(… ένα ποίημα τυφλό χωρίς αλφάβητο μεδούλι μεθυσμένο μες στα κόκαλα… να λέει χωρίς να λέει… )
Αρχίζοντας ένα γραπτό
τι θέλουμε;
Να μπούμε στο κουκούτσι
αυτού του κόσμου;
Ή να τον σπάσουμε;
Να εξαχνωθεί στη
φαντασία
Και άφθαρτο Ν’ αναδυθεί
ένα σύμπαν από λέξεις;
Η άμπωτη Ν’ αφήσει πίσω της κροκάλες αισθημάτων;
Φόβους και Όνειρα;
(Τ’ απόνερα του ύπνου
εννοώ.
Και τ’ άλλα, για το
αύριο που βαραίνει)
Αρχίζοντας Πάντα το ίδιο ατέλειωτο γραπτό
Μ’ ένα ορμαθό Από ρυθμούς και εικόνες
Νιώθοντας Πως τίποτα δεν θέλουμε στ’ αλήθεια –
πως ένα γραπτό είναι
ένα σύμπαν από τίποτα.
Και πως Αυτό το ατέλειωτο γραπτό Είναι το γραφτό μας!..
Γράφω Έγραψα
Έχω γράψει
Καλά ως εδώ…
Όμως του λείπει ο μέλλοντας.
Αδόκιμη η προστακτική.
Κι η οριστική του, ευφημισμός
Της Ευκτικής
Ανώμαλο ρήμα εντέλει.
Περίπλοκο!..
Ποιος μπορεί να το
μάθει.
Θέλω να γράψω ένα
ποίημα!..
Να πλεύσει πάνω απ’ τα
νερά που θα ’ρθουνε
Να σώσει αυτό που
αναλώθηκε στη λήθη
Το εύθραυστο Το μαύρο φωτεινό
Τόσο περίπλοκο κι
απλό Τόσο ακατάληπτο
Που μοιάζει ασάλευτα
εδώ ενώ αναλήφθηκε
Σε ουρανούς θύλακες του
νου,
Πέτρα και
πούπουλο.
Ένα ποίημα τυφλό Χωρίς αλφάβητο
Μεδούλι μεθυσμένο μες
στα κόκαλα
Να λέει χωρίς να λέει
κι αδούλωτο
Να ρέει όλο θυμό
ποτίζοντας
Με νόημα χωρίς
νόημα και ρυθμό
Αυτό που αθόρυβα Γκρεμίστηκε στα σκότη
Κάποτε Θέλω να γράψω ένα Ποίημα με τίτλο
«Θέλω να γράψω ένα
ποίημα»!..
[ΤΟ ΓΡΑΠΤΟ,
ΓΡΑΦΩ και ΘΕΛΩ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ από τη συλλογή του
Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ, εκδόσεις Καστανιώτη 2013]
ΤΟ ΑΠΟΒΑΡΟ
(από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013)
Μιλάς με λέξεις
Μεταφράζεις το άγνωστο
Σε κάτι πιο άγνωστο. Ανταλλάσσοντας
Τ’ ασήκωτο της ύλης μ’ ένα
κίβδηλο
Χαρτοφυλάκιο
Γεμάτο άυλες μετοχές
Αντωνυμίες και
ρήματα
Ποιο χθόνιο λαρύγγι άραγε
Δίνει φωνή σ’ ένα φωνήεν;
Με ποιο στοιχείο αυτού του
κόσμου
Συμφωνεί ένα σύμφωνο;
Μηδαμινές μπουκιές αέρα
Υποδύονται τέρατα. Σκέψου λοιπόν:
Για τον ψαρά
Η λέξη δίχτυ περιττεύει. Ατίθασα
Έμψυχα κι άψυχα ορμούν στις
σημασίες
Σαρώνοντας. Ποδοπατούν
Το νόημα των ονομάτων και άηχα
(Τι εμπαιγμός!.. τρία
ηχηρά φωνήεντα στο άηχα!..)
Σώμα με σώμα διεκδικούν
Ό,τι ονειρεύτηκαν πως
είναι. Μεταλλάσσοντας
Έξω από γλώσσα κι από σκέψη
Το άγνωστο
Σε κάτι πιο ερεβώδες.
Και ασήκωτο.
Στο άυλο
Απόβαρο Της ύλης
ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ
Ξανά το σήμερα κι η σπάθη του
αμετάθετου
Ξανά η άβυσσος του νου
Δεν έχει εντέλει τίποτα
Πραγματικά δικό της
Μια μικρή στιγμή;
Κάτι δανείζεται απ’ το πριν
Κάτι απ’ το αύριο
Το ξεπληρώνει με το υστέρημα
του άλλου.
Αέρινη
Κι όμως πατάει στο στήθος σου
ατσάλι –
Έτσι ακριβώς
Όπως το σύμπαν περισφίγγει:
Ατσάλινο.
Γεμάτο τρύπες από θάλασσες
κενού
Τοπία του τίποτα
Να πλέουν μέσα τους νησάκια
νετροινίων
Και γαλαξίες. Ευφάνταστη
Φενάκη του ορατού
Στη φτερωτή Μπαγκέτα ενός ιλίγγου.
Που ηλεκτρισμένη
Μεταμφιέζει το μηδέν Το πουθενά
και το ποτέ
Σε κόσμο
[από τη
συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013]
ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ
(από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013 )
Ανύπαρκτα
μάτια
Βυζαίνουν
ανύπαρκτα χρώματα
(το κόκκινο
δεν είναι χρώμα· είναι ταχύτητα.
Το κίτρινο το
πράσινο το γκρι,
Χορδές μιας
άρπας μακρινής
Eπίχρισμα κυματικό των
συχνοτήτων).
Βράχια και
σίδερα.
Περνάει τους
πόρους τους
Mια φαντασία πως κάποτε πύκνωσε
η σάρκα του αέρα ιδρύοντας
Bάρη και σχήματα
Που μέχρι τότε
φευγαλέα Ο ύπνος.
Έτσι ανύπαρκτο
Γεννιέται το πραγματικό.
Μεγαλειώδης Περιδίνηση Του μηδενός!..
Ωκεανός Κρυμμένος
Στη σταγόνα!..
ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΙΠΟΤΑ
Κι ας φαίνονται όλα τιποτένια
Τίποτα Δεν είναι τίποτα
Σας νιώθω ήδη ετοιμασμένους να
δαγκώσετε
Αγάπη, ευγένεια για καθετί
μικρό
Σ’ αυτό που είπα
(Ε βέβαια,
Το μυρμηγκάκι το μυγάκι έχουν
τη θέση τους
Στο τέλειο σύμπαν που εν σοφία
– και τίποτα
Δεν θα μπορούσε να’ ναι
αμελητέο).
Μη βιάζεστε.
Γιατί άλλη σκέψη μου ταράζει
το μυαλό.
Σαν απειλή:
Αν πράγματι
Και το ελάχιστο μυγάκι έχει τη
θέση του
Στο τέλειο σύμπαν που του
αρμόζει
Αλλάζοντας μορφές στο
διηνεκές,
Αν πράγματι
Αυτό που λέμε μυρμηγκάκι
ανακυκλώνεται
Από ενέργεια σε ύλη και
πολυώνυμο
Κρατάει αλάνθαστο ισοζύγιο εν
σοφία
(Τώρα μυρμήγκι άλλοτε φίδι
Κι άλλοτε άνθρωπος)
Μέχρι το τέλος των καιρών,
Αν το κενό Ποτέ δεν ήτανε κενό
και τίποτα δεν χάνεται
στο Τίποτα,
Τότε λοιπόν Αδήριτα
(Μην απατάσθε – αδήριτα)
Θ’ απαγγελθεί απ’ το Ανώτατο
Η εσχάτη των εσχάτων
Για όλους μας:
Ισόβια μετά θάνατον.
Πολύ σωστά το ακούσατε:
Ισόβια μετά θάματον!..
Εκτοπισμένοι Απ’ την Εδέμ Του Μηδενός
Αιώνιοι κάτοικοι Στο ανελέητο Κάτι
[από τη
συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ 2013]
ΕΛΠΙΖΩ Σ’ ΕΝΑ ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΜΗΔΕΝ ΠΟΥ ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ ΘΑ ΞΕΡΙΖΩΣΕΙ…
(…ακέραιο το
Σύμπαν και άναρχο
θα ξεχυθεί απ’ τα
σπλάχνα του το Χάος… )
Σ’ ένα ανάδρομο Θεό
Που ευήκοος Στη μυστική
Ευχή των Όντων
Άξαφνα θα πλαστουργήσει Το σκοτάδι
εξυπαρχής
Χαριζοντας
Το μόνο αντίδοτο
Στη σκοτεινή Αθανασία
του Φόβου
Ανυπαρξία
ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ (από τη συλλογή του Αντώνη Φωστιέρη ΤΟΠΙΑ ΤΟΥ
ΤΙΠΟΤΑ 2013)
[«κἄν τρισχίλια ἔτη βιώσεσθαι μέλλῃς … ὅμως μέμνησο
ὅτι οὐδείς ἄλλον ἀποβάλλει βίον ἤ τοῦτον ον ζη – Μάρκος Αυρήλιος]
«Κι αν πρόκειται να ζήσεις τρεις
χιλιάδες χρόνια Ή ακόμα και τριάντα
εκατομμύρια Θυμήσου πάντως Πως κανείς δεν χάνει άλλη ζωή Από αυτήν που ζει. Άρα, Τι μέγιστο τι ελάχιστο, το ίδιο κάνει. Αφού για όλους είναι ίσο το παρόν Ίδιο θα είναι συνεπώς αυτό που χάνουμε: Το στιγμιαίο. Δεν γίνεται να χάσουν ούτε παρελθόν Ούτε και μέλλον. Άλλωστε Πώς θα γινότανε να χάσουν κάτι Αν δεν το έχουν; Θυμήσου: όλα ομοειδή και ανακυκλούμενα Καμιά σπουδαία διαφορά Τι να τα βλέπεις γύρω σου εκατό διακόσια
χρόνια Τι κι αν το τέλος των καιρών Τα ίδια, ίδια πάντα. Ο άνθρωπος Είτε υπέργηρος Είτε νεαρός αναχωρεί Για κείνον ίση ακριβώς η απώλεια. Το ξαναλέω, κανείς δεν δύναται Να χάσει ό,τι δεν έχει. Το μόνο που ο καθένας έχει τώρα είναι το
Τώρα Αυτό του δόθηκε, αυτό θα στερηθεί» Αναρωτιέμαι. Τούτο το κατεβατό Μοιάζει με ποίημα; Χωρίς μια στάλα λυρισμού; Αδύνατον. Αφού κι εμένα ακόμα που το έγραψα Πριν δεκαοχτώ αιώνες -Θραύσμα στοχασμού Ή στωικό παράγγελμα Εις εαυτόν ας πούμε – Καθόλου δεν μου πέρασε απ’ τον νου Πως θα μπορούσε κάποτε Να συγκινήσει ως ποίημα. Εξ άλλου, εκ πεποιθήσεως, Ελάχιστα με συγκινεί η συγκίνηση. Ούτε η ποίηση ταιριάζει Σε άνθρωπο της δράσης. Πολλώ δε μάλλον σε αυτοκράτορα Της κραταιάς. Μάρκος Αυρήλιος Σαν
τους ποιητές που με χαρτί για σάβανο κηδεύουνε σε κάθε λέξη έναν απόμακρο
εαυτό, ένας ξένο
Δευτέρα,
18 Νοεμβρίου 2024