Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

 

(… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…)

«Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα

παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)

 

Μπορείς να μη μου λες τι θα κάνω,  είπε

μπορείς;

Πες μου μπορείς; 

 

Είμαι εδώ,  είπε   έτσι θέλω,  είπε

Καταλαβαίνεις;   Μπορείς να καταλάβεις;

 

Το ξέρω, η ώρα, τα μάτια

οι θάμνοι χρυσοί

και τίποτα

τίποτα

 

Άσε με να σε κρατήσω   απλώς άφησέ με!..

 

Όχι,  είπα   όχι τώρα!..

Δεν θέλω τώρα  όχι να μακρύνει

ο καιρός

δεν θέλω ν’ ανοίξει

 

Γύρισε από κει,  είπα

μη με κοιτάς   μην κάνεις έτσι

 

Όχι,  είπε   εγώ θα κάνω έτσι

 

ανάλαφρα το χέρι της

στάλαξε βράδυ

κι ούτε στιγμή ο κήπος σαστισμένος

 

Κράτα με τότε,  είπα

κράτησέ με   μην κουνηθείς

 

Είπε, καλά   σε κρατάω

 

Ησύχασε,  είπε

 

Μετά τίποτα  -  τίποτα μετά 

 

Σηκώθηκα

πήγα κι άναψα ένα τσιγάρο

 

Για όνομα του θεού,  είπα

για όνομα του θεού   τι κάνουμε εδώ;

εσύ έχεις παγώσει

 

Μην κάνεις έτσι,  είπε

οι δυο μας είμαστε   εδώ

 

Α  νύχτες  κι  άστρα  

φεγγάρι μες στη μέρα

 

Σβήσε το τσιγάρο,  είπε

 

Όχι,  είπα 

 

Σβήσ’ το

σβήσε το,  σε παρακαλώ

 

Καλά,  είπα

τώρα το σβήνω, να

 

Μην πίνεις,  είπε

σταμάτα πια να πίνεις

θα πεθάνεις

 

Όχι,  είπα

 

Καλά,  είπε

τώρα μπορείς μ’ ακουμπήσεις; 

 

Μπορώ,  είπα 

 

Δεν ξέρω,  είπα…

[πρώτα  αποσπάσματα  από τη συλλογή της Μαρίας Λαϊνά Ο ΚΗΠΟΣ -  ΟΧΙ ΕΓΩ  2005.  

Εδώ αντιγραφή και επικόλληση από τη συγκεντρωτική έκδοση: ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ ΣΕ ΤΟΠΟ ΞΕΡΟ Ποιήματα 1970 – 2012, εκδόσεις Πατάκη 2015]

 


ΣΤΡΩΜΕΝΟΣ ΓΥΡΩ ΤΗΣ Ο ΚΗΠΟΣ

(… η γη που γάλα έξω χάραζε  και  το αθόρυβο του λόφου φως…)

Λίγο;   μπορούμε λίγο;   είπε

 

Δεν έχει λίγο,  είπα

ποτέ δεν έχει λίγο

 

Ναι;  είπε

 

Αργά ό,τι κι αν κάνεις,  είπα

αργά,  αν θέλεις να κρατήσει


Ας τα  αυτά,  είπε

άφησέ τα

άσε τα λόγια  κι  έλα εδώ

 

Τώρα,  είπα

ένα λεπτό

 

Ένα,  είπε,  ένα λεπτό

αυτό είπα,   αυτό δεν είπα;

 

στρωμένος γύρω της ο κήπος

ποτέ να μην την έβλεπα καλύτερα;

 

Εντάξει,  είπα,  τώρα δεν μπορώ

ε  δεν μπορώ,  δε βλέπεις;


Δεν βλέπω τίποτα,  είπε

τι ειν’ αυτά που λές;

 

η πλάτη που αργά στη θάλασσα

τα γελαστά της μάτια

το κίτρινο το μονοπάτι

 

Για όνομα του θεού,  είπα   πώς μπήκες έστι;

Πες κάτι

κάτι δεν έπρεπε να πεις;

 

Δεν καταλαβαίνεις,  είπε

απλούστατα δεν καταλαβαίνεις

Αυτό είναι

Τι να πω;  τι να πω;  στο θεό σου

 

Φυσάει,  είπα   θα μας πάρει!.

 

μπα,  άλλο ήθελα να πω

 

μέσα στο στόμα της

εκεί που τώρα μ’ ανασαίνει

μες στο τέλος

 

Σκασίλα μου,  είπε

Φοβάσαι;  Μη μου πεις ότι φοβάσαι; 

 

ψηλά να ξεχειλίζει το ποτάμι

και τα παιδιά γελώντας   εδώ μαζί

Πάσχα    βούιζε Πάσχα

 

Κοίτα με, είπε   κοίταξέ με

μπορείς να με καταλάβεις επιτέλους;

 

Ωραία, λέω, σε κοιτάω

 

Τώρα όμως, είπε

 

Όχι τώρα,  είπα

τώρα,  δεν μπορώ τώρα

Καταλαβαίνεις δεν μπορώ

 

Εντάξει,  είπε

γιατί;  πες μου γιατί;

 

Δεν ξέρω,  είπα

 

Φοβάμαι,  είπα

 

Τι διάολο φοβάσαι;  είπε

εγώ είμαι

αλλού κοιτάς εσύ

γύρνα από δω

 

Σε λίγο, είπα

 

θα πέσουνε οι νύχτες απ’ τα δένδρα

εκεί ψηλά που κλάδευε στη σκάλα

 

Σε λίγο τι;  είπε

τι δηλαδή σε λίγο;

σε λίγο τι να γίνει πες μου

 

Άφησε το μπουκάλι στο τραπέζι,  είπα

λίγο να κοιμηθώ

 

εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες

 

Να κοιμηθείς;  λέει

λες τώρα λες να κοιμηθείς;

 

Ναι,  λέω   λίγο…

[αποσπάσματα από τη συλλογή της Μαρίας Λαϊνά Ο ΚΗΠΟΣ  -  ΟΧΙ ΕΓΩ 2005 εδώ αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ ΣΕ ΤΟΠΟ ΞΕΡΟ Ποιήματα 1970 – 2012, εκδόσεις Πατάκη]

 

ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΧΑΜΩ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ

(… γυρίζει τώρα  και  με βλέπει  κι  άδειος καθρέφτης όσο τίποτα ποτέ …)

Δεν ξέρω λέει τι μου λες

δεν μου μιλάς σαν άνθρωπος

λες άλλ’ αντ’ άλλων

 

Δεν καταλαβαίνω,  λέω

μπορεί να μην καταλαβαίνω

δεν είμαι στα καλά μου

 

Μπορείς να μη μου το λες;  είπε

πες μου,  μπορείς;

μην ξαναπείς δεν είμαι στα καλά μου

 

Μπορώ,  λέω

ωραία,  δεν το ξαναλέω

Έλα τώρα

 

Έλα τώρα;  είπε

όποτε θες εσύ;

 

Σε παρακαλώ,  είπα

 

Τι θες να κάνω;  είπα

για όνομα του θεού,  τι θες να κάνω;

θυμάσαι;  έχει ξαναγίνει

 

Μιλάς σαν μεθυσμένη,  είπε

μην μιλάς σαν μεθυσμένη  άμα δεν είσαι μεθυσμένη

δεν έχε  ξαναγίνει τίποτα

τι θες να θυμηθώ;

αυτό είναι

 

κι ανεβαίνει τις σκάλες

ο κήπος βουβαίνεται

οι μενεξέδες σοβαροί

 

δεν ξέρω,  είπα

 

Εντάξει,  είπα

 

Τι ώρα είναι;  είπα

 

Τι κρίμα να μην ξέρεις,  είπε

κρίμα

Μου λες τι στο καλό τη θες την ώρα;

 

γέρνει

το άλογο και ο λαιμός του

γέρνει στης καλαμιάς το χάδι

κι αυτή μόνη κοιμάται

 

Μπορείς να μου πεις  μ’ αγαπάς;  είπα

μπορείς;

πες μου μπορείς;

 

Όχι,  είπε

 

Σ’ αγαπάω,  είπε

 

Ωραία,  είπα

πες ό,τι θέλεις τώρα

πες το  κι  ας είναι άλλοτε

 

Δεν θέλω,  είπε  δε θέλω άλλοτε

 

Μια στιγμή,  είπα   τότε τι κάνουμε εδώ;

 

Είμαστ’  οι δυο μας,  είπε

έτσι   εδώ κοντά,  σαν μύγδαλο

 

Α η δροσιά  του κήπου την αυγή

 

Αυτό,  είπε

καμιά φορά  συμβαίνει

αφού συμβαίνει;

 

Α  όχι,  είπα

 

το χώμα μες στη μέση ανοιχτό

και του σαλιγκαριού στριφτό το σάλιο

 

Αχνίζει, λέω, κάνε παραπέρα

 

μπα,  άλλο ήθελα να πω

 

Εσύ να κάνεις παραπέρα,  λέει

αν δεν μπορείς,  εσύ να κάνεις παραπέρα

 

α,  τα κουπια

 

Τι θέλεις, τώρα,  είπε

θέλεις να το χαλάσεις;

ναι, θέλεις ε;

 

Μπορείς να φύγεις;  κάνε μου τη χάρη,  είπα

αργά,  μη μου λυθεί το σώμα

 

Αλήθεια;  είπε

 

Όχι,  είπα

 

Δεν φεύγω τότε,  είπε

λοιπόν δε φεύγω

θα φύγω όταν θέλω

 

Τι κάνουμε τώρα;  είπα

θα μας κοιτάζουνε περίεργα

 

Δεν ξέρω,  είπε,  δεν με νοιάζει

αφού δεν ξέρω;

ή μάλλον ξέρω,  αλλά δεν σου λέω

 

Γιατί,  είπα

 

Ντρέπομαι λίγο,  είπε

αχ,  τι θέλεις τώρα;

 

Της άνοιξης η νύχτα φτάνει δροσερή

κι από μακριά ο ήχος της καμπάνας

 

Γιατί δε λες εσύ  τι θέλεις;  είπε

εσύ να πεις τι θέλεις

εγώ τι σε πειράζω;  άσε με

 

τα βήματά της αντηχούσαν

λαμπρά τα βήματά της

στου δειλινού το ξήλωμα

 

Θα σηκωθώ

θέλω ένα παγάκι, είπα

 

Θες λίγο;

 

Πού είναι;  είπε

τέλειωσε,  δεν τέλειωσε;

έχουμε κι άλλο;

 

Εδώ,  είπα   κάπου εδώ

έχει λίγο ακόμα

 

και ονειρεύεται

φέρνει το χέρι της στο στόμα

 

Μην πάρεις από πάνω μου το χέρι σου

αν είναι να με λυπηθείς

μη με λυπάσαι τώρα,  είπα

 

Δεν το παίρνω,  είπε

δε θα το πάρω,  μη φοβάσαι

 

ξεδιάντροπος  ο κήπος

σε μέθη που θα με πετάξει έξω

έξω μαζί

μέσα στο άσπρο να τη νανουρίζω

 

Κλείνεις αυτή τη μουσική;  είπα

αχ,  να μη σ’ έβλεπα καλύτερα

 

Πού είναι;  είπε   πού είναι το κουμπί;

 [αποσπάσματα από τη συλλογή της Μαρίας Λαϊνά Ο ΚΗΠΟΣ  -  ΟΧΙ ΕΓΩ 2005 εδώ αντιγραφή και επικόλληση από το συγκεντρωτικό τόμο ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ ΣΕ ΤΟΠΟ ΞΕΡΟ Ποιήματα 1970 – 2012, εκδόσεις Πατάκη]

 

ΝΑ ΤΩΡΑ ΝΑ Ο ΘΡΗΝΟΣ

(… μες στο στόμα μου  τα δένδρα κυκλωμένα απ’ την ομορφιά τους…)

Εκεί, είπα, να εκεί   Εκεί;  είπε πού εκεί;   Να, είπα, άπλωσε το χέρι σου   Άσε το χέρι μου,  λέει   για άσε με ένα λεπτό,  τι σφίγγεις έτσι;   Δεν σφίγγω,  λέω,  δεν μπορώ  τι διάολο να σφίξω;    Ας τα αυτά,  γελάει   τι θες να πεις;   τρελάθηκες τελείως;   Αυτό που λέω,  είπα   Ακούς;  μπορείς ν’ ακούσεις;   κάπου γλυκά και ήσυχα   μέσα στο τίποτα   που ολοένα θα μου λιώσει την καρδιά   Ακούω,  λέει,, πες μου   σ’ ακούω όταν μου μιλάς σαν άνθρωπος   τώρα, μέρα και νύχτα τώρα   Έλα την άνοιξη στον κήπο,  λέω ,   μην πας εκεί  μην πας   λίγο ακόμα.  Λίγο;   Εντάξει,  λέει   στον κήπο πάντα μ’ άρεσε   κούπες χρυσές,  φως και κρασί   Ναι;  λέω   Ναι,  λέει  αλλά γιατί;   τι να το κάνεις;  στο θεό σου   Λέω:  φυσάει εκεί πέρα, να   φυσάει σαν δαιμονισμένο   πώς διάολο μπορείς;   Μπορώ,  λέει   αφού μπορώ;   Τι έπαθες;   μονάχα θάλασσα μυρίζει   Πού;  λέω   Για πού μιλάς εσύ;   Βγάζει το κοκαλάκι απ’ τα μαλλιά της.  Τα χέρια της σηκώνει.  Μια άλλη που σηκώνει λίγο και τη φούστα της προτού ανέβει τα σκαλιά.  Κοιτάζει προς τα κάτω χαμηλά,  το σιωπηλό νερό κοιτάζει,  το στόμα μου κοιτάζει,  να εκεί·  εκεί που τώρα η ψυχή μου ανασαίνει.  Ο κήπος πίσω της.  Προσεκτικός κι ακτινοβόλος   Λέει:  Πάρε μου τα μαλλιά από το πρόσωπο   Χτυπάει η καρδιά σου,  λέει   ακούω την καρδιά σου να χτυπάει   Δεν ήπια τώρα λέω άλλο   Δέω:  μπορεί να είναι αυτό   Η μυρωδιά της  μήλου μυρωδιά   Λίγο ακόμα,  λέω   Μπορεί,  λέει   μπορεί και όχι…  ΣΥΝΕΧΕΙΑ από τη σελ. 330   [επιλογές από τη συλλογή της Μαρίας Λαϊνά  Ο ΚΗΠΟΣ  -  ΟΧΙ ΕΓΩ 2005 – από το συγκεντρωτικό τόμο ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ ΣΕ ΤΟΠΟ ΞΕΡΟ,  Ποιήματα 1970 – 2012, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ]

Παρασκευή, 17 Μαΐου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΜΕΤΡΑΩ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΒΡΙΣΚΩ ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ

  (… ο κάτοικος του υπογείου βλέπει κήπους και γελάει...)          Το μελαχρινό σου πρόσωπο ακουμπάει στο χώμα. Ο ουρανός πολλές φορές ε...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ