Το άμορφο που
πάντα κατοικεί στα περιθώρια
ανεξέλεγκτο,
σκοτεινό, απαίσιο, απειλητικό
πετάγεται
ξαφνικά από τη μήτρα ενός ζώου
υπάνθρωπος χώρος
του εν τω μεταξύ
δίχως
συγκεκριμένες παραστάσεις
ο θόρυβος των
αποδείξεων σημεία των καιρών
νέες διατυπώσεις
μιας παράξενης διάθεσης
περασμένης από
το σουρωτήρι της κριτικής ανεπάρκειας
παραμορφωμένος
στεναγμός εκ βαθέων
εκτροχιασμένα
επιχειρήματα
χειμωνιάτικο
κρύο κλείσιμο
ορδές μετακινούμενης
ειλικρίνειας ο αριθμός ένα
τέτοιες στροφές
που καταλήγουν με μια προηγούμενη φράση
μέρες
ευνουχισμένες ριγμένες στα χαρτιά όπως
– όπως
απαράδεκτες
προτάσεις συνεργασίας με το μηδέν
γρήγορα
περάσματα από συμπληρωματικές διαβάσεις
ποιος
είσαι; μεγάλο γαλανό βλέμμα
κοιτάζοντας προς τα πίσω,
μήπως είσαι η τελευταία λέξη του άλλοτε που ξανάρχεται
με την ακρίβεια
του ρολογιού
με χεράκια
γαντζωμένα σε βυζιά
φτιάχνοντας μια
συγνώμη γενική
που σχηματίζεται
σιγά – σιγά
όπως μια λίμνη
από μια κατωφέρια!..
[ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟΣ
ΤΡΙΤΗ από το βιβλίο του Νάνου Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ -
ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη 1984 κι άλλες επιλογές απ’ αυτή τη συλλογή]
ΚΥΚΝΟΙ και ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΕΣ
(από τη συλλογή του Νάνου
Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ - ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ 1984)
Απ’ τη νύχτα των μύθων αναδεύεται το κεφάλι του
βασιλιά Κύζικου,
ανεξέλεγκτες οι περισσότερες διαδραματιζόμενες
πτήσεις
Πουλιών με ημερήσια φτερά
η κάτω περιοχή του σώματος φωσφορίζει
εκπέμποντας σημεία και τέρατα
καταλήγει στους ετοιμόρροπους κύκνους
που κατακλύζουν τις δεξαμενές
με τις κραυγές μιας σκληροτράχηλης μέρας
τα χόρτα τρέχουν να ξεφύγουν
τα παιχνιδιάρικα φιλιά των ανέμων
που τρέφουν με τριγμούς τις φλόγες των ονείρων
και κόβουν τα χέρια και τα πετάνε στον κουβά της
νύχτας
απόπου θα τα περιμαζέψει αργότερα
η ιπτάμενη γυναίκα με τα μπρούτζινα χείλια
ένα και μόνο μεγάλο κατόρθωμα δεν αρκεί
να καθορίσει την πορεία που θα πάρουν τα γράμματα
κι ωστόσο για την ώρα βρίσκονται ακόμα μες στο
σακούλι
όπου τα ’βαλε μια χρήσιμη ιδέα –αλλά δυστυχώς
εφήμερη-
και περιμένουν τη σειρά τους 15 χιλιάδες άτομα
με σύμπτωμα ο καθένας διαφορετικό
κι άλλα πολλά που δεν γράφονται
όχι γιατί δεν επιτρέπεται
αλλά γιατί δεν ενδιαφέρουν κανένα
τουλάχιστον από εκείνους
που ασχολούνται με τα αόρατα
στο σταυροδρόμι της τριπλής εκάτης
εμπλουτισμένη από φουσκωμένα ποτάμια
ύστερα από καταρρακτώδεις βροχές
με βορεινές προεκτάσεις
στο δίχτυο επινοήσεων
όπως στα παλιά βιβλία της αλχημείας
τ’ αποσπασματικά μου μέρη.
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΜΕ ΛΑΙΣΤΡΥΓΟΝΕΣ
Πιο πέρα
γραψίματα της διασποράς
μας γύρισαν την πλάτη
με αφορμή το περίφημο εκείνο
εκ των ενόντων
αυτός που πρώτος με το νου του
έβαλε νερά στις χαράδρες
κι απανωτές επιπλήξεις
βλαστημώντας χώματα
και πήρε άλλο στόμα
η αγάπη που με έτρεφε
εκπληρώθηκε βίαια
με τις
χερούκλες του μαραγκού
το υπερευαίσθητο υπόστεγο
μιας άλλης νοοτροπίας
με ο υπόγειο της δίκτυο
από συγκοινωνούντα υπονοούμενα
δε τα ’παμε χίλιες φορές
τι να τα ξαναλέμε-
αφού μας τα πήρανε
και μας εναποθηκέψανε
με τις δαγκάνες των συμφερόντων
στις άστητες κρεβατοκάμαρες
πέντε ολόκληρων πόλεων
όταν με βήμα ευρύ διασχίζεις
τους αλλεπάλληλους χαρακτηρισμούς των
ειδήσεων
με μια καλά τοποθετημένη βελονιά
[από τη συλλογή
του Νάνου Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ-ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη 1984]
ΝΥΧΤΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
(από τη συλλογή του Νάνου
Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ – ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ 1984)
Μια τραγική σοκολάτα
πετάχτηκε απ’ το άσυλό της
απαράλλαχτη με μια μελωδία που ηχεί μονότονα
πέστε μου γιατί κρυώνουν τα
συναισθήματα
τι
ρίγος τα πιάνει όταν ακούγεται η
πτώση της φωνής του δειλινού
όταν το σταγονόμετρο υγείας
με κοιτάζει
έτσι κίτρινο όπως η άμμος της Συρίας
προοιωνίζοντας ένα τέλος πρόωρο για τα
βιβλία
ένα νόημα που σπαράζει στην είσοδο
εξωφρενικός ο ρυθμός του τρένου με τη στενόμακρη ραχοκοκαλιά
είδα το ανίδεο μελάνι να στεγνώνει
πριν προλάβει να το διαβάσει ο ήλιος
-που δεν τον ξέρανε όλοι για ηλίθιο –
το τραπέζι με δαγκώνει στο πόδι
ένα τελικό λάμδα θα ’κανε θόρυβο
τριάντα βράχων που πέφτουν μονομιάς
διαμένω μέρες γαλήνης και τρικυμίας
αλλά τι να τις κάνω όλες αυτές τις
γνήσιες κυρίες
που τόσο πολύ δουλεύτηκαν
ώστε να μη βρεθούν τα’ αγάλματά τους
ΚΥΡΙΑΚΗ
Στο στόμα του ντουλαπιού
συσσωρεύτηκαν οι κουβέντες των ρούχων
που αραδιάζουν πράσινα φλιτζάνια
σκέψεων
μ’ επιχειρήματα που ακολουθούν τη καλόγρια
όπως μαθήτριες καθολικού σχολείου σε περίπατο
κι εξαντλούνται τα ψυχολογικά ελατήρια
των πράξεων που αλλάζουν κατεύθυνση
κι έτσι γεμίζω σιγά – σιγά με
παραισθήσεις
κι η στάθμη της ιερότητας ανεβαίνει
σταθερά και υπόκωφα
απ’ τους μηρούς της βροχής
ηρακλήδες των προαστίων της συνείδησης
μαζεύονται κάθε χρόνο
σε προσφυγικές συναντήσεις
συναισθημάτων
συρόμενοι απ’ την ελασματική εκείνη
κόρη
υπακούοντας ευσυνείδητα κι εκ του
συστάδην
τις βάρβαρες εντολές των αιώνων
αυτονόητα μικρά διαστήματα
ανοίγουν ύστερα από κάθε κουβέντα γι’ ακρότητες
που ωριμάζουν στις ταράτσες
διασχίζοντας σα μαχαιριές
τον απογευματινό ύπνο των αυτοκινήτων
ως τετελεσμένα γεγονότα
[από τη συλλογή
του Νάνου Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ-ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη 1984]
ΤΕΤΑΡΤΗ
(από τη συλλογή του Νάνου
Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ - ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ 1984)
Κένταυρος εκ των ενόντων· όχι.
Προτείνω μια μικρή ανακωχή
περιορισμένης
εκτάσεως μόλις 5 εκατοστών
έτσι θα κερδίσουμε χρόνο
συμπληρώνω όλο συμπληρώνω
με κάτι ιστορίες τραβηγμένες απ’ τα μαλλιά
όρια δίχως περιθώρια
προτροπή σε τόνο εύθυμο
είμαι δυστυχώς μονάχα ακροατής
δε θέλω να μπω σε ανέκδοτα
όπως είναι φυσικό θα έκανε ζέστη εκεί μέσα
ο κριός όπου κι αν πας θα σ’ ακολουθεί
ακούω τύμπανα ώστε σωθήκαμε
δε στρέφομαι μόνο εναντίον εκείνου που τρέμει
κάθε φορά που κάτι καινούργιο συμβαίνει
ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Έτσι κι αλλιώς δε θα ’μεναν
ευχαριστημένες
ούτε οι καπνοδόχες ούτε οι ξενοδόχες
και θα υποβιβάζανε σε λίγο από τιτάνα
απόπου και να το πιάσεις
το βελούδινο ύφασμα γύριζε προς το μοβ
χνουδάτη δενδροστοιχία επάνω από τα
χείλια
ανάμεσα στους δυο μηρούς της Ευρυδίκης
κι επεκτείνονται αναπτυσσόμενοι
πίδακες
σαν πτυσσόμενες πινακίδες
-έκανες και δεν έκανες μια μέρα να πας και να γυρίσεις –
άσμα ασμάτων
κρούω τη λύρα μου μάταια στο Β’ πάτωμα
σιδερένια ροχαλητά συγκλονίζουν τα
κάγκελα
τίποτα δεν τους ξυπνάει
πριν να σπάσει το λάστιχο
μ’ ένα σπαραχτικό συριχτό θόρυβο
διαφόρων ειδών χρυσελεφάντινα σύννεφα
οικοδομούνται προς τη δύση
πυργώνοντας επιβλητικά το διώροφο φως!..
[από τη συλλογή
του Νάνου Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ-ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη 1984]
ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ ΚΑΠΟΙΟΥ
(από τη συλλογή του Νάνου
Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ - ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ 1984)
Τα ελληνικά μου πεθαίνουν. Μικρός
θάνατος
Το μέτωπό μου κυκλοφόρησε στο παγωμένο
τζάμι
Με πήρε ο ύπνος στη μέση της κουβέντας
Συγκρατιέμαι όταν αντιλαμβάνομαι πως με κοιτάζουν.
Κάποιος μου ράβει την καρδιά μ’ ένα
σπάγκο
Κάποτε ήμουν τέλειος. Τώρα δεν είμαι
παρά έτσι όπως είμαι
Δυο μισοτελειωμένα σώματα με αποτελούν
Προς το ηλιοβασίλεμα δε βλέπω τίποτα.
Θεέ μου τι έκανα; Άθελα μου ποιον σκότωσα;
Φιλιόμασταν με τόσο πάθος που βράδιασε
Φταίμε εμείς αν δε μας σπρώχνει κάτι
διαφορετικό;
Διαδόθηκαν πολλά μεσ’ απ’ τα ρήγματα
της φωνής
Το θερινό λιοστάσι πέρασε απαρατήρητο
Δεν αποτείνομαι σε απολύτως κανέναν
Μέσα μου στριφογυρίζουν δυο πρόσωπα
Υποκρίνομαι πως δεν είμαι ο ίδιος εγώ.
Στη βροχερή Αγγλία ένα γάμος τελείται
Πρόσεξε μη σου πέσουν τα μάτια και
σπάσουν
Καγκελωμένος χρόνια τώρα στο
χρυσελεφάντινο πύργο
Για να βγεις από κει πρέπει να
προπληρώσεις.
Τα ελληνικά μου μαραίνονται κάθε
καλοκαίρι
Όπως ποδοπατιέται απ’ τον ήλιο το
χόρτο
Μια γνώριμή μου παραίσθηση χτυπάει την
πόρτα
Τα ίδια σώματα κάνουν έρωτα με άλλο
πρόσωπο.
Σ’ ένα δωμάτιο χωρίς φως μια
φαντασίωσή μου πεθαίνει
Αν θυμάμαι καλά θα ’σαι τώρα
εικοσιπέντε χρονώ
Βγάλε το παλτό σου κι έλα λίγο να
ξαπλώσεις
Κοκκινωπές πλεξούδες με πορτοκαλιές
αποχρώσεις.
Ξαναρχίζει το κύκλωμα της επιθυμίας
στα μάτια
Πόσες φορές δε βρεθήκαμε στην ίδια
θέση
Με χτυπάει κατακούτελα ένα βέλος του
ήλιου
Από μια φράση ακατανόητη φλέγεται η
ζωή μου.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΩΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΟΥ…
(…μιλάω με το πρόσωπο
αποστραμμένο, όχι γιατί φοβάμαι μη με δείτε, αλλά γιατί είμαι ο καθένας…)
Μιλάω με το
πρόσωπο αποστραμμένο. Καταστρέφω Πίσω
μου ό,τι έχω, χαρτιά, δαχτυλικά αποτυπώματα,
Ενθύμια, χειρόγραφα, γράμματα, ρούχα, μπανιερά, Παπούτσια, κάθε ίχνος που να προδίδει βίωμα.
Μιλάω Με το πρόσωπο αποστραμμένο…
Αναλύω την κατάσταση Το κάνω ψύχραιμα,
χωρίς εμπάθεια, με απόλυτη ενάργεια Χωρίζω
τα γεγονότα απ’ τις φαντασιώσεις. Δεν προφητεύω Διαπιστώνω με τρομερή σχολαστικότητα τα
συμβάντα Τοποθετώ στην αλυσίδα που
συνδέει χειρονομίες, εκφράσεις, Τις
εκατέρωθεν απώλειες, τη συμπόνια με το υψωμένο
Δάχτυλο, την ενδοσκόπηση, την εγκαρτέρηση, Την επίσημη διαστρέβλωση των ειδήσεων, τη
θεωρία Και την πράξη, τα όνειρα μεταξύ
τους, τις νύχτες στη Σιγκαπούρη, με τ’
απόγευμα στο Ρίο Ιανέιρο, Τις μέρες του
καλοκαιριού στην εξοχή με τις ώρες Του
γραφείου το χειμώνα, τις άδειες στιγμές ανίας
Με την πλούσια εμπειρία μιας νέας συνάντησης, το τόνο Με το ύφος, τη δομή μιας φράσης με τη
σημασία της, Τον έναν άνθρωπο με τον
άλλο, την ουσία της ζωής Με την
επιφανειακή έννοια που της αποδίδουμε, Το
χρέος το ηθικό όπως διαφέρει από πρόσωπο Σε πρόσωπο, την έφεση προς το απόλυτο όπως
τη βλέπει Ο καθένας μ’ άλλο τρόπο, τα
επεισόδια που συσσωρεύονται, Τους
πυροβολισμούς των αστυνομικών τμημάτων, τις απόπειρες δολοφονίας, τις μανιακές
εκδηλώσεις του τύπου, Την υστερία των
μεγάλων αστέρων του Κινηματογράφου, Το
πανικό του πλήθους σε μια διαδήλωση, την εγκαρτέρηση, Την αποφασιστικότητα, τον ηρωισμό παιδιών,
που χθες ακόμα Κρεμιόντουσαν απ’ τα
φουστάνια της μάνας τους, τα βασανιστήρια
Που διαψεύδονται και συνεχίζονται αδιάλειπτα, τις μπόμπες, Την παρανομία, τις οργανώσεις, την παράλληλη
εξουσία των ανταρτών Της πόλης, τους
στασιαστές, τα πλοία του Έκτου Στόλου, Τη
λεμονάδα Ήβη, τα τσιμέντα Ηρακλής, τα λογοτεχνικά βραβεία, Τις ταινίες του Μπουνουέλ, του Μπερτολούτσι,
του Γκοντάρ, Τη ρητορεία των εκπροσώπων
της επιστήμης Ιδεολογίας, την
κοινοτυπία, τις διαμαρτυρίες, την έμφαση
Στο χτυπημένο πόδι, το τραβηγμένο πιστόλι, την αυτοκτονία, Τους δισταγμούς της αντίστασης να χύνει
αίμα, την ειρωνεία, Την εγκαρτέρηση, το
σαρκασμό, τη λεμονάδα Ήβη, Τα παγωτά
στα διαλειμματα του έργου… Το Έργο Το
ίδιο που βρίσκεται πάντα μπροστά μας και που έχει Ως μοναδικό σκοπό την ολοκληρωτική
απελευθέρωση του Ανθρώπου απ’ τα δεσμά
του… Τα χιόνια στην Πάρνηθα, Το κύμα
του Σαρωνικού. Μιλάω με το πρόσωπο Αποστραμμένο,
όχι γιατί φοβάμαι μη ε δείτε, αλλά γιατί
Είμαι ο καθένας… [ΑΝΤΙ – ΚΕΙΜΕΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ, από τη συλλογή του Νάνου
Βαλαωρίτη ΣΤΟ ΚΑΤΩ – ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, εκδόσεις Νεφέλη 1984]
Παρασκευή, 17 Ιουνίου 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου