(… ζώντας τι συγκλονιστικότερο να περιμένω
παρά μονάχα τις ειδήσεις των διαδοχικών θανάτων σας…)
Αν δεν
αντιστραφούν λοιπόν οι όροι ξέρω πως
θα σας
κλάψω μαζί σας κλαίγοντας
τον
πολυαγαπημένο μελλοθάνατό μου!..
Έστω!..
Μα το χειρότερο
που τρέμω φίλοι:
Μήπως όταν σας
διάλεγα Βύρωνα Νίκο
Θάνο Αλέξανδρε
εικοσιπέντε
τριάντα χρόνια μεγαλύτερους
δεν ήταν όπως το
’θελα μόνον απ’ αγάπη
αλλά με βάση
τους συσχετισμούς τις πιθανότητες
υπολογίζοντας σ’
εσάς για λίγες δόσεις
μιας έστω και
πλαστής αθανασίας!..
Απευθείας
συγκοινωνούν μόνο οι γυναίκες με τον
Θάνατο!..
Ο θάνατος μας
στέλνει εδώ μέσα από την πληγή τους.
Και το τρελό της
αίμα
είναι τα δάκρυα
τα δικά Του για το χωρισμό.
Μην κλαις. Πατέρα.
Ολόκληρη
ζωή κι
εμείς κι εκείνες εκεί
δεν κάνουμε
έρωτα·
μονάχα Σε
διακρίνουμε στο βάθος στο αμυδρό Σου
φως
κουνώντας το
ίδιο πάντοτε μαντίλι απεγνωσμένα!..
[ΦΙΛΟΙ ΩΡΙΜΟΙ
ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ και ΝΟΣΤΟΣ από τη συλλογή του Γιάννη Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991
–
κι άλλα ποιήματα
από την εν λόγω συλλογή
αντιγραφή και
επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΜΟΣ Α 1975 -1996, εκδόσεις Κέδρος]
ΤΑ ΓΥΑΛΙΝΑ ΛΕΥΚΩΜΑΤΑ
(από τη συλλογή του Γιάννη
Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991)
Σφουγγαράκια συρμάτινα
τεχνολογία πλυντηρίων
κι εσύ φιλοτιμία των
απορρυπαντικών
ποτέ δεν θα μπορέσετε να
σβήσετε
τα χείλη που ακουμπήσαν σε
τυχαία ποτήρια.
Γι’ αυτό κι εμείς
ελπίζουμε στα χείλη
όσων μας αρνηθήκανε φιλί
όπως τα διψασμένα χείλη
των νεκρών
προσμένουν πάντα στα
ποτήρια το φιλί μας.
ΔΩΜΑΤΙΑ
Εκεί που μόνος διαβάζεις
στο δωμάτιο
και το αγαπημένο πρόσωπο
υγιέστατο
μέσα ρυθμίζει τις ρουτίνες
σταματάς κι αλαφιάζεσαι
να σηκωθείς να τρέξεις
να το πνίξεις στα φιλιά
ποιος ξέρει αύριο
μόνον που εκείνη τη στιγμή
έχεις θολώσει
ότι ζει
πως είναι τότε που
ενώ διαβάζεις μόνος στο
δωμάτιο
ξάφνου είχες σταματήσει κι
αλαφιάστηκες
να σηκωθείς να τρέξεις
αλλά καλά σε λίγο
και δεν έτρεξες!..
[από τη συλλογή
του Γιάννη Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991]
ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΕΣ
(από τη συλλογή του Γιάννη
Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991)
Αγάπη μου, μου κάνει εντύπωση λοιπόν
με πόση ευχέρεια πια
ανάμεσα σε τόσους τάφους
μες στο Δεύτερο
βρίσκουμε το δικό
μας. Σαν υπνωτισμένοι!..
Έχουμε γίνει δε ξεφτέρια
και στις εργασίες:
καντήλι, ξεχορτάριασμα,
νερό στ’ ανθοδοχεία.
Είναι διθέσιος
οικογενειακός, γι’ αυτό τόση φροντίδα·
εσύ με απορρυπαντικό και με
σφουγγάρι
εγώ από δίπλα με το
ποτιστήρι
να λάμψουνε τα δυο
μαρμάρινα οστεοφυλάκια στην κορφή
και ο σταυρός που
υπέρκειται τόσων κεκοιμημένων.
Τέτοια ομοιότητα όμως πώς
δεν σε ξενίζει;
Ένα φωτάκι πάντοτε
αναμμένο μην αλαφιαστείς
άσπρα σεντόνια με
διακόσμηση λουλούδια
τα μαξιλάρια μας μιας
πάλλευκης σκληρότητας
και από πάνω εικόνισμα για
να ευλογεί τον ύπνο.
Σκοτάδι ανάμεσα στις δυο
κρεβατοκάμαρες.
Δεν είναι πόθος. Πρέπει.
Έλα, πλησίασε.
Πρέπει. Να ξέρουμε από το ’να βράδυ στο άλλο
σε ποια απ’ τις δυο
κρεβατοκάμαρες βρισκόμαστε.
ΤΖΑΜΑΡΙΑ
Για τότε όταν άλαλο
σκοτάδι
πριν ανάψεις τη λάμπα κι
όμως έχεις ξυπνήσει
ή μόλις μπεις στο σινεμά
τυφλός απ’ τα έξω φώτα
όταν τα μάτια κέρατα
ταράνδων
έχουν μπλεχθεί σε
φυλλωσιές
κεραίες των τρόλεϊ που
χορεύουν πανικόβλητες
όταν τα μάτια σαν χέρια
δειλά
ψαχουλεύουνε τα
γνώριμα ή σαν στόματα
χωρίς φωνή ψάχνουν αφές με
τα χείλη
για τότε λέω
που πάντα κάτι γίνεται μες
τους βολβούς
και σιγά – σιγά ξεχωρίζεις
πού η καρέκλα
το τασάκι πού ο διακόπτης
να η ταξιθέτρια ή
τέλος σαν στεριά
τα ορεινά των θεατών μαύρα
κρανία
για τότε
μηδέν κόμμα μηδέν τόσο
τοις εκατό
που κάποτε οι βολβοί δε θα
και με το πρώτο κιχ
τα μούτρα σου κι η
τζαμαρία θα γίνουν ένα
κι εκατομμύρια μικρά
κρύσταλλα θα σφηνωθούν
στα μάτια
για τότε
χρόνια εγώ στο φως
κολλάω στα μάτια
ουρλιάζοντας
μικρά – μικρά γυαλιά
σπασμένα
[από τη συλλογή
του Γιάννη Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991]
SAVOIR MOURIR
Αν έρθετε στην
κηδεία μου θα ’ρθω κι εγώ στη δική σας
Όταν εγώ
θυμάμαι ιδρύω παλιές λεβάντες
CORTINA 1964
(… ωδή σε auto-κτονο δεσποινίδα…)
Δεσποινίς·
παρά τα τόσα χρόνια που
είμαστε μαζί
δεν αποκάλυψα ποτέ τα
αισθήματά μου.
Παιδούλα ακόμα σας πρωτόφερε ο πατέρας
και μ’ όλους μας αμέσως γίνατ’ ένα.
Μαζί ταξίδια κι εκδρομές βροχές και
καύσωνες
ώσπου όταν έφυγε σας άφησε σ’ εμένα
μια demoiselle de compagnie παρωχημένη
ένα κειμήλιο μνήμες ασορτί στη νιότη
μου.
Φαντάζομαι πως ίσως θα θυμόσαστε
– εικοσιδύο τώρα ετών μα στο είδος σας
εικοσιδύο επί τρία εξήντα έξι –
πόσους μικροβιολογικούς ελέγχους και
κατάγματα
ή και μεταμοσχεύσεις έζησα κοντά σας.
Στη μνήμη του πατέρα, θα μου πείτε.
Κι οι αισθητικές σας επεμβάσεις, τα
αξεσουάρ;
Τι ήταν αυτά; Μήπως δεν ήταν
μια απέραντη στοργή μόνο για σας
η καθημερινή αγωνία μου να υπάρχετε
όπως τα πρώτα χρόνια;
Δεν είσαστε κι οι δυο θανάσιμος
υπαινιγμός
για τους νεόπλουτους με τα εκθαμβωτικά
νυμφίδα
που σας σνόμπαραν στους δρόμους
υπαινιγμός πως τότε που αυτοί παίζανε με πλαστικά
τουτού
εγώ
κι εσείς ήδη σας είχα πια αγαπήσει;
Δε θα σας τα ’λεγα ποτέ όλ’ αυτά
κι όπως ταιριάζει ανομολόγητο, παλιό
θα ’χα κρατήσει το αίσθημά μου
αν οι σφυγμοί σας έντονα
δε μ’ είχανε τις προάλλες θορυβήσει.
Δε σας το κρύβω∙ ο καρδιολόγος χθες με απέλπισε:
«Πιστόνια τέρμα και το λάδι καθισμένο.
Για τρίτο ρεκτιφιέ ρε Γιάννη δε μας παίρνει.
Και μηχανή μοντέλο ’64, τι ψάχνεις;»
Δεσποινίς Φόρντ Κορτίνα κίτρινη το γένος Κόνσουλ
φεύγουμε απόψε οριστικά προτού βραδιάσει.
Κάνε κουράγιο αγαπημένη, βαλ’ τα δυνατά σου
τριάντα χιλιόμετρα η αγάπη μας τ’ αξίζει
όχι για σίδερα όχι, όχι σε μάντρα
το ξέρω μόνο εγώ το λιμανάκι
είναι το μονοπάτι του μια κατωφέρεια ράθυμη
κι έτσι νωχελικά σαν έκπτωτη θα εγκαταλείψεις
για μας θα μοιάζει σαν να παίρνει μόλις τώρα
το μέρος τούτο τη
γνωστή του ονομασία
όλα τα ’χω σκεφτεί
και βέβαια εσένα:
θα ’ρχομαι να σε βλέπω
βουλιαγμένη!..
CORTINA 1964
(… απάντηση δεσποινίδας στο
αίσθημά μου…)
Κύριε· απ’ τον πατέρα σας
στα χέρια τα δικά σας
βέβαια και το αίσθημά σας
το ’χα νιώσει
στη μηχανή μου στην
καρότσα και το βλέμμα σας.
Πώς αλλιώς άραγε μια Φορντ
Κορτίνα 1964
θα ζούσε μέχρι σήμερα;
Γι’ αυτό και πέρα απ’
οποιαδήποτε τεχνολογία
μαρσάροντας τα κυβικά που
μου απομένουν
μιλάω απόψε στο αίσθημά
σας απαντώντας.
Οι γερασμένες σταρ έχουμε
λόγο, κύριε·
είμαστε μέταλλα γερά
τον άνθρωπό μας τον
πονάμε.
Όσο λοιπόν με θέλετε κι
όσο με ξεναγείτε
στις λεωφόρους της ζωής
σας και στα πάρκινγκ
μαζί θα τα σνομπάρουμε τα
νέα φιντάνια
ακόμα και της Φορντ –
ιδίως της Φορντ.
Και μη φοβάστε: δε θα
χρειαστεί
να μ’ οδηγήσετε σε μάντρα
ούτε να με βουλιάξετε
απαλά σε λιμανάκι.
Για μένα ρεκτιφιέ ήτανε τα
νιάτα σας
κι η αγάπη σας πισσάρισμα
ν’ αντέξω.
Αν κάτι με μελαγχολεί
είστε σεις.
Είμαι γυναίκα, ξέρω:
τόσες φροντίδες για
γυναίκα φθείρουν με το χρόνο
κι αυτός που δεν είν’ από
μέταλλο σκουριάζει.
Άρα, το λέω, δε θ’ άντεχα
ποτέ το χωρισμό μας·
δε θ’ άντεχα μια μαύρη
ξένη, μια άλλη
με πληρωμένο κλάμα να
οδηγήσει το κορμί σας
εκεί που μόνη μου δε θα
’ξερα να φτάσω.
Υποσχεθείτε μου λοιπόν:
Σαν έρθει η ώρα
κάνε κουράγιο αγαπημένε,
βαλ’ τα δυνατά σου
κι έλα και ξάπλωσε στο
μπροστινό μου κάθισμα·
μια γερασμένη σταρ ξέρει
από φλόγα
για πρώτη μας φορά και
τελευταία
θ’ αγκαλιαστούμε ολόκληροι
στην έκρηξή μου
κι έτσι καπνοί αξεχώριστοι
ανεβαίνοντας
σαν σ’ εκδρομή στον
καθαρότερον αέρα
όπως παλιά και πάλι θα
συναντηθούμε
εσύ εγώ ο πατέρας
κι η μητέρα
[από τη συλλογή
του Γιάννη Βαρβέρη ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991]
CORTINA 1964 ή Η ΤΕΛΕΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
(«Αν δεν ρισκάρεις με παρόν κανένα παρελθόν δεν πνίγει μέλλον»,
τάδε έφη Γιάννης Βαρβέρης κρυφά ερωτευμένος σ’ ένα Ποίημα με μια παλιά Cortina)
Όταν, σε μια συνέντευξη, ρωτήθηκε ο Γιάννης Βαρβέρης, πώς
θα ήθελε να τον θυμούνται, η απάντησή του ήταν άμεση κι αποστομωτική: «Δυο –
τρία ποιήματα σε μια ανθολογία είναι αρκετά. Τα υπόλοιπα είναι υπερβολή»!.. Και
πράγματι, χωρίς να παραβλέπουμε το πλήθος των εξαιρετικών ποιημάτων του Βαρβέρη το «CORTINA 1964, Μια Ωδή σε auto-κτόνο δεσποινίδα» και το «CORTINA 1864, η Απάντηση Δεσποινίδας στο αίσθημά μου», ποιήματα
από τη συλλογή ΠΙΑΝΟ ΒΥΘΟΥ 1991, θα «εκπροσωπούσαν» επάξια τον Ποιητή σε αυτή
την υποθετική ανθολογία. Και αυτό γιατί, τα παραπάνω ποιήματα «στρωματογραφούν»
σχεδόν όλα τα στοιχεία του ποιητικού σύμπαντος του Βαρβέρη: τη φθορά,
τον πόνο, την απώλεια, το πένθος
και τον θάνατο αλλά και
την αγάπη, τη νοσταλγία και τη
μνήμη!.. Ο Γιάννης Βαρβέρης είναι ένας ποιητής
σίγουρος για την τέχνη του. Δεν
υποκύπτει σε μια εύκολη και άνευρη εγκεφαλικότητα, δεν πάσχει από το φετιχισμό του πειραματισμού… Είναι απλός,
επικοινωνιακός ποιητής, ακόμα
και για τους μη εξοικειωμένους
αναγνώστες. Καθώς το οικογενειακό Ford Cortina 1964 πνέει τα λοίσθια, ο Ποιητής, με τα εν λόγω
ποιήματα, εξομολογείται σε πληθυντικό αριθμό (σαν εστέτ μιας άλλης εποχής) το
βαθύ αίσθημά του για τη Δεσποινίδα Cortina, η οποία
προσωποποιημένη έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά και τρόπους γυναίκας που
ανταποκρίνεται στο περιπαθές αίσθημα του νεαρού!.. Ο ήχος του… αυτοκινήτου είναι
πολλαπλασιαστικά συγκινητικός, όχι μόνο γιατί ανακαλεί μνήμες από μια χαμένη
παιδικότητα αλλά και
γιατί σε λίγο θα σιγήσει για
πάντα!.. Ο Θάνατος είναι κοντά και ο
ποιητής που δε δίσταζε να κυκλοφορεί τη γερασμένη και
ντεμοντέ «αγαπημένη» του στην
πόλη, της επιφυλάσσει μια αναχώρηση αξιοπρεπή!.. Θα την βουλιάξει στη θάλασσα, επιστρέφοντάς
την στο υγρό στοιχείο της ευτυχισμένης εμβρυακής ηλικίας που, πράγμα οξύμωρο, ταυτίζεται με την Αχερουσία και τον Θάνατο!.. Και εκεί, στη «βουλιαγμένη», θα πηγαίνει να την βλέπει πάντα. Η Cortina 64, το γένος Κόνσουλ, με τη σειρά της, στο αμέσως επόμενο Ποίημα,
ανταποδίδει το βαθύ αίσθημα του εραστή της, ομολογώντας πως κρατήθηκε στη ζωή
μόνο για χάρη του Ποιητή, μόνο
γιατί, όπως λέει σε μια αποστροφή
σπάνιας ποιητικότητας και συγκίνησης,
«ήταν η αγάπη σας το πισσάρισμα ν’
αντέξω»!.. Βλέποντας το εύθραυστο και
φθαρτό σώμα του «αγαπημένου», εκφράζει το φόβο για τον επικείμενο θάνατό του και
του εξομολογείται πως δε θα
αντέξει αυτό το χωρισμό… Του προτείνει, λοιπόν, να ξαπλώσει πάνω της και σε μια
έκρηξη αγάπης, αυτή, αυτός και όλος
ο παρελθών χρόνος να αναληφθούν στην τελευταία τους διαδρομή!.. Η ερωτική σχέση
του Ποιητή με το παλιό οικογενειακό αυτοκίνητο
και η αμοιβαία αφοσίωση του παράδοξου ζευγαριού δεν εξαντλούνται στις συνηθισμένες
συμβολιστικές ερμηνείες ψυχαναλυτικής προσέγγισης… ούτε άπτονται μιας μοιραίας
έλξης με το εξωπραγματικά «δαιμονικό»
που έχει εφιαλτική κατάληξη… Ο Βαρβέρης μέσω της τρυφερής αγάπης
του για την παλιά Cortina εκφράζει όλη του την αγάπη για το παρελθόν, ένα παρελθόν
που δεν μπορεί να παγώσει στο χρόνο, εξ
ου και η θεμελιακή νοσταλγία του
και θλίψη. Όμως αυτό που διακυβεύεται στη μεταξύ τους σχέση
είναι η αναπότρεπτη Φθορά και ο Θάνατος,
στοιχεία που καθρεφτίζονται στα γυαλισμένα μέταλλα του παλιού
αυτοκινήτου, της αγαπημένης Δέσποινας Cortina!.. [αποσπάσματα από κείμενο παρουσίασης των ποιημάτων
στο περιοδικό ΧΑΡΤΗΣ τεύχος 12, που ήταν αφιερωμένο στον Ποιητή. Τα σχόλια
υπογράφει η Αγγελική Πεχλιβάνη]
Παρασκευή, 17
Νοεμβρίου 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου