Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

ΜΕΣ ΣΤΑ ΣΑΓΟΝΙΑ ΕΝΟΣ ΑΜΦΙΣΗΜΟΥ ΧΡΗΣΜΟΥ…

 

(…σαν να μην  έχει ο κόσμος μάτια στα πασίδηλα

Μόνο αυτιά για να πιστεύει.  Τέτοια αντίφαση…)

«Εξηπάτηνται οι άνθρωποι

προς την γνώσιν των φανερών»  -  ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

 

Το πόδι πάλι στο νερό,  που αθόρυβα

Θλάση διάθλαση δεν ξέρω – πάει το τσάκισε

Υδρόβιο φως.  Κι απάνω πάντοτε

Ο νέος ήλιος  εφ’ ημέρη  αλλ’ αναλλοίωτος

(Αιώνες τώρα ετούτος αναλλοίωτος)

Κι ας πάει να λέει  αλλού  ο Σκοτεινός τα ωραία του

(Κάθε φορά,  εφ’ ημέρη,  αλλιώς)

Σαν να μην έχει ο κόσμος μάτια στα πασίδηλα

Μόνο αυτιά για να πιστεύει.  Τέτοια αντίφαση.

Όταν αυτό ο ίδιος σ’ άλλη φώτιση

Πως είναι κήρυττε των ώτων οι οφθαλμοί

Μάρτυρες  όντως ακριβέστεροι.

Ωκεανός  και  κυκεώνας λόγων.  Ή το διαβόητο

Ποτάμι που έπνιξε πολλούς.  Τον δήλιο

Κολυμβητή  με  κροκοδείλιο

Δόλο θα δεχθεί.  Κατασπαράζοντάς τον πρώτα

Κι έπειτα   Σπαράζοντας με κίβδηλους λυγμούς.

 

Μα πάλι    Τόσος οδυρμός,  γιατί;

 

Αφού ταυτό τε ζων  και  τεθνηκός

Και νέον  και  γηραιόν

Και γνώση  και  άγνοια.

 

Τι μας κρατάει σ’ αγωνία

Και δεν τελειώνουμε

 

Μες στα σαγόνια  ενός αμφίσημου χρησμού του;

[ΠΑΛΙΝΤΡΟΠΟΝ  από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη

ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ, εκδόσεις Καστανιώτη 2013] 


 


ΟΙ ΧΑΡΤΟΠΑΙΧΤΕΣ

(κι άλλες επιλογές από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη  ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013)

Πάντα τους βρίσκω εδώ.  Στο ίδιο καταφύγιο

(σ’ αυτό το άθλιο καφενείο,  σαν καπηλειό)

Μ’ ένα μπουκάλι στο τραπέζι.

Ο αριστερά καπνίζει πίπα.  Όμως κι οι δύο

Ψυχή και σώματι δοσμένοι   Στα χαρτιά

Μόλις που άρχισαν το παιχνίδι.    Τράβηξαν  

Τα πρώτα φύλλα  και  εξετάζουν εμβριθώς

Ποια τακτική ν’ ακολουθήσουν.   Πρόσεξα

Πως,  κρύο  ή  ζέστη, εξάπαντος

Φορούν σακάκι και καπέλο.   Πρόσεξα

Κυρίως αυτό:  Δεν στέργουνε

Να σταματήσουν την πατρίδα ούτε λεπτό.

Ξεχνούν να φάνε   και  να πιουν.

Να κοιμηθούνε.  Κάθονται

Αντίκρυ  ο ένας απ’ τον άλλο.   Ακίνητοι.

Κι αυτό επί χρόνια,  συνεχώς.

Πώς γίνεται;

Δεν τους γυρεύουν τα παιδιά,  η γυναίκα τους,

Δεν έχουν σπίτι  και  δουλειά;   Με ζώσανε

Τα φίδια για καλά.   Υποπτεύομαι  

Πως κάποιο τέχνασμα γελάει τη λογική μου

Κάποιο περίεργο παιχνίδι θα μου σκάρωσες

Με τα ψυχρά  και  τα θερμά σου  που ζαλίζουνε

Σ’ αυτό το άθλιο μαγαζί   Που με κουβάλησες

Το καπνισμένο τούτο   Καταγώγιο. 

 

Κύριε Σεζάν  

 

ΘΗΛΙΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ   (αρμονίη αφανής)

Ο κόσμος

Μες στου ήλιου σπαράζει   Τη θηλιά

Η μέρα στραγγαλισμένη   Βγάζει τη γλώσσα της·

Φως καινούργιο

Τα παλιά περνάει μ’ ασβέστη

Κι όλα θάβονται βαθιά

Στο χώμα

Του αέρα.

 

(Πόσο γλυκός στ’ αλήθεια   Ο ρυθμός του στίχου

-Από μετάξι την κάνει   Και τη θηλιά·

Είναι μόνο το μέτρο λοιπόν

Κι ο αριθμός

Που του σύμπαντος   Την τάξη   Καθορίζουνε;)

 

Η νύχτα   Την αστέρινη ανοίγει κοιλιά

Μητέρα τη φωνάζουνε

Φόβοι χιλιάδες·

Άνθρωποι  κι  αγρίμια   Πουλιά  και  ψάρια,

Βαθιά ναυαγισμένοι

Στα νερά

Του αέρα

 

ΣΥΝΑΨΙΕΣ  (όλα  και ουχ όλα)

Ο ουρανός:  καθρέφτης

Η μοίρα:  βουβή

Το πάθος:  ακόρεστο

 

Ο χρόνος:  νεκρός

Η μητέρα:  μονάκριβη

Το ποτάμι:  βαθύ

 

Ο καθρέφτης:  ψυχρός

Η φύση:  βουβή

Το δάκρυ:  ποτάμι

 

Ο ουρανός:  νεκρός

Η μοίρα:  μονάκριβη

Το πάθος:  βαθύ

 

Ο χρόνος:  ψυχρός

Η φύση:  μητέρα

Το δάκρυ:  ακόρεστο

 

ΘΗΛΙΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ  2 

Σπαράζει ο κόσμος μες του ήλιου τη θηλιά

Βγάζει τη γλώσσα της στραγγαλισμένη η μέρα·

Καινούργιο φως περνάει μ’ ασβέστη τα παλιά

Κι όλα βαθιά στο χώμα θάβονται του αέρα.

 

(Πόσο γλυκός του στίχου αλήθεια ο ρυθμός

-Και τη θηλιά την κάνει από μετάξι·

Είναι λοιπόν το μέτρο μόνο  κι ο αριθμός

Που καθορίζουνε του σύμπαντος την τάξη;)

 

Ανοίγει η νύχτα την αστέρινη κοιλιά

Χιλιάδες φόβοι τη φωνάζουνε μητέρα·

Ψάρια  κι  ανθρώποι,  αγρίμια  και  πουλιά

Ναυαγισμένοι στα βαθιά νερά του αέρα.

[από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013]

 

ΑΓΡΙΟΣ ΙΜΕΡΟΣ 

(από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη  ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013)

Μην προσκυνάτε τα είδωλα.

Είναι μοιραίο αμάρτημα  η  γλωσσολατρία

 

Όμως χιλιάδες κυβικά στη λέξη θάλασσα

Δεν λιώνουν το άλας

Ενώ πιο αίλουρο το έαρ κρύπτεται

Πότε στα ρεύματα του αέρα

Πότε στα νερά.

 

Η χάρη των ελληνικών

Που αυτόματα

Μ’ ένα μειλίχιο Μη

Κρατούν κλειστά τα   Μυστικά,

Μ’ ένα μονάχα Ταυ   (Λειψό σταυρό)  

τους  Τάφους.

 

Και, βέβαια,  θα προσέξατε:

Πώς σβήνει ο   Άγριος Ίμερος –

Ποτάμι πόθου

Εκβάλλοντας   Στο ανεστραμμένο

Δέλτα

Το εύφορο

Των Δεσποινίδων

 

ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ 

Η χάρη των ελληνικών:   ΣΟΦΟΣ

Εκείνος που άφοβος

Πιάνει το ΝΗΜΑ απ’ το ΑΜΗΝ

Και ανάδρομα

(Πάνω ή κάτω   Μία και ωυτή)

Γυρνάει σε τέρμα τη νοητή

Αφετηρία.

Απ’ όποια θέση να το δεις:

ΣΟΦΟΣ.

Ανοίγοντας

Παλιούς δαιδάλεους δρόμους

Ώσπου αλάθητος

Να κελαρύσει ο ψίθυρος:

ΑΓΑΠΗ  – ναι,

Η  ΠΑΓΑ

(ποιος είπε    Απέσβετο;)

ΡΟΔΙΝΟ ΛΑΛΟΝ ΥΔΩΡ που

(Φλέβα ν’ αδειάζει το αίμα της)

ΞΑΝΑ Ο ΑΝΑΞ των χρησμών

Με βάγια

Δάφνες

Και καλύβη νέα

ΡΗΤΩΣ προτρέπει

Σαν ΣΩΤΗΡ:

Πίετε

Πάντες.

 

ΕΚ

Η χελιδόνα   Ο λέλεκας   Ο  πελεκάνος

Σέρνονται

Ή με κοντά πηδηματάκια

Χώνουνε  

Το ράμφος τους   Το ρύγχος τους

Στο χώμα

Ψάχνοντας

Σαν τρελαμένα

Μήπως βρουν

Το φι   Το ταυ   Το ρω

 

Για να απογειωθούν

[από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013]

 

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ

(από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη  ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013)

Τι φοβερή ομοιότητα

Η έλαφος   κι  ο ελέφας!..

 

Στην ίδια συνομοταξία ήχων

Στην ίδια ομοταξία συλλαβών.

 

Σώμα πλασμένο  από λάμδα   και  από φι

Ουρά το σίγμα,  ο λαιμός  τους έψιλον

Τα πόδια τους  κολόνες  από άλφα.

 

Όμως  για κοίτα:

ξαφνικά πετάει κέρατα

Το φαλακρό κρανίο   του  όμικρον!..

 

Και τ’ άλλο έψιλον

Γυρνάει  σε προβοσκίδα!..

 

ΕΞΕΡΧΟΜΕΝΟ ΜΗΝΥΜΑ

Ετούτη τη στιγμή δεν είμαι εδώ

Σ’ ένα μικρό κελί  του στήθους   Αναπαύομαι.

Ούτε φωνή  ούτε φως  μου διακόπτουνε

Την ύστατη αγαλλίαση   του Τίποτα

 

Έξω,  σαν πάντα,  περιφέρονται οι φίλοι μου

Ξελαρυγγιάζονται  τα χρώματα της μέρας

Ιδέες  και πάθη  σταθερώς ανακυκλώνονται.

 

Κάπου εκεί

Μες στο πλήθος

Χαμένος  κι  εγώ

 

ΕΞΩ ΠΑΦΛΑΖΟΥΝΕ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ…

(…σκέψεις  αισθήματα χαράζουν το κενό. 

Κι εσύ κλεισμένος  κλειδωμένος   έγκλειστος  στους τέσσερις στίχους…)

Δεν είμαι   Ασώματη φωνή με υποδύεται   Μ’ ανώτερη πειθώ απ’ όσο δύναμαι   Κι εγώ να υποδυθώ   Εμένα.   Υπόκριση στα όρια ειλικρίνειας.   Ισόβια εμμονή:  Δεν είμαι!..  Μα εσείς   Που με πιστεύετε   Ρίξτε μπουκάλι μήνυμα   Και πάλι με πειθώ υποκριθείτε   Πως ναι, πιστεύετε αυτό   Που βέβαια   Δεν πιστεύετε   Ούτ’ εσείς:   Πως   Είμαι!..    (ΑΥΤΟΜΑΤΟΣ ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ, εκδόσεις Καστανιώτη 2013)

Πέμπτη, 20 Μαρτίου 2025

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΝΤΑ Σ’ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΣΑΜΕ…

  (…χωρίς ποτέ κανείς να μας ακούει…) («Γιατί σωπαίνουν τα κοχύλια; Γιατί δεν τραγουδούνε τα παιδιά; Τα ζώα τ’ αφανίσαμε και τα φυ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ