μεθυσμένος,
βαδίζοντας στα χνάρια του μυστηρίου, μια ζωή με τα σκοτάδια παλεύεις.
Πλήθος τα φαντάσματα,
ζωντανοί νεκροί θα ’ρχονται πυκνά στα όνειρά σου· χαμένος στα τρίστρατα της
νύχτας, στη νύχτα την πεθαμένη το άρρητο μυστικό.
Ίσως γκρεμίζοντας τις
όποιες βεβαιότητες πλησιάζεις την απαράμιλλη αίσθηση του Μέτρου·
που ολομόναχος τότε ανακαλύπτεις.
Αν κάνεις προσευχές
προτού πλαγιάσεις, βαθιά θυμήσου και τα ονόματα των Ανωνύμων Αγίων Ανθρώπων.
ΣΑΝ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Το Ποίημα η απόλυτη ελευθερία
ΕΔΩ, ΚΑΘΕ ΛΕΞΗ ΤΗΣ ΑΛΕΚΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΝΕΑ
ΙΣΤΟΡΙΑ…
Εάν το ασκημένο ένστικτο είναι πάντοτε παρόν σαν
αυτονόητη έξη στον Δημιουργό, που χρόνια δοκιμάζεται στα βάσανα των Γραφών,
μεγάλα τα φτερουγίσματα της Ποίησης στον αέρα!.. Μια πάνω μια κάτω· μια λευκό
μια μαύρο. Το λευκό Έρωτας είναι, το
σοβαρό παιχνίδι της Ειρήνης επίσης, η Ελευθερία, τα ιδανικά των οραμάτων, τα
όνειρα, η Μνήμη. Το μαύρο είναι το
χρώμα της αβύσσου, το κακό της σύμπτωσης, ο σκοταδισμός και η παρακμή των
ελπίδων, ο Άδης με τον Πλούτωνα, τη Δήμητρα και την Περσεφόνη, η Λήθη. Εδώ, η κάθε λέξη της άλεκτης γλώσσας είναι
μια νέα ιστορία [από τη συλλογή του Μάρκου Μέσκου ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΠΟΙΗΣΕΩΣ, εκδόσεις
Κίχλη 2015
Δευτέρα, 23 Αυγούστου
2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου