Γαλήνια νύχτα
το βελούδο της σιγής
Μέσα στ’
αστέρια που κυλούν στην πρύμνη
Για το ταξίδι
των ιστών για το ταξίδι των αρμάτων
Αρματωσιάς μιας
σκούντας ηνιόχου
Τεθρίππου
βαίνοντος προς την χαρά
Καταυλισμών
ατσίγγανων με κοριτσάκια
Πιο θελκτικά κι
από τα μάτια τους
Όταν σκιρτούν
στην πάχνη της πρωίας
………………………………………………………..
Είναι οι πόθοι
μιναρέδες στυλωμένοι
Λάμψεις του
μουεζίνη στην κορφή τους
Φωτοβολίδες των
κραυγών της οικουμένης
Πυγολαμπίδες σε
συρτάρια κορασίδων
Που κατοικούν
σε ακρογιαλιές μέσα σ’ επαύλεις
Και τρέχουν με
ποδήλατα σε κήπους
Άλλες γυμνές
άλλες ημίγυμνες κι άλλες φορώντας
Φορέματα με
φραμπαλάδες και μποτίνια
Που στίλβουν
την ημέρα και τη νύχτα
Όπως τα στήθη
τους την ώρα που βουτάνε
Μεσ’ στον αφρό
της θάλασσας!..
(ΩΣ ΕΡΓΟΝ ΑΤΕΛΕΥΤΗΤΟΝ και ΑΦΡΟΣ, δυο ποιήματα από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ που
«βρίσκονται» στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου, πρώτη έκδοση 1945.
Κι άλλα
ποιήματα απ’ αυτή την ενότητα ανθολογούνται σ’ αυτή την ανάρτηση ]
ΚΡΙΟΣ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Της νηφαλίου πομπής τα
περιστέρια
Χτυπούν τα ράμφη τους στα
γυάλινα ανθογυάλια
Κι από τα βήματα των οδηγών
Ανθούν τα κόκκινα λουλούδια
των ενόρκων
Για την συσσπείρωσι στους
θάμνους
Της δεκτικής προδιαθέσεως των
κρίνων
Στα βελούδινα γάντια των
ανθρακωρύχων
Όταν σκορπούν τα σκύβαλα στους
κύκνους.
ΠΥΛΗ
Η δράσι της γυναικός είναι
στίλβουσα
Κοσμήματα στα ράφια σαν
αστέρια
Βρέχει μια σκόνη από γαρύφαλλα
Ανοίγουν διψασμένα στόματα
Να πιουν την λέξη που θ’
ανθίσει
Σε κήπους δίχως σύρματα
Μα με την αίγλη επιτελίδος που
προωθούν
Σαράντα λαμνοκόποι
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΔΕΛΕΑΡ
(από ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ
του Ανδρέα Εμπειρίκου):
Όταν χτυπούν τα κύματα τα
φιλιστρίνια
Του βαποριού που ταξιδεύει
στις Ινδίες
Μένει σιωπηλή στην κουπαστή
του
Κοιτάζοντας τα κύματα μια νέα
Ενώ θωπεύει τους μαστούς της ο
μνηστήρ
Μελλοντικός εξηγητής της
γλώσσας των νουφάρων
Στους μυστικούς διαδρόμους της
Σιγκαπούρης
Παρά τα δόκανα των ντόπιων και
τους θρύλους
Νυχτερινών πουλιών και πρωινών
εφημερίδων.
ΟΜΒΡΟΣ
Φλοίσβος λεπτός σαν μια κλωστή
βελόνας
Φιλεί τα δάχτυλα της οπτασίας
Ενός ανδρός που κατοικεί σε
κήπο
Και δρέπει τα φιλιά και τα
φιστίκια
Μιας προσφοράς ασύγκριτης
Μιας προσφοράς ερωτικής
Μιας προσφοράς δυο-τρεις φορές
και πάσα μέρα
Πριν φτάσει το κομπόδεμα του
χρόνου
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΗΧΩ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Τα βήματά μας αντηχούν ακόμη
Μέσα στο δάσος με τον βόμβο
των εντόμων
Και τις βαριές σταγόνες απ’ το
αγιάζι
Που στάζει στα φυλλώματα των
δένδρων
Κι ιδού που σκάζει μέσα στις
σπηλιές
Η δόνησις κάθε κτυπήματος των
υλοτόμων
Καθώς αραιώνουν με πελέκια και
κορμούς
Κρατώντας μεσ’ στο στόμα τους
τραγούδια
Που μάθαν όταν ήτανε παιδιά
Και παίζανε κρυφτούλι μεσ’ στο
δάσος.
ΟΡΘΡΟΣ
Φρενήρης μα ευσταθής
Ο πώλος της ημέρας εισελαύνει
Στο στόμα της ανοίξεως και
μέλπουν τα πουλιά
Με την αιθρία μέσα στη φωνή
τους
Καθώς αυλοί που αντιλαλούνε σε
χλωρίδα
Δρακός αγγέλων εν εκστάσει
διατελούντων
Σαν ανεμώνες που προέρχονται
Από τα πέταλα της ηδονής
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΚΡΗΠΙΔΩΜΑ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Η θυμωνιά στέκει στο σύθαμπο
Μέσα της συσσωρεύονται οι
θρύλοι του τοπίου
Κοτσύφια της αυγής ενός πατέρα
Εξιστορούν τα πάθη της ημέρας
Κι οι θυγατέρες του φυλάττουν
Με προσοχή τους πίθους των
ονείρων
Που ακόμη μεγαλώνουν και
πληθαίνουν
Τους παλαιούς καημούς των
δαναϊδων.
ΤΟ ΡΗΓΜΑ
Γδέρνονται πάλι τα γεράκια
Και στα πυκνά κλαριά του
δάσους
Παραμιλούν οι άνεμοι και
συνυφαίνονται
Με τα μαγνάδια της ερειπωμένης
πόλεως
Με τα ρινίσματα του χάλυβος
Με τα παλιά φορέματα
Και με τους στεναγμούς των
καρωτίδων
Μιας άγνωστης δρακός ανθρώπων
που παλεύουν
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΡΙΠΗ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Σαράντα χρόνια και σαράντα
πέντε μέρες
Πριν ανοιχθούν οι κάμποι και
οργωθούν
Πριν αναβρύσουν εκ βαθέων οι σποράδες
Κι οι κοραλλένιες συμπληγάδες των νησιών
Πριν γίνει μάτι η συσπείρωσις του σκότους
Κι αλλάξουν λέπια τα θαλάσσια ζωντανά
Βγήκες ορθή σχεδόν γυμνή κι απροκαλύπτως
Εντός αφάνταστης στιγμής που μας γελούσε
Μικρή παιδίσκη καθώς ύδωρ μιας πηγής.
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΑΠΟΣΤΑΣΗ
Οι κύκλοι των ονείρων μεσ’
στους δρόμους
Και τα κινούμενα παιδιά στον
ύπνο τους
Αναζητούνε την ταγή των
κοπαδιών
Αναρριπίζουν την τρεχούμενη
στιγμή
Και προσκομίζουν τα φτερά της
ηδονής
Μέσα σε κάθε χτυποκάρδι κάθε
φίλημα
Του κύματος που συνεχώς
θωπεύει την φωλιά τους
Πίδακες όλοι πίδακες όλα
πάντοτε πίδακες
Στην θερμουργό λευκότητα της
παρουσίας.
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΤΟ ΡΗΜΑ ΑΓΝΑΝΤΕΥΩ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του
Ανδρέα Εμπειρίκου)
Τούτη η αιθρία με το σύννεφο
που πλέχει στον αέρα
Είναι γαλάζιος πλους μιας
κάτασπρης φρεγάδας
Ιστάμενος ακουμπιστός στην
κουπαστή κοιτάζω
Και βλέπω τα θηράματα των
λογισμών μου
Δελφίνια που αναδύονται κι
εισδύουν μεσ’ το κύμα
Πεδιάδες κι ακρογιάλια και
βουνά
Και μια ξανθή νεάνιδα που
στέκει στο πλευρό μου
Μεσ’ στης οποίας τα γαλήνια
μάτια βλέπω
Το μέλλον της ολόκληρο και το
παρόν μου
ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ
Με τη ριπή του ανέμου στα μαλλιά
Της γυναικός που στροβιλίζεται
μεσ’ στο σαλόνι
Και παίρνει τη ζωή της όπως
της έρχεται
Και με στολίδια και παιδιά
Που την λατρεύουν κι όλο
λέγουν τ ’όνομά της
Και με τους άνδρες που
σηκώνουν
Όρθιο το χέρι τους στον ουρανό
Μεσ’ στην εξαίσια λειτουργία των
παλμών τους
Στον στρόβιλο του βαλς που
πλησιάζει
Τα στήθη τους στα στήθη της
γυναίκας.
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΟΡΜΑΘΟΣ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Κοτζάμ παιδιά και πέφτουν μεσ’
στους θάμνους της πλαγιάς
Την ώρα που στον δρόμο ανθούν
τα περιστέρια
Κοτζάμ παιδιά και παρατείνουν
την σιγή
Αιθρίας που ποτέ δεν την
ταράσσουν αλγηδόνες
Μυρίζοντας γκαρντένιες στην σιγή
Κατηφορίζοντας σε χιονοσκεπή
κοιλάδα
Κοτζάμ παιδιά που θάλλουν την
αυγή
Και σπένδουν με τους
στεναγμούς του ανέμου
ΔΥΟ
Η βασιλίς των κοσμικών
παραρτημάτων
Περικαλής και πάντοτε
λικνιζομένη
Στο φως της θαλεράς ημέρας
Ζητεί τον γιο της και τα ρούχα
του
Που δεν φορέθηκαν σαν λέπια
Μα σαν τα φύλλα της γειτονικής
μας εξοχής
Με τα πολύχρωμα κλωθογυρίσματα
Με τ’ ανοιχτά υφάσματα
Για την δροσιά που κυνηγούν
όλοι μαζί
Όλοι καμένοι από την ζέστη
πόλεως
Που ψήνεται στον ήλιο και στο
καύμα
Παρά τις ικεσίες των πτωχών
και τους ψιθύρους
Δυο κοριτσιών που
αναστενάζουνε στον ίσκιο
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΠΟΝΤΟΗΡΑΚΛΕΙΑ
(από ΤΑ
ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα Εμπειρίκου)
Οι δρόμοι είναι γεμάτοι
πεταλούδες
Νιφάδες χιόνος του καλοκαιριού
Θερμές νιφάδες χνουδωτές που
πλέχουν
Γύρω από τ’ άνθη στων οποίων
τ’ ανθογυάλια
Φαντάζουν τα μπουμπούκια σαν
φιλιά
Που δίνει ο άνεμος στις
ανεμώνες
Έτσι στην τύχη σαν διαβάτης
που κοιτάζει
Όσα προφτάσουν ν’ αντικρύσουν
οι οφθαλμοί του
Αίφνης μια βάρκα με πανί που
πλαταγίζει
Ή ένα στεφάνι σε κρεβάτι
νυφικό
Με πέταλα πορτοκαλιάς που
σφύζουν
Πρώτα λευκά κι ύστερα κόκκινα
σαν αίμα.
ΚΑΙ ΤΑ ΚΛΑΡΙΑ ΤΩΝ ΟΦΕΩΝ
Κύμα υπερπηδήσεως των βράχων
της εσπέρας
Τα θερινά ξενοδοχεία μας
φωνάζουν
Καλούν τις κνήμες των παιδιών
λευκά πουλιά
Και τα βυζιά των δεσποινίδων
κύματα
Μ’ όλα τα χάδια των χειλιών
και της παλάμης
Της ενοράσεως των διαρκών
ερώτων
Απ’ τη στιγμή που πόντισε στην
άκρη
Το πιο χαρούμενο καράβι του
πελάγους
Σπέρνοντας ρύζι στις γλυκιές
στιγμές
Σουρώνοντας τη θάλασσα μεσ’
στο μαντήλι
Κάποιας κρυφής αγάπης στη
σοφίτα
Του τελευταίου σπιτιού.
[από την ενότητα ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ στη συλλογή του Ανδρέα
Εμπειρίκου ΕΝΔΟΧΩΡΑ, πρώτη έκδοση 1945]
ΟΤΑΝ ΜΟΝΑΖΟΥΜΕ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΤΑΞΙΔΙΑ…
Ένα καράβι κάποτε
περνά στην κάμαρά μας Και γέρνουμε ν’
αναπαυθούμε στο κατάστρωμα Ως που να
φτάσουν τα κλαριά των ενυπνίων Και
λυτρωθούμε από τους κόπους της ημέρας
Στην πρασιά της ανευρέσεως
Σιτοβολώνος που διαλέξανε δυο κορασίδες
Για να ’ρθουν να με συναντήσουν!..
Έστω κι αν η γαλήνη απλώνεται στα χόρτα
Ουδέποτε τ’ ανασαλέματα δεν παύουν
Αυτά μας ζουν και ζούμε εμείς εντός τους Τα πρώτα ανασαλέματα τα πρώτα αρχέτυπα Της ίδιας άλικης ορμής που προωθεί τις
ώσεις Σπαθάτα χελιδόνια μεσ’ στον
ήλιο Και πουπουλένια νυχτοπούλια μεσ’
στο σκότος Θα ’ρθουν τ’ ανασαλέματα θα
’ρθουν τα ρίγη Κι όταν ακόμα ακινητούν
τ’ αστέρια Στους βελουδένιους τους
βυθούς [ΔΙΚΛΕΙΣ και ΩΣΙΣ,
δυο ποιήματα από ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ που βρίσκονται στην ΕΝΔΟΧΩΡΑ του Ανδρέα
Εμπειρίκου, πρώτη έκδοση 1945]
Δευτέρα,
15 Νοεμβρίου 2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου